Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Πάμπλο Νερούδα: Αργοπεθαίνει






  • ( 1904 - 1973)




  • Αργοπεθαίνει
    όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
    επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
    όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
    όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
    όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

    Αργοπεθαίνει
    όποιος έχει την τηλεόραση για μέντορα του

    Αργοπεθαίνει
    όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
    όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου
    και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης
    αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,
    που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,
    που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

    Αργοπεθαίνει
    όποιος δεν “αναποδογυρίζει το τραπέζι” όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
    όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω απο ένα όνειρο,
    όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ’ τις πάνσοφες συμβουλές.

    Αργοπεθαίνει
    όποιος δεν ταξιδεύει,
    όποιος δεν διαβάζει,
    όποιος δεν ακούει μουσική,
    όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

    Αργοπεθαίνει
    όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
    όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,
    όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη
    ή για τη βροχή την ασταμάτητη

    Αργοπεθαίνει
    όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
    όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
    ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει

    Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
    όταν θυμόμαστε πάντα πως για να ‘σαι ζωντανός
    χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
    από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

    Μονάχα με μιά φλογερή υπομονή
    θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.






     

    Σχόλια

    Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

    _Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

    Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

    _Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

    Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

    _ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

    Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός