Hannah Arendt
Η Χάνα Άρεντ γεννήθηκε
το 1906 από κοσμική γερμανοεβραϊκή οικογένεια στην πόλη Λίντεν και μεγάλωσε στο Καίνιξμπεργκ και στο Βερολίνο.
Σπούδασε φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Μάρμπουργκ υπό τον γερμανό φιλόσοφο Μάρτιν Χάιντεγκερ (1889-1976) με τον οποίο είχε μια μακρόχρονη
θυελλώδη ερωτική σχέση, για την οποία αργότερα τής ασκήθηκε κριτική
εξαιτίας της υποστήριξης του Χάιντεγκερ προς το ναζιστικό κόμμα, ενόσω ήταν
πρύτανης στο πανεπιστήμιο του Φράιμπουργκ. Αργότερα μετέβη στην Χαϊδελβέργη
όπου, υπό την επίβλεψη του υπαρξιστή φιλοσόφου Καρλ Γιάσπερς, (1883 - 1969) συνέγραψε
την διατριβή της σχετικά με την έννοια της αγάπης στην σκέψη του Αγίου
Αυγουστίνου. Παντρεύτηκε τον Γκύντερ Στερν, μετέπειτα γνωστό ως Günther Anders,
το 1929 και αργότερα
τον μαρξιστή Heirich Blücher, ο οποίος υπήρξε για πολλά χρόνια σύντροφός της
και επηρέασε καταλυτικά τον πολιτικό της στοχασμό.Με την άνοδο του Ναζισμού κατέφυγε
στη Γαλλία και μετά την εισβολή
των Γερμανών στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, όπου ασχολήθηκε με την πανεπιστημιακή
διδασκαλία και την συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων.
Πέθανε το 1975 σε ηλικία 69 ετών.
Θεωρείται η σημαντικότερη
πολιτική φιλόσοφος του 20ου αιώνα, έγραψε πολλά έργα πολιτικής
φιλοσοφίας σχετικά με τον ολοκληρωτισμό και τον αντισημιτισμό, καθώς και
μελέτες για το εβραϊκό Ολοκαύτωμα, ιστορική έχει μείνει η κάλυψη της δίκης του
Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ τόσο για την έννοια της κοινοτυπίας του κακού, όσο και
για τις θύελλες διαμαρτυριών που ξεσήκωσε
το ολοκληρωτικό σύστημα
H Χάνα Άρεντ στο έργο της «Οι απαρχές του Ολοκληρωτισμού» (Νέα Υόρκη, 1951), στην προσπάθειά της να φωτίσει όλες τις σκοτεινές πλευρές της αποτρόπαιης Ευρωπαϊκής ιστορίας τον 20ο αιώνα, προσκομίζει την πολύ ενδιαφέρουσα ιδέα του «περιττού ανθρώπου», την οποία συνδέει με τα Ολοκληρωτικά καθεστώτα.Ηannah Arendt, To Ολοκληρωτικό Σύστημα, εκδ. Ευρύαλος |
-
Μήπως όλοι οι άνθρωποι είναι περιττοί;
-
Συναντάμε «περιττούς» ανθρώπους μόνο στα πεδία των αιματηρών πολέμων ως νεκρούς,
μόνο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ως Εβραίους ή κομμουνιστές, μόνο στα ψυχιατρικά
άσυλα ως φρενοβλαβείς, μόνο στις φυλακές ως εγκληματίες ή μήπως πρέπει να διευρύνουμε αυτή την έννοια έτσι που
το επίθετο περιττός – η –ο να αφορά
και σε κάποιες ιδιαίτερες, πιο εκλεπτυσμένες λειτουργίες των ανθρώπων και όχι τόσο
στα ίδια τα σώματα;
Αυτά
τα ερωτήματα θα προσπαθήσουμε μέσα από τον φιλοσοφικό – πολιτικό στοχασμό της Άρεντ
να συναντήσουμε.
Ένας,
όχι τόσο κεντρικός -η αλήθεια είναι- «κακός» της ελληνικής μυθολογίας είναι ο Προκρούστης. Ο μύθος του λέει ότι το λημέρι
του ήταν στην περιοχή των Μεγάρων στο δρόμο για την Αθήνα κι ανάγκαζε κάθε
διαβάτη να ξαπλώσει σε ένα σιδερένιο κρεβάτι, γνωστό ως Προκρούστειος κλίνη. Αν το θύμα
ήταν ψηλό κι εξείχε από το κρεβάτι, ο Προκρούστης έκοβε το περίσσιο τμήμα του
σώματός του. Αντιθέτως, αν το θύμα ήταν πιο κοντό, τότε τραβούσε τα άκρα του
μέχρι να φτάσουν στο μήκος του κρεβατιού. Οι διαστάσεις του κρεβατιού δεν άλλαζαν. Τον Προκρούστη σκότωσε ο Θησέας με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιούσε για να "μετράει" τα θύματά του, του έκοψε το κεφάλι και τα πόδια στην προκρούστεια κλίνη του.
Ο
μύθος αυτός, με την απεικονιστική του δύναμη, μας βοηθάει, νομίζω με τον καλύτερο
τρόπο να καταλάβουμε πώς η Άρεντ εννοεί τον ολοκληρωτισμό.
Ο
Ολοκληρωτισμός, απλώνεται σε μια περιοχή μετά το τέλος της αστικής εποχής. Το κίνητρο
δεν είναι πλέον το κέρδος ούτε η αγάπη για την εξουσία αλλά η τυφλή αφοσίωση σε
μια λογική υπερ-δομή.
Η
λογική υπερ-δομή μπορεί να έχει την αφετηρία της στην βασική σχάση του ανθρώπου
και την αποξένωσή του από την εργατική του δύναμη (αφηρημένη εργασία)
που συντελέστηκε και ολοκληρώθηκε κατά την βιομηχανική εποχή, αλλά πλέον φέρει
χαρακτηριστικά ενός λογικού συστήματος υπερ-σημασίας.
Τα
πάντα επισκιάζονται από αυτή την υπερ-σημασία η οποία βρίσκεται στην βάση κάθε
ιδεολογίας/ «-ισμού» και υποτάσσονται σ’ αυτήν.
Μέσα
στη λογική υπερ-δομή όλα συμβαίνουν κατά τον ιδανικότερο τρόπο που είναι και
αναγκαίος. Είναι αναπόδραστος και παρέχει την τέλεια εικόνα και εξήγηση του κόσμου. Επομένως οι "άλλοι" δεν γίνονται αντιληπτοί ως συνδημιουργοί του κόσμου ή του νοήματός του. Δεν έχουν να συνεισφέρουν τίποτα παρά μόνο σύγχυση και νόθευση της καθαρότητας της υπερ-σημασίας. Για το λόγο αυτό οτιδήποτε "καλό" μπορεί να γίνει μόνο εντός του ολοκληρωτικού συστήματος. Ό,τι δεν αναγνωρίζεται ως όμοιο αποτελεί μίασμα, σφαλερό και ταραχοποιό.
Η
πραγματικότητα, έτσι όπως εμφανίζεται ποικιλόμορφη, αντιφατική και απρόβλεπτη,
δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη.
Αντίθετα
όμως, απ’ ότι θα νόμιζε κανείς, η περιφρόνηση
της πραγματικότητας, δεν συνιστά στοιχείο επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας
ούτε και ένδειξη της ανεξαρτησίας του ανθρώπου να δρα απρόβλεπτα και ελεύθερα. Εδώ,
στο ολοκληρωτικό σύστημα, η πραγματικότητα θεωρείται εμπόδιο και πρέπει να
παραμεριστεί καθόσον αυτή απειλεί την συνοχή και την δύναμη της λογικής δομής
του συστήματος. Άνθρωποι σώφρονες, ηγέτες κοινοβουλίων, αρχηγοί στρατευμάτων, επιστήμονες έχουν εισδύσει, βρίσκονται ήδη στον κόσμο της παράνοιας.
ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ, Έκθεση για την κοινοτυπία του κακού
Ηannah Arendt, Ο Αίχμαν στην Ιερουσαλήμ, εκδ. Νησίδες, 2009 |
Με
αυτή την περιγραφή, η Αρεντ εξηγεί πώς μπόρεσε ένα ολόκληρο έθνος - και μαζί μ’αυτό όλη η πολιτισμένη Ευρώπη του 20ου αιώνα -
να εμπλακεί στα δίκτυα του φασισμού και να εξοντώσει ψυχρά εκατομμύρια ανθρώπων.
Μέσα
στα εργαστήρια της φρίκης δοκιμάζεται η μεταμόρφωση του ανθρώπου, καθώς εχθρός του ολοκληρωτικού συστήματος είναι η ανθρώπινη
φύση που δεν μπορεί να ταξινομηθεί κατά ένα συγκεκριμένο ιδεατό πρότυπο.
Το
μέγεθος της ασύλληπτης θηριωδίας, με τις διαστάσεις που έλαβε, δεν μπορεί να
συγκριθεί με καμία άλλη στην ανθρώπινη ιστορία, όχι μόνο αριθμητικά αλλά κυρίως
όσον αφορά τον στόχο.
Στόχος
ήταν να δειχθεί ότι όλα είναι δυνατά, τα πάντα μπορεί να συμβούν κατά ένα ελεγχόμενο
τρόπο μέσα σε μια λογική δομή, όταν αυτή μεταφέρεται στην ζώσα πραγματικότητα
των ανθρώπων.
Ό,τι
αποδίδεται στον Θεό από τον Ευαγγελιστή «τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά
τω Θεώ εστίν» (Κατά
Λουκάν Ευαγγέλιον: Ιη. 18 – 27) πλέον μπορεί να προβλεφθεί και να σχεδιαστεί από το ολοκληρωτικό λογικό σύστημα.
Μέσα
σ’ αυτό τα πάντα μπορούν να καταστραφούν και όλοι οι άνθρωποι να καταστούν
περιττοί.
Όταν
τα ολοκληρωτικά καθεστώτα έφτασαν στο σημείο αυτό και μετά την πτώση τους, οι άνθρωποι ανακάλυψαν ότι
υπάρχει ένα όριο το οποίο είχε υπερβαθεί.
Ότι
το ανθρώπινο γένος - είδος, δεν μπορεί ούτε να κατανοήσει, ούτε να συγχωρήσει, ή έστω να
τιμωρήσει τέτοια εγκλήματα. Αγγίχθηκε μ’ κάποιο τρόπο το όριο του απόλυτου κακού.
Το
απόλυτο ή ριζικό κακό εμφανίστηκε δια μέσου ενός συστήματος το οποίο δεν είχε
ανάγκη από διεστραμμένους δολοφόνους, από μοχθηρούς ή σατανικούς ανθρώπους.
Υπήρχε
ανάγκη μόνο από μια στρατιά λογικών ανθρώπων, μέτριας ευφυίας, ασήμαντους
καθημερινούς τύπους, όπως ο Αντολφ Άιχμαν, οι οποίοι στερήθηκαν δύο βασικών τους ιδιοτήτων που τους καθιστά ανθρώπινους: της φαντασίας και της κριτικής σκέψης. Να μπορούν δηλ. με τη δύναμη της φαντασίας να νιώθουν, σαν κυνηγημένοι
Εβραίοι, σαν τρόφιμοι φυλακών, σαν μελλοθάνατοι στο απόσπασμα, σαν πειραματόζωα
στο εργαστήριο.
Αυτή
η τρομερή δύναμη της φαντασίας, που μπορούν μόνο οι άνθρωποι να διαθέτουν για να είναι σε θέση να συναισθάνονται και να δημιουργούν, μέσα στο σύστημα
εξουσίας και καθήκοντος που υπηρετούσε ο Αϊχμαν, δεν είχε θέση.
Ασφαλώς ούτε η κριτική σκέψη θα μπορούσε να ευνοηθεί, καθώς η ιεραρχική δομή που όλα τα ολοκληρωτικά συστήματα διαθέτουν δεν αφήνει χώρο για καμία αμφισβήτηση ή έστω δισταγμό, αφού όλοι παρανοϊκά παρακολουθούνται και παρακολουθούν για να αποφευχθεί η οποιαδήποτε παρέκκλιση.
Ασφαλώς ούτε η κριτική σκέψη θα μπορούσε να ευνοηθεί, καθώς η ιεραρχική δομή που όλα τα ολοκληρωτικά συστήματα διαθέτουν δεν αφήνει χώρο για καμία αμφισβήτηση ή έστω δισταγμό, αφού όλοι παρανοϊκά παρακολουθούνται και παρακολουθούν για να αποφευχθεί η οποιαδήποτε παρέκκλιση.
Ο Άιχμαν, την δίκη του οποίου παρακολούθησε η
Αρεντ στην Ιερουσαλήμ, ήταν ένας από αυτούς. Στην δίκη του δήλωσε ότι δεν ένιωθε
ούτε καν μίσος εναντίον αυτών που έστελνε κατά χιλιάδες καθημερινά στο θάνατο,
έπαιρνε μέρος σ’ ένα πρόγραμμα.
«Το πρόβλημα με τον Άιχμαν ήταν ότι υπήρχαν πολλοί σαν κι αυτόν και ότι
οι περισσότεροι δεν ήταν διεστραμμένοι ούτε σαδιστές, αλλά ήταν, και
εξακολουθούν να είναι φοβερά και τρομερά φυσιολογικοί» (σελ. 230).
Το
απόλυτο ή ριζικό κακό μετασχηματίζεται σε κοινότυπο κακό, σε κάτι που όλοι είναι σε θέση δυνάμει να πράξουν εάν έχουν μεταβληθεί - τακτοποιηθεί σε μέρη ενός λογικού συστήματος,
εάν έχουν γίνει μια ομοιόμορφη φυσιολογικότατη μάζα.
Για το ολοκληρωτικό σύστημα αλλά και για το μπολσεβίκικο κόμμα όπως αυτό έδρασε στο σταλινικό καθεστώς, ο Άιχμαν και χιλιάδες άλλοι σαν αυτόν, ήταν ήδη περιττοί και ως περιττοί ήταν πεθαμένοι, ως πεθαμένοι μπορούσαν να σπέρνουν τον θάνατο και μπορούσαν να αντικαθίστανται από άλλους όμοιους νεκρούς ανθρώπους.
Για το ολοκληρωτικό σύστημα αλλά και για το μπολσεβίκικο κόμμα όπως αυτό έδρασε στο σταλινικό καθεστώς, ο Άιχμαν και χιλιάδες άλλοι σαν αυτόν, ήταν ήδη περιττοί και ως περιττοί ήταν πεθαμένοι, ως πεθαμένοι μπορούσαν να σπέρνουν τον θάνατο και μπορούσαν να αντικαθίστανται από άλλους όμοιους νεκρούς ανθρώπους.
Σήμερα
απέναντι στην ανθρωπότητα βρίσκεται και πάλι ένα υπερ-λογικό σύστημα οικονομικής
ταξινόμησης και προτεραιοτήτων, είναι οι Παγκόσμιες Αγορές και οι νόμοι τους και
ο μέσος άνθρωπος πείθεται ότι δεν μπορεί να παρεκκλίνει από αυτή τη νομοτέλεια
ούτε να αξιώσει τον έλεγχό τους ή τον μετριασμό των επιθυμιών τους, καθότι αυτές
είναι παντοδύναμες, όπως δείχνουν οι μετρήσεις, οι στατιστικές και συμφωνούν οι
οικονομολόγοι.
Έτσι
διαμορφώνεται ένας κοινός τρόπος σκέψης που δεν διαφοροποιείται και δεν αξιώνει τίποτα περισσότερο ή ιδιαίτερο
από τον εαυτό του πέρα από αυτό που του υπαγορεύουν τα μμε, η μαζική υστερία
της κατανάλωσης και ο φόβος του οικονομικού αφανισμού. Σχηματίζεται έτσι ένας μαζάνθρωπος, χωρίς δημιουργικές ικανότητες, χωρίς κριτική ικανότητα -αυτά πλέον θεωρούνται περιττά- και με
μοναδικό στόχο, συνειδητά ή μη-συνειδητά, από εξουσιαζόμενος να γίνει
εξουσιαστής (βλ. άνοδος του φασισμού στη χώρα μας).
Ο μύθος μας προειδοποιεί και η Ιστορία επιβεβαιώνει ότι όταν η ανθρώπινη κατάσταση - πραγματικότητα παραβιάζεται, είτε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας του Υπερανθρώπου, όπου όλα είναι δυνατά, είτε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας του Μαζανθρώπου, όπου τίποτε δεν είναι δυνατό, το κακό είναι δυνατό και έχει ήδη εγκατασταθεί ανάμεσά μας.
"Ό,τι αποδίδεται στον Θεό από τον Ευαγγελιστή «τα αδύνατα παρά ανθρώποις, δυνατά παρά τω Θεώ εστίν» (Κατά Λουκάν Ευαγγέλιον: Ιη. 18 – 27) πλέον μπορεί να προβλεφθεί και να σχεδιαστεί από το ολοκληρωτικό λογικό σύστημα".
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ.
ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΓΟΡΙΘΜΟΥΣ ΤΩΡΑ, ΟΛΑ ΘΑ ΠΡΟΒΛΕΠΟΝΤΑΙ, ΟΛΑ ΘΑ ΠΡΟΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΙ
ΚΑΙ ΟΛΑ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΘΑ ΕΛΕΓΧΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΟΡΘΟΤΗΤΑΣ.