Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.
Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—
Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.
Κ.Π. ΚΑΒΑΦΗΣ
( απόσπασμπα από το ποίημα Εν μεγάλη Ελληνική αποικία, 200 π.Χ.)
Η αξιολόγηση του τμήματος Φιλοσοφικών και Κοινωνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Κρήτης, έληξε πριν από λίγες ώρες.
Το τμήμα ανέπνευσε με ανακούφιση. Νιώθαμε όλοι -καθηγητές και φοιτητές- πάνω μας μια ξένη ερευνητική ματιά.
Ξένη ως προς την φυσική παρουσία και τη νοοτροπία και ερευνητική ως προς την ακαθόριστη και εν πολλοίς άγνωστη σκοπιμότητα των ερευνών.
Πολλοί έλεγαν ότι οι προθέσεις των αξιολογητών ήταν αγαθές και ότι δεν υπήρχε κανείς δόλος. Το ερώτημα όμως παρέμενε : Τι ακριβώς ερευνούσαν;
Ποιοί ήταν αυτοί οι ξένοι προς το σώμα της πανεπιστημιακής μας κοινότητας ερευνητές; Ποιός τους επέλεξε; Με ποιά κριτήρια; Κάποιος είπε με βάση τα "papers"... Βεβαίως εμένα δεν μου λένε απολύτως τίποτα τα "papers".
Πρέπει να είμαστε αφελείς για να πιστέψουμε ότι δεν υπάρχει καμία κεντρική υπόθεση- ερώτηση, η απάντηση της οποίας επέβαλε τις επιμέρους αξιολογήσεις των πανεπιστημιακών τμημάτων καθώς και την επιλογή αυτών που θα έκαναν την αξιολόγηση.
Ποιά λοιπόν είναι η θεωρητική αρχή;
Πάνω από τα επιμέρους ερωτηματολόγια που συμπλήρωναν οι αξιολογητές, ποιά ήταν η αρχική, κορυφαία ερώτηση που υπήρχε στα μυαλά τους, που είχε τεθεί κι εμεις μόνο κομμάτια του αναπτύγματός της μπορούσαμε -κι αυτό με κόπο- να συμπεράνουμε;
Δεν μάθαμε.
Οι ερωτήσεις αυτές δεν θα απαντηθούν και ίσως δεν ενδιαφέρει κανένα, μιας και το να συζητήσει κανείς για κάποιο λιγότερο ή περισσότερο αποδεκτό-ορθό κριτήριο ή ερωτηματολογιο, δεν αλλάζει την ουσία.
Ποιά ήταν η ουσία;
Η ουσία, όπως κάθε ουσία, σε πείσμα αυτών που εξασκούνται στην συγκάλυψη και την παραπλάνηση, ξέφυγε αθέλητα από το στόμα ενός αξιολογητή στην σύντομη συνάντηση που είχε η ομάδα τους με όσους φοιτητές του τμήματος θέλανε να παρουσιαστούν σε μια άτυπη συνέλευση και να μιλήσουν μαζί τους.
Έκπληκτοι όσοι παρευρεθήκαμε εκεί ακούσαμε τον αξιολογητή (καθηγητή σε αναγνωρισμένο πανεπιστήμιο του εξωτερικού, από αυτά που θαυμάζονται τόσο πολύ στην φτωχή μας χώρα) να μας ρωτάει το εξής εξωφρενικό : "Ποιός από εσάς, εάν του έδινα 1.000 ευρώ, δηλ. το εισιτήριό του, θα έφευγε ευχαρίστως απ΄αυτό το Πανεπιστήμιο για να πάει να φοιτήσει σε ένα πανεπιστήμιο του εξωτερικού;"
Ήταν η πρώτη ερώτηση, η οποία, μάλιστα συνοδευόταν από μια σχετική υπερηφάνεια για το ευφυές της διατύπωσης. Θάρρεψε ο αξιολογητής ότι θα πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα. Θα δώσει το "point".
Για μας, τους αυτόχθονες, ήταν απλώς μια αδιανόητη ερώτηση. Μια ερώτηση ανήθικη.
Σε παρατήρηση για το απαράδεκτο της ερώτησης, έγινε προσπάθεια να ανασκευαστεί.
Όμως τίποτα δεν ανασκευάζεται.
Με δεδομένο ότι οι άνθρωποι αυτοί ήρθαν διαφημίζοντας τις "καλές" τους προθέσεις, αυτή και μόνο η ερώτηση βουλιάζει οτιδήποτε θα μπορούσε να σώσει τις προθέσεις τους αυτές.
Η πρώτη αυτή κουβέντα, υπονοεί μια αντίληψη για την εκπαίδευση η οποία πλέον είναι ήδη (όχι θα γίνει) μια αυστηρά ατομική υπόθεση του καθενός.
Στο κέντρο βρίσκεται το άτομο- φοιτητής και οι ευκαιρίες ή οι δυνατότητες που αυτός μπορεί να αδράξει για να μεγιστοποιήσει τα οφέλη από την φοίτησή του σ' ένα τμήμα κι όχι η διαδικασία. Κατ' αναλογία του ατόμου απέναντι στον εργοδότη, του ατόμου απέναντι στην κοινωνία των ατόμων - ιδιωτών.
Τουτέστιν, ακόμα και σε μια συζήτηση που υποτίθεται ότι γίνεται για την αποτίμηση της συνολικής προσφοράς - λειτουργίας του τμήματος, δηλ. με απλά λόγια του πώς λειτουργούμε, τι θα θέλαμε, τι παρατηρούμε, τι μας προβληματίζει, ποιό επίπεδο σπουδών θα επιθυμούσαμε, η παρουσία του φοιτητή, δεν μπορεί να αποδεσμευτεί από το αυστηρό ατομικό της πλαίσιο.
Ο φοιτητής ακόμα κι όταν βρίσκεται μαζί με άλλους συμφοιτητές και καθηγητές του πρέπει να σκέφτεται ατομικά. Καμία δυνατότητα να σκεφτούμε σαν ένα σύνολο με κοινούς στόχους, δηλ. σαν κοινότητα.
Είναι λοιπόν ένα λάθος εκ παραδρομής; ένα καλαμπούρι;
Δεν προδίδει τάχα αυτό το "λάθος" της γλώσσας αν όχι το ήθος, τουλάχιστον τις αξίες του αξιολογητή; Δεν καθιστά σε όλους σαφές το πνεύμα της μπίζνας που διαπερνά τις κατηγοριοποιήσεις και τις αξιολογήσεις τους;
Αν αυτή είναι η δική τους ουσία, πιθανόν το τμήμα μας να χαρακτηριστεί απαρχαιωμένο.
Στην ερώτησή τους, που υποκρύπτει ένα ακόρεστο εγώ, προβάλλαμε ένα υπομονετικό "εμείς". Το "Εμείς" -ως οι φοιτητές και οι καθηγητές μας- ακόμα κι αν έχει εσωτερικά προβλήματα και διαβαθμίσεις, ελλείψεις και κουσούρια, δεν παύει να είναι ένα συλλογικό υποκείμενο.
Αν λοιπόν οι προθέσεις ήταν αγαθές και στόχος ήταν να βοηθηθεί το τμήμα να ξεπεράσει τις αδυναμίες του, όπως αγαθά λέχθηκε,θα έπρεπε οι αξιολογητές με την πείρα και τα σπουδαία "papers" που κατέχουν, να διαθέσουν ένα μήνα τουλάχιστον, για να παραμείνουν στο πανεπιστήμιο και να παρακολουθήσουν από κοντά την λειτουργία του τμήματος που ήθελαν ν' αξιολογήσουν.
Γιατί όχι;
Τότε δεν θα είχαν ανάγκη κανέναν να τους πει τι γίνεται σε τούτη την ακαδημαϊκή εσχατιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα είχαν μια εικόνα ολοζώντανη και δική τους.
Η απάντηση ότι μια τέτοια αξιολόγηση θα ήταν χρονοβόρα, δεν στέκει διότι το χρονικό διάστημα των τεσσάρων δικών τους μηνών (γιατί 4 ήταν οι αξιολογητές) ωχριά μπροστά στην επένδυση χρόνου, κόπου και χρήματος που κάνουν οι εκατοντάδες φοιτητές και καθηγητές του τμήματος κάθε χρόνο για πολλά χρόνια.
Και ας μη μας διαφεύγει ότι ο ίδιος ο όρος "αξιολόγηση" υπονοεί την ύπαρξη κάποιων αξιών ή μιας ιεραρχικής κλίμακας αξιών και δεν μπορεί να εξαντλείται σε αριθμητικά στοιχεία που δεν ξεφεύγουν από την τυπικότητα της στατιστικής και την προβολή κάποιων διαγραμμάτων power - point.
Η αξιολόγηση όμως που έκαναν -μέθοδος και περιεχόμενο - αναπαράγει το μοντέλο του επιχειρησιακού ελέγχου από προϊστάμενους προς τους υφιστάμενους, και αδυνατεί να αναγνωρίσει την πανεπιστημιακή ως μια οργανικά δρώσα κοινότητα, την οποία για να αποτιμήσεις και πολύ περισσότερο για να ωφελήσεις πρέπει να την βιώσεις στην λειτουργία της. Αυτό όμως προϋποθέτει μια εντελώς άλλη, ξένη λογική, που δεν τυγχάνει χρηματοδοτήσεων και πολύ περισσότερο πρέπει - όπου και όσο υπήρχε- να περάσει στην λήθη του παρελθόντος.
Θα είχαν όμως και ένα επιπλέον, καινοφανές γι' αυτούς, όφελος: θα έβλεπαν την δική μας ουσία των σπουδών μας, που, δυστυχώς για την γλώσσα που καταλαβαίνουν, δεν εξομοιώνεται ούτε με πληρωμένα εισιτήρια ούτε με καμία άλλη "διευκόλυνση".
Την ουσία όπως αυτή κτίζεται κάθε μέρα, μέσα σε κάθε αίθουσα, σε κάθε αμφιθέατρο, σε κάθε διάλεξη, σε κάθε συνεργασία φοιτητή - καθηγητή. Θα έβλεπαν παλλόμενη και ζωντανή να υλοποιείται η εκπαιδευτική διαδικασία.
Θα είχαν την ευκαιρία να διαπιστώσουν ότι, όταν σ' αυτή τη ρημαγμένη και κατασπαταλημένη χώρα, που η ανεργία των νέων βρίσκεται στο 70%, που βουλιάζει στην απελπισία και την ανέχεια, που ζει τον καθημερινό σκοταδισμό και τον τρόμο, μέσα σε τούτη την πολιτιστική και γλωσσική πενία, μέσα στο βασίλειο των ληστών και των μετρίων, παρ' όλα αυτά και σε πείσμα αυτών, μεταδίδεται η γνώση για τη αξία της γνώσης καθ'αυτή, χωρίς οικονομικό ή επαγγελματικό αντίκρυσμα, στην ουσία υλοποιείται η ελευθερία μέσα σ'ένα κόσμο καταναγκασμού και ατομικού ωφελισμού.
Στον κόσμο της παγκοσμιοποίησης :
Είναι ελευθερία να καταλαβαίνεις ότι κάθε τι που συμβαίνει γύρω σου και σε σένα τον ίδιο ακόμα, έχει βαθιές κρυμμένες αιτίες. Είναι ελευθερία να αποκτήσεις επιστημονική κι αναστοχαστική σκέψη. Να πράττεις καθώς σκέφτεσαι και να σκέφτεσαι την πράξη σου, να βρίσκεις συνδέσεις και ολοποιητικά νοήματα. Να καταστρέφεις ψευδείς συνδέσεις και να επιχειρείς άλλες. Να βλέπεις ν' αλλάζεις κάθε μέρα καθώς αλλάζουν όλοι γύρω σου μέσα από την πανεπιστημιακή διαδικασία που δεν εξαντλείται στο άτομό σου, ούτε συλλαμβάνεται ατομικά, αλλά αποτελεί την εκβολή απίστευτων σε όγκο και πνευματικό μόχθο μιας στρατιάς εκατομμυρίων στοχαστών, λογοτεχνών, ποιητών, φιλοσόφων, επιστημόνων και ερευνητών. Και καθώς τα κάνεις όλα αυτά, την ίδια ακριβώς ιστορική στιγμή, να σου λένε από παντού ότι δεν έχεις μέλλον ή ότι το μέλλον της γενιάς σου είναι υποθηκευμένο ή ότι το μέλλον το έχουν αγοράσει οι παγκόσμιοι έμποροι και καλά θα κάνεις να βρίσκεσαι και συ μαζί τους.
Όμως αυτή η έννοια της ελευθερίας, που υπηρετείται ακόμα στο ελληνικό δημόσιο Πανεπιστήμιο, είναι απτή και αναγνωρίσιμη, σε στριμώχνει, σε σμιλεύει, σου ανοίγει το μυαλό και τα μάτια, έτσι που να μπορεί ο νέος κυρίως άνθρωπος να την αναγνωρίζει, να νιώθει την έλλειψή της και να είναι σε θέση να την υπερασπιστεί, όχι σαν κάτι αφηρημένο και απολιθωμένο στο χρόνο, αλλά σαν συστατικό κομμάτι της ατομικής και της συλλογικής ιστορικής του ύπαρξης.
Και να νιώθει έτσι, ότι αυτή η έννοια της ελευθερίας αποκτά το πλήρες ειδικό της βάρος εδώ, σε τούτη την λαμπρή και κουρελιασμένη χώρα, που την διασχίζουν κάθε λογής ειδικοί.
Πού να φύγουμε να πάμε; Ποιό εισιτήριο θα βρεθεί, να μας πάρει μακριά από εδώ;
Στο τέλος της διαδικασίας, έμαθα ότι οι αξιολογητές είπαν, "Το τμήμα σας είναι πολύ καλύτερο από πολλά δικά μας στην Ευρώπη".
Κάτι που εμείς το ξέραμε ήδη, αλλά δεν τολμάμε να το ομολογήσουμε ο ένας στον άλλο κι όλοι μαζί σε αυτή την κοινωνία που βουλιάζει στην αναξιότητα των "αξιολογητών" της, ή, για να θυμηθούμε τον αλεξανδρινό, στην πολυπραγμοσύνη των "αναμορφωτών" της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου