Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Σεπτέμβριος, 2013

_δεν γίνεται

Π ώς γίνεται να σε χάσω; Δεν μπορείς να χάσεις κάτι που δεν είχες ποτέ. Για να σου δώσω να καταλάβεις θα χρησιμοποιήσω ένα μικρό παράδειγμα. Ας υποθέσουμε έναν ψαρά που κάθε τόσο βγαίνει με τη βάρκα του στ' ανοιχτά, για ψάρεμα. Υπάρχουν όμως και μέρες που η θάλασσα είναι τόσο φουρτουνιασμένη που κανείς δεν θα τολμούσε να βγει, με τέτοιο καιρό, για να ψαρέψει. Θα μπορούσε ποτέ να πει ο ψαράς :  " Αχ! σήμερα έχασα τα ψάρια μου"; Νομίζω πως όχι. Το πολύ που θα έλεγε πίνοντας το τσιπουράκι του στο καφενείο που συχνάζει είναι  " Δεν είναι για ψάρεμα σήμερα, παιδιά!". Έτσι κι εγώ. Δεν γίνεται να σε χάσω. Θα πω μόνο  "Τι παλιόκαιρος!".

_οι ήττες είναι από φώσφορο

Β ραδιάζει νωρίς, τέλος Σεπτέμβρη. Δεν ανοίγω τα φώτα. Παραμένω στο σκοτάδι και φέγγουν μόνο οι ήττες μου. Οι ήττες είναι από φώσφορο.  Στο πατρικό μου σπίτι είχαμε ένα τέτοιο αγαλματάκι από φώσφορο "Η Ψυχή κι ο Έρωτας" . Αυτό το γνωστό αγαλματάκι που η ψυχή αγκαλιάζει τον έρωτα και κρέμεται από τον λαιμό του. Μου φαινόταν τόσο περίεργο όταν, όλα τα άλλα αντικείμενα στο δωμάτιο χάνονταν μόλις έσβηνε το φως του διαδρόμου -κάπου εκεί ανάμεσα σε διάδρομο και σαλόνι κοιμόμασταν- αυτό το αγαλματάκι που στο φως της ημέρας ήταν σχεδόν αδιάφορο, στο σκοτάδι αποκτούσε μια μαγική δύναμη που σε αιχμαλώτιζε.  Οι ήττες είναι από φώσφορο. Σ' αιχμαλωτίζουν.  Ατελείωτες ήττες, συνεχόμενες η μια πίσω από την άλλη, σαν στρατιωτάκια παιδικού παιχνιδιού, σαν αγαλματάκια που πουλάνε στα πανηγύρια ή σαν τα "Κεριά" του Καβάφη.  Τις βλέπω μια μια.  Όλες μέχρι και τούτες τις μεγάλες, τις τελευταίες, τις πιο γλυκές, τις πιο πικρές, τις πιο αγαπημένες.  Άλλοι  

_η ασχήμια που ενεδρεύει να με καταβροχθίσει*

Σ το διαδίκτυο κυκλοφορούν σαν ενημέρωση, σαν τεκμήρια ή σαν «για να ξέρουμε τι γίνεται» τα βίντεο από συμπλοκές των φασιστικών ομάδων της Χρυσής Αυγής με αντίπαλες ομάδες, υπό τα βλέμματα των ΜΑΤ.  Το τοπίο είναι το νυχτερινό της Αθήνας, ένα άρρωστο πορτοκαλί φως στους δρόμους που άδειασαν, η διαγραμμισμένη  άσφαλτος που στρώνει απ’ άκρη σ’ άκρη την πόλη, υψωμένες οι  πολυκατοικίες του κέντρου, κάδοι ανάποδα, σκουπίδια τριγύρω, μικρές φωτιές εδώ κι εκεί. Τι πόλη! Τι εικόνα! Τι άνθρωποι!   Τι ενημέρωση ! Πόσο εύγλωττη είναι μέσα στις φωνές  που δεν καταλαβαίνεις τι λένε.  Ναι έτσι, σαν  ενημέρωση έρχεται όλη η ασχήμια και με συναντάει, εμφανίζεται όλη η κακοποίηση των ζωών μας μπροστά στα μάτια μου, τρυπάνε τ’ αυτιά μου  τα αιχμηρά λόγια τους που ακούω. Βλέπω την ένταση στα σώματά τους, πώς προχωρούν, πώς σκύβουν για να πετάξουν μια πέτρα, πώς τρέχουν, πώς κουνούν απειλητικά τα χέρια τους, πώς χειρονομούν χυδαία,  πώς σφίγγουν τις γροθιές τους. Το μίσος και η ασχήμια αχνίζουν

_καθημερινές συναντήσεις

Κ αθημερινά, αντιμετωπίζω τους ανθρώπους που περνάνε από μπροστά μου,  μ' ένα χαμόγελο συγκαταβατικό, κουνώντας δυο τρεις φορές το κεφάλι, ή σε άλλες περιπτώσεις το χέρι μου. Αποφεύγω πλέον τις διαχυτικές εκδηλώσεις. Να! ένας άνθρωπος, λέω. Να, κι άλλος ένας. Κι άλλος. Κι αυτός εκεί ο ζωηρούλης κι ο άλλος με τα μελαγχολικά ποιητικά μάτια. Άνθρωποι είναι όλοι. Βέβαια, αυτή η έλλειψη διαχυτικότητας από μεριάς μου, μπορεί να ερμηνευτεί ως μια τάχα υπεροψία μου. Οι ερμηνείες που έδιναν οι άνθρωποι  ήταν πάντα το πιο δυνατό χαρακτηριστικό τους.  Ναι, έτσι θα είναι! Θα με λένε υπεροπτικό τύπο, ακατάδεκτο και θα με κουτσομπολεύουν. Εγώ όμως απλώς τους χαιρετώ κι έτσι περνάνε πιο εύκολα οι άνθρωποι από μπροστά μου. Και τον καιρό, κάθε μέρα που περνά, έτσι τον αντιμετωπίζω πλέον, μ' ένα νεύμα πικρό και ξεροκαταπίνω. Ναι, έτσι θα είναι! Υπεροψία θα πεις; Μπορεί! Το σίγουρο είναι ότι έτσι περνάει  πιο εύκολα ο καιρός από τους δρόμους που  διαβαίνω, όπως ακρ

_διαθεσιμότητα ή προς μια άλλη κοινότητα

Νιώθω ν’ ανήκω κι εγώ εκεί… Είμαι κι εγώ μαζί τους.      Έχω πολλούς φίλους εκπαιδευτικούς,   ένα παιδί μου είναι  μαθήτρια στην μέση εκπαίδευση και επιπλέον, εγώ   -ευτυχώς - σπουδάζω ακόμη σ’ αυτό το κατατρεγμένο και πολύπαθο δημόσιο ελληνικό πανεπιστήμιο και είθε να σπουδάζω  για όσα χρόνια μου μέλλεται να ζήσω και για όσο υπάρχει ακόμα  ελληνικό και δημόσιο  πανεπιστήμιο. Από αυτή τη θέση θα μιλήσω. Από την θέση του ανθρώπου που ανήκει στην  «κοινότητα».   Για να συνεννοηθούμε όμως,  όταν εγώ λέω «κοινότητα», δεν εννοώ αυτό που τετριμμένα αποκαλείται «εκπαιδευτική κοινότητα»  κι εκεί μέσα χωράνε όλοι, με τον τρόπο του αχταρμά. Μ’ αυτόν, τον τρόπο του αχταρμά χωράνε : - Ο Υπουργός παιδείας, ο νυν και όσοι πέρασαν από εκεί: ΓΑΠ, Διαμαντοπούλου και άλλοι – που δυσκολεύομαι τώρα να θυμηθώ  συν το ότι  βαριέμαι να ανατρέξω στο  google  για να τους φρεσκάρω στη μνήμη μου – πάντως ήταν αναμορφωτές και καινοτόμοι. Έτσι δεν έλεγαν όλοι κάθε φορά που κατέθετα

_σκέψεις για το 1ο Διεθνές Φεστιβάλ Ποίησης

 Εν έτει 2013 στην Αθήνα   η  Ποίηση ή θα  ' ναι κατακραυ γή ή τίποτα Καλά είναι τα Φεστιβάλ και τα Συνέδρια, μάλιστα όταν είναι "παγκόσμια" και "διεθνή" ακόμα καλύτερα.  Πόσο μάλιστα όταν αφορούν την Ποίηση και την Φιλοσοφία.  Αγγίζει δε την τελειότητα όταν τα παγκόσμια αυτά γεγονότα γίνονται στην κοιτίδα του πολιτισμού και της φιλοσοφίας, στην Αθήνα.  Οι ποιητές να κάνουν ποίηση και οι φιλόσοφοι να κάνουν φιλοσοφία.  Ναι, θα ήταν τέλειο... Όταν όμως .... Τα μέτρα της κυβέρνησης   κλείνουν τα Πανεπιστήμια της χώρας.  Όταν  είναι μισόκλειστα τα σχολεία. Όταν η Χρυσή Αυγή δολοφονεί έναν άντρα, μουσικό,  34 χρονών. Όταν μια χώρα βυθίζεται στην βαρβαρότητα.  Όταν μια απεργία λήγει.  Όταν η ΔΕΗ  κόβει το ηλεκτρικό. Όταν οι άνθρωποι αυτοκτονούν.  Όταν η ανεργία φτάνει στο 30%. Όταν το εισιτήριο για μια επίσκεψη στο δημόσιο Νοσοκομείο είναι όσο ένα μεροκάματο και ο υπουργός Υγείας κ. Άδωνις Γεωργιάδης διαβεβαιώνει το Γερμανικό λό

_σκέψεις για μια ανάρμοστη ημέρα

Η πρώτη μέρα στο σχολείο. Μια ωραία ημέρα.  Υπάρχει μια πρωινή φρεσκάδα εκεί. Υπάρχει φως Σεπτέμβρη, κάτι το νιογέννητο. Μια άκαμπτη υπόσχεση. Την βλέπεις μπροστά σου να μισοκρύβεται στα μαλλιά των ωραίων της τάξης, να παίζει μπουνιές  φιλίας, να στέκεται δίπλα στα γράφιτι σε μια απόλυτη αρμονία με τα χρώματα και τα συνθήματα. Την ακούς στο κουδούνι, στο χάχανο, στο "σώσον Κύριε τον λαό Σου και ευλόγησον την κληρονομία  Σου". Τη νιώθεις φιλότιμα να προσπαθεί να κάνει "ησυχία επιτέλους" και να μην τα καταφέρνει... Είναι ωραίο να πηγαίνεις πρώτη μέρα στο σχολείο! Μόνο και μόνο για τούτη την άκαμπτη υπόσχεση.  Τι ανάρμοστα λόγια, λέω πάλι!... Η κανονικότητα του ελληνικού σχολείου επιβάλλει να υπάρχουν μόνο προβλήματα. Όλοι νιώθουν υποχρεωμένοι να μιλήσουν μόνο γι' αυτά. Ο διευθυντής, η κυρία πρόεδρος του Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων, ένας εκπρόσωπος ενός κάτι που δεν κατάλαβα, ακόμα κι ο παπάς της ενορίας.  Προβλήματα κάλυψης κενών θέσεων,

_μια συνάντηση με τον γιατρό μου

«Το βασικό είναι να νιώσεις εσύ καλύτερα», έτσι άκουσα τον γιατρό να μου λέει. Λογικό μου φάνηκε. Από τους γιατρούς ακούς λογικά πράγματα. Γι’αυτό εξάλλου έχουν τόση πέραση τα λόγια τους. Περισσότερο από των δασκάλων φερ’ειπείν, ασφαλώς περισσότερο  από των πολιτικών, ίσως και από των δημοσιογράφων. Απέναντι σε μια τόσο λογική πρόταση, τι να αντιτάξει κανείς; Μια ενδεχόμενη άρνηση της πρότασης αυτής θα σήμαινε αμφισβήτηση των θεμελίων του ωφελιμισμού σε προσωπικό επίπεδο. Θα σήμαινε, ότι «όχι, εγώ δεν θέλω, δεν ενδιαφέρομαι να νιώσω καλύτερα». Θα σήμαινε, ότι εγώ θέλω μόνο να νιώθω. Χωρίς προεκτάσεις επί τω χείρω ή τω βέλτιστω. Άκρως ακατανόητη τοποθέτηση. Αρκετή για να σε εκσφενδονίσει πέρα από ό,τι είναι κυρίαρχα παραδεκτό στον κόσμο τούτο. Σε καθιστά αυτομάτως επίφοβο όχι μόνο για τον εαυτό σου αλλά και γι’ αυτή ταύτη την διασάλευση της κοινωνικής τάξης ακόμα και της δημοκρατικής νομιμότητας, όπως θα προσπαθήσω να δείξω. Αναφέρομαι στην αβασάνιστη, στην κοινοτυπία

_η κλωστή

Ε ίναι σαν την κλωστή ενός κουβαριού. Δεν έχει σημασία το χρώμα. Μπορεί να είναι άσπρη κλωστή ή μαύρη κλωστή.  Μπορεί να είναι απροσδιόριστου χρώματος. Χα! Παλιά έφτιαχναν καινούργια κουβάρια από κλωστές παλιών ρούχων που ξήλωνανε. Ναι,ναι!!  Παρδαλά κουβάρια. Κομποδεμένα, ματισμένα.... Κουβάρια υπάρχουν πολλά και κλωστές πολλώ λογιώ. Χοντρές, λεπτές, βαμβακερές, μεταξωτές, δίκλωνες, τρίκλωνες, πολύκλωνες, χρυσόκλωνες... θα έλεγα πως κάποιες τραγουδάνε κιόλας... αλλά δεν θα με πιστεύατε.  Ας κρατήσετε λοιπόν κάτι που νομίζω ότι έχει ένα κάποιο ενδιαφέρον : Σε ένα κουβάρι, κατ' επέκταση σε μια κλωστή, αυτό που κοιτάμε, είναι να υπάρχει συνέχεια. Να να μην κόβεται.  Να ξετυλίγεται ομαλά, να μην έχει γρόμπους, κόμπους, μπερδέματα. Να μην αδυνατίζει και σπάσει και κοπεί. Είναι σάπιες αυτές οι κλωστές.  Να υπάρχει συνέχεια. Όχι κενά διαστήματα.   Χειρότερο και από μια μαύρη κλωστή, από μια παρδαλή κλωστή, από μια κλωστή γελοία,  είναι να μην υπάρχει καθόλου κλωστή.  Αυ

_σκέψεις για την κατάσταση του μέσου Έλληνα ανθρώπου

Είναι μια κατάσταση δουλείας. Εγώ, έτσι μπορώ να καταλάβω εκείνη τη γυναίκα που, σε μια πρόσφατη δημόσια συζήτηση, αναρωτήθηκε «πόσο οδυνηρό είναι…;» και μετά κάπου έχασε το νήμα της σκέψης της και μπερδεύτηκε…. οι περισσότεροι δεν μπόρεσαν να την παρακολουθήσουν κι αυτή σα να κατάλαβε την αδυναμία της και την εξάντληση της υπομονής του ακροατηρίου,  μετά από λίγο σταμάτησε να μιλάει. Αναρωτήθηκε με έναν τρόπο συγκεχυμένο και ασαφή, θα τον ονομάσω «τον τρόπο των δούλων». Είναι ένας διαφορετικός τρόπος αυτός. Δεν εστιάζει κάπου, δεν ξέρει γιατί οδύρεται. Δεν ξέρει από πού να πιάσει την οδύνη. Πώς να την εξηγήσει. Είναι όλος μια οδύνη. Πώς να μιλήσεις για κάτι που είσαι εσύ ο ίδιος; Πώς να βρεις λόγια για να εκφράσεις αυτό που είσαι ολόκληρος εσύ και δεν σου αφήνει χώρο για σκέψη; Πρέπει να βγεις λίγο έξω και λίγο πιο πέρα ή λίγο πιο πάνω, να αφήσεις ένα μεσοδιάστημα, εκείνο το μεσοδιάστημα που έρχονται και μεσολαβούν οι λέξεις και μπορούν έτσι να εκφράζουν τα νοήματα.  

_ιστοριούλα

Είμαι δακτυλογράφος. Εδώ και περίπου 30 χρόνια, στην ίδια πόλη, δακτυλογραφώ κείμενα διαφόρων, ήτοι διάφορα κείμενα. Λεφτά δεν έχω βγάλει. Το ψωμί μου βγάζω, και μην πιστεύετε τις ιστορίες για σέξυ δακτυλογράφους που τα φτιάξανε με τ’ αφεντικά τους και τους έφαγαν περιουσίες στα μπουζούκια και στα καζίνο. Μύθοι του επαγγέλματος. Ποιο επάγγελμα δεν έχει τους δικούς του μύθους ; π.χ. αεροσυνοδός, γιατρός κλπ. Ασκώ το επάγγελμα ελεύθερα, δηλαδή δεν έχω ένα συγκεκριμένο αφεντικό. Θα μου άρεσε να το ασκώ και υπαίθρια, όπως παλιά οι λούστροι, μ’ ένα κασελάκι, σε μια πλατεία ή σε πολυσύχναστο δρόμο. Αντί για κασελάκι  θα είχα ένα τραπεζάκι, μια καρέκλα, την  γραφομηχανή και τα χαρτιά μου. Στο τέλος τραβώντας το ωραιοδακτυλογραφημένο χαρτί, θα έλεγα «με τις υγείες σας» και οι πελάτες καμαρώνοντας εμφανώς τα γραφόμενά τους,  θα μου έριχναν το αντίτιμο της εργασίας μου σ’ ένα τενεκεδάκι. Έτσι τα έχω σκεφτεί. Τα κείμενα.   Λένε ότι από τα παπούτσια που φοράει, καταλαβαίνεις τι άν