Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Οκτώβριος, 2014

_Χρόνης Μίσσιος:"είμαστε εντάξει ρε μάγκα, πάμε"

Δηλαδή αν αυτή τη στιγμή ανατρεπόταν αυτή η κυβέρνηση, η λεγόμενη κυβέρνηση, τι θα προκύψει; Άλλη μια κυβέρνηση με τα ίδια πάλι, με το ίδιο στήσιμο, με τα ίδια πράγματα; Εγώ βρίσκομαι στην άλλη όχθη! Δεν γουστάρω αυτό το σύστημα, δεν γουστάρω καπιταλισμό, δεν γουστάρω νεοφιλελευθερισμό, δε γουστάρω συγκεντρωτισμό, δε γουστάρω αυτά τα πράγματα! Θέλω μικρές κοινότητες, αυτόνομες, σε ανθρώπινα μέτρα να μπορέσουμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι. Έχω μια άλλη λογική, μια άλλη αντίληψη για το πώς οργανώνεται η κοινωνία. Ξέρω πια τι σημαίνει πολιτική. Δεν γίνεται. Κατ' αρχήν στην Ελλάδα δεν έχουμε το στοιχειώδες. Δεν έχουμε έναν στοιχειώδη πολιτικό πολιτισμό, γιατί αυτά τα καθίκια δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους. Η πατρίδα κινδυνεύει, η πατρίδα βουλιάζει, και πολεμάν σαν κατίνες ο ένας τον άλλον, εσύ έκανες εκείνο στο αυτό κι εσύ έκανες το άλλο. Δεν έχουν την παλικαριά, την εντιμότητα να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να αφήσουν τις κατινιές στην άκρη και να κουβεντιάσουν. Είναι

_γιατί γράφουμε;

Κάποτε, πριν από λίγο καιρό, είχα μια απάντηση στο ερώτημα "γιατί γράφω"...  Ελέγχω τον εαυτό μου.... και βρίσκω ότι δεν έχω λόγο να γράφω πιά...  Γράφουμε σήμερα οι άνθρωποι, σε ιστολόγια κάνοντας σχόλια, απαντούμε, ξαναγράφουμε, ξαναπαντούμε...  γράφουμε στο facebook και αλλού θαρρείς παρασυρμένοι από ένα χείμμαρο, σαν αυτόν που έπνιξε την Αθήνα... Παρασυρμένοι μαζί με νεκρά ζώα, ντουλάπες, ψυγεία, ξύλα, παλιούς καναπέδες, άχρηστα πράγματα, άχρηστοι και οι λόγοι μας, κάτι που κάπου ακούσαμε, κάτι που θεωρούμε άξιο λόγου.... πλημμυροπαθείς... εγωπαθείς και αυτάρεσκοι. Τι νόημα έχει να γράφεις και να μιλάς... εάν αυτό που έχεις να πεις δεν γίνεται ψωμί για να χορτάσει αυτός που πείνασε πολύ, εάν δεν γίνεται δροσιά για να ξεδιψάσει αυτός που βρέθηκε στην μεγάλη έρημο των πόλεών μας...  Τι νόημα έχει να γράφεις εάν αυτό που γράφεις δεν μπορεί να γίνει ρούχο... ναι! ρούχο, να το φορέσει ο άλλος, να το τυλιχτεί να νιώσει θαλπωρή μέσα στην παγωνιά των αιώνων που μ

_Άγγελου Σικελιανού : Στ' Όσιου Λουκά το Μοναστήρι

Άγγελος Σικελιανός (1884 - 1951) -1935- Στ᾿ Ὅσιου Λουκᾶ τὸ μοναστήρι, ἀπ᾿ ὅσες γυναῖκες τοῦ Στειριοῦ συμμαζευτῆκαν τὸν Ἐπιτάφιο νὰ στολίσουν, κι ὅσες μοιρολογῆτρες ὥσμε τοῦ Μεγάλου Σαββάτου τὸ ξημέρωμα ἀγρυπνῆσαν, ποιὰ νὰ στοχάστη - ἔτσι γλυκὰ θρηνοῦσαν! - πώς, κάτου ἀπ᾿ τοὺς ἀνθούς, τ᾿ ὁλόαχνο σμάλτο τοῦ πεθαμένου τοῦ Ἄδωνη ἦταν σάρκα ποὺ πόνεσε βαθιά; Γιατὶ κι ὁ πόνος στὰ ρόδα μέσα, κι ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος, κ᾿ οἱ ἀναπνοὲς τῆς ἄνοιξης ποὺ μπαίναν ἀπ᾿ τοῦ ναοῦ τὴ θύρα, ἀναφτερώναν τὸ νοῦ τους στῆς Ἀνάστασης τὸ θάμα, καὶ τοῦ Χριστοῦ οἱ πληγὲς σὰν ἀνεμῶνες τοὺς φάνταζαν στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, τὶ πολλὰ τὸν σκεπάζανε λουλούδια ποὺ ἔτσι τρανά, ἔτσι βαθιὰ εὐωδοῦσαν! Ἀλλὰ τὸ βράδυ τὸ ἴδιο τοῦ Σαββάτου, τὴν ὥρα π᾿ ἀπ᾿ τὴν Ἅγια Πύλη τὸ ἕνα κερὶ ἐπροσάναψε ὅλα τ᾿ ἄλλα ὡς κάτου, κι ἀπ᾿ τ᾿ Ἅγιο Βῆμα σάμπως κύμα ἁπλώθη τὸ φῶς ὦσμε τὴν ξώπορτα, ὅλοι κι ὅλες ἀνατριχιάξαν π᾿ ἄκουσαν στὴ μέση ἀπ᾿ τὰ «Χριστὸς Ἀνέστη» μίαν αἰφνίδια φωνὴ νὰ σκ

_Vincent Van Gogh : ¨Η θλίψη θα κρατήσει για πάντα"

Αυτοπροσωπογραφία   Η ειλικρίνεια και η ευαισθησία του Βίνσεντ Βαν Γκογκ δεν έγινε ποτέ αποδεκτή από τη συντηρητική οικογένειά του. Αγαπούσε με πάθος και αδυνατούσε να ακολουθήσει τις τυπικότητες και τους «καθωσπρεπισμούς» της κοινωνίας. Όσο ζούσε ήταν ένας ασήμαντος ζωγράφος και αυτοκτόνησε απογοητευμένος, σε ηλικία 37 ετών. Γεννήθηκε στην Ολλανδία στις 30 Μαρτίου του 1853 και ήταν ο μεγαλύτερος από τα οκτώ αδέλφια του. Η υπηρέτρια της οικογένειας τον περιέγραψε ως «ένα περίεργο, απόμακρο παιδί που έμοιαζε πιο πολύ με γέρο άντρα». Ήταν σαν ξένος μέσα στην οικογένειά του, παραμελημένος από τους γονείς και τα αδέρφια του. Ο μοναδικός άνθρωπος που κατάφερε να συνδεθεί ψυχολογικά ήταν ο αδερφός του, Θίο, στον οποίο βασίστηκε οικονομικά όλη του τη ζωή. Σε ηλικία 16 ετών βρήκε δουλειά ως έμπορος τέχνης, αλλά η καριέρα του ως πωλητής ήταν πολύ σύντομη. Η ειλικρίνειά του δεν του επέτρεπε να πει ανακρίβειες ή ψέματα για να κάνει μια πώληση και συνήθως κατέληγε να δίνει την αφιλτράρι

_σιγά σιγά έβρεχε ο Θιός

  Σιγά σιγά έβρεχε ο Θιός και σιγανά χιονίζει και 'χει το κρίγιος στα βουνά το χιόνι στσί μαδάρες και απού 'χει σπίθια ροδοτά και σπίθια ροδομένα και 'χει και στάρι και κρασί σιγανά κι όμορφα που εχιόνιζε..

_Η σειρά κι οι πέτρες

Πάνω στο γραφείο, απέναντι μου, μια μακριά σειρά βιβλία. Τα ισορροπώ ανάμεσα σε δύο μεγάλες πέτρες, δεξιά κι αριστερά.  Σ' αυτόν τον τόπο υπάρχουν πολλές πέτρες.... Μοιάζουν σαν δύο γλυπτά αυτές οι πέτρες, τρυπημένες από τη βροχή κι αγριεμένες, με σχήμα ασυνάρτητο, τρύπες, λακούβες, εξογκώματα.. Σα να έγιναν επίτηδες έτσι που να μην μπορεί κανείς να τις καταλάβει. Στηρίζουν όμως αγόγγυστα -αρχή και τέλος- όλο το βάρος της σειράς. Κοιτάζω τις ράχες,  τους τίτλους των βιβλίων, τα ονομάτα των συγγραφέων, τα σηματάκια των εκδοτών. Το φωτιστικό του γραφείου φωτίζει κυρίως όσα βιβλία βρίσκονται στο κέντρο και αφήνει τα άκρα σκιασμένα. Πιο πέρα άλλα στα ράφια της βιβλιοθήκης. Κοιτάω. Σ' αυτόν τον τόπο, ο ποιητής  :  "Δεν υπάρχει νερό. Mονάχα φως.                         Όλοι διψάνε. Xρόνια τώρα. Όλοι μασάνε μια μπουκιά ουρανό                                                πάνου απ' την πίκρα τους".    Πλάτωνας, Πλάτωνας και πάλι Πλάτωνας Σοφιστές,

_πέτε μου έναν άνθρωπο

Πέτε μου έναν άνθρωπο να τα'χει λύσει όλα  γιατί εγώ δεν τα'λυσα μα δεν με νοιάζει κιόλα... Αυτός που ξέρει δεν μιλεί κι όποιος μιλεί δεν ξέρει κι αυτός που ξέρει προσπαθεί πως θα τα καταφέρει...

_για τη φίλη μου που με ρώτησε....

Όχι καλή μου, δεν φοβούνται. Γιατί να φοβηθούν.... τι είσαι; τι είμαστε; Ο Τζέκινς Χαν ή ο Αλ Καπόνε; Μήπως πίνεις τον καφέ σου στο καύκαλο κανενός εχθρού; Ή μήπως κυκλοφορείς κι οπλοφορείς πουλώντας εκδουλεύσεις, προστασίες και σχολιασμούς στο διαδίκυτο ;; Δε νομίζω..... Όχι δεν μας φοβούνται. Είναι κάτι πολυτιμότερο.... Δεν μας ανέχονται. Τι δεν ανέχονται; θα με ρωτήσεις και θα έχεις δίκιο. Κοίτα, όπως το σκέφτομαι απλά... Τα πάντα δείχνουν ότι ο κόσμος μετατρέπεται σε μια απέραντη ανθρωπόσουπα, ένας χυλός, ένα ασπόνδυλο μαλάκιο... Τα πάντα εκεί μέσα θα είναι ίδια , ως προς την ιδιοσυστασία τους. Με ελάχιστες ανεπαίσθητες διαφορές, όλοι θα σκέφτονται τα ίδια πράγματα, θα φοβούνται με τις ίδιες απειλές, θα εκστασιάζονται με τα ίδια ινδάλματα, θα σκοτώνονται για τις ίδιες ιδεολογίες, θα μαχαιρώνονται για τις ίδιες ομάδες, θα μαζεύουν τα ίδια κουπόνια απορρυπαντικών, θα καιροφυλακτούν για τις προσφορές και τις εκπτώσεις....ακόμα και τα πολύ ιδιωτικά (καταλαβαίνε

_ένας συνειρμός περί του πραγματικού

Δεν ξέρω γιατί κάθε φορά που άκουγα ή έβλεπα ειδήσεις ή τηλεοπτικές εκπομπές σχετικά με την επίσκεψη της Αλμουντίν - Κλούνεϊ στην Αθήνα, εμένα, το ανόητο μυαλό μου, πήγαινε στις απολυμένες καθαρίστριες του Υπουργείου Οικονομικών που εδώ και ένα χρόνο περίπου αγωνίζονται για να πάρουν πίσω τις δουλειές τους.  Τι συνειρμός!!    Εκτός από συνειρμούς μού γεννήθηκαν και διάφορες απορίες, όπως π.χ. με ποιανού πρωτοβουλία έγινε αυτό το ταξίδι,  οργανώθηκε τέτοια υποδοχή και προβολή στα εγχώρια και διεθνή μ.μ.ε και ποιός τελικά πλήρωσε όλη αυτή την φασαρία;;... αλλά αυτές είναι μάλλον απορίες επαρχιωτών, οπότε, ως τέτοιες που'ναι, δεν περιμένω απαντήσεις... Ωστόσο, η κινούμενη οπτασία Αλμουντίν - Κλούνεϊ, αφού πήγε - ήρθε, μοίρασε χαμόγελα και φροντισμένες πόζες στους δημοσιογράφους, φώτισε με τα άσπρα συνολάκια της την γκρίζα καθημερινότητα των Αθηνών, έσυρε γύρω της μπουλούκια ανδρών, δημοσιογράφων, παραγόντων, υπουργών και τον πρωθυπουργό της χώρας, ολοκλήρωσε την ε

_η αυλή του κόσμου

Την φωτογραφία αυτή όπως και τις υπόλοιπες τράβηξε η Νίκη. Η Νίκη είναι φίλη και ζωγράφος. Ζωγραφίζει με ρευστό κερί. Η Νίκη πήγε για λίγες μέρες ένα ταξίδι στην Κωνσταντινούπολη, όπως αυτά που κάνουν πολλοί άνθρωποι, αναχωρώντας από την Ελλάδα  με τα τουριστικά πρακτορεία. Η Νίκη πηγαίνει στο Εσπερινό Λύκειο της πόλης και παλεύει να τελειώσει το σχολείο,  που δεν μπόρεσε να τελειώσει όταν έπρεπε.... "κι έχοντας περασμένα τα 40", που λέει και Ναζίμ Χικμέτ ο Τούρκος ποιητής..... Η Νίκη στο ολιγοήμερο ταξίδι της φωτογράφιζε κυρίως τους ανθρώπους που συναντούσε,  τους περαστικούς και τους καθημερινούς. Φωτογραφιζόταν κι αυτή μαζί τους. Λιγότερο την ενδιέφεραν  τα γνωστά αξιοθέατα... τα κτίρια, η Αγία Σοφία, το λιμάνι, μια νωχελική βαρκούλα, ένα ηλιοβασίλεμα. Την ρωτάω γιατί .... Δεν ξέρω, μου λέει, έτσι... Έτσι κι εγώ ελευθερώνομαι και κάνω υποθέσεις.... Ίσως να υπάρχουν άνθρωποι που  λόγω έλλειψης ή ανεπάρκειας των στοιχειωδών πραγμάτων: του

_ο Τόπος και το Κοτσύφι

Έργο : Ειρήνη Κανά, Το Κοτσύφι Δεν θέλω να’ σαι γέφυρα θέλω να είσαι τόπος μη σε διαβώ μα να σε κατοικήσω. Φτάνοντας νύχτα κι άγνωστη στον μακρινό σου τόπο κανείς να μη ζητήσει έγγραφα, σφραγίδες, διαπιστώσεις να έχω πυρετό και να φοβάμαι να μην υπάρχει κανείς περαστικός να μη ρωτήσω τίποτα μόνο να στέκω αμήχανη να σκέφτομαι ποιο δρόμο να διαλέξω, να μπλέκομαι μες  σε σιωπηλά  στενά, να βγαίνω σε αφιλόξενα  χωράφια. Και ξαφνικά να γίνω ένα μικρό πουλί  -κοτσύφι λέω να ‘μαι - και βρίσκοντας το πιο πυκνό σου φύλλωμα μόλις που θα χαράζει, από πάντα γνώριμη, αόρατη φωνή που τραγουδάει όλες τις γέφυρες, τους δρόμους, τα ποτάμια, τα δυνατά, τα αδύνατα, τ’ άλυτα, τα λυμένα, να μείνω φλεγόμενη φωνή εμπύρετη, διαλαλώντας πως έφτασα σ’ άγνωστη  γη, φοβήθηκα, κατοίκησα , σκορπίστηκα, στην ανακάλυψή σου.

_Μανόλης Πολέντας : Ας λήξουν

Ας λήξουν ας λήξουν τώρα οι ερμηνείες όλες τώρα ας λήξουν ας λήξουν τώρα οι δυνάστες του στείρου λόγου τώρα ας λήξουν ας καταλήξουν οι στεριανοί οι ασυνήθιστοι εις τα θαλάσσια ταξίδια του ουρανού οι συγκροτημένοι νόες που γεννούν σκουριασμένα μέλλοντα τώρα ας καταλήξουν τα ηλεκτρόδια εκπομπής των ειωθότων οι χαμηλοί τόνοι και τα προφίλ των φιδιών της κοινωνίας της γης τώρα ας καταλήξουν τώρα ας λήξουν τα θεσπισμένα όλα τα θεσπισμένα διατάγματα τα ψηφίσματα και οι νομοθετικές πράξεις η ψεύτικη συγκίνηση τα περιτοιχίσματα και οι περίβολοι που κρύβουν τον ουρανό τώρα ας έρθει ο ουρανός και ας κρεμάσει τους χαμηλούς τόνους και τα προφίλ των φιδιών της κοινωνίας της γης τις παρθένες που φυλάγουν την ευτυχία της ηδονής μέχρι να βρουν να την πουλήσουν στην υψηλότερη δυνατή τιμή ας τις εμφιαλώσουν οι αλήτες του Θεού στη γη μέχρι να λήξει η σπέκουλα, τα κέρδη, οι απολαβές, οι αμοιβές, οι μισθοί και οι αποζημιώσεις οι εκμισθωτές επιπλωμένων δωματίων α

_ιστορίες λεωφορείου vi

Ξεκινώντας να γράψω αυτό το κείμενο προβληματίστηκα πολύ εάν θα έπρεπε να μεταφέρω αυτούσιες  λέξεις. Ίσως, εάν είχα τέτοια δύναμη στην χρήση του γραπτού λόγου και μπορούσα να μεταφέρω τα λεγόμενα, δίχως όμως να μετατρέψω το κείμενο αυτό σε μια φθηνή βωμολοχία, να το επιχειρούσα.. Αποφάσισα όμως  ότι δεν έχω τέτοια ικανότητα και έτσι αποδέχομαι την πιθανότητα να μην καταφέρω τελικά να πείσω τους αναγνώστες του κειμένου για την δύναμη, την ένταση και την πολυπλοκότητα των βιωμένων στιγμών. Μέρα καθημερινή,  πρωί,  το υπεραστικό λεωφορείο Ρέθυμνο - Χανιά, μεταφέρει εφήβους από τα χωριά της ενδοχώρας στα Λύκεια, κυρίως στα ΕΠΑΛ της πόλης, ανάμεσα στους επιβάτες βρίσκονται ασφαλώς και  αρκετοί ενήλικες και υπερήλικες που πάνε στις δουλειές ή στα ραντεβού τους. Εγώ νυσταγμένη ακόμα,  κάθομαι προς τα πίσω καθίσματα και ακουμπάω στο παράθυρο. Η παρέα των εφήβων, 10 - 12 άτομα, έχει καταλάβει την γαλαρία και ο εισπράκτορας - ελεγκτής κυκλοφορεί ανάμεσά μας στον στενό διάδρομο

_η γενιά του ναρκισσισμού

της Αστερόπης   Λαζαρίδου  Η   ιστορία του Νάρκισσου, με τις διάφορες εκδοχές της, είναι μία από τις δημοφιλέστερες της μυθολογίας. Ο νέος από τη Βοιωτία, θαμπωμένος από την ομορφιά του που καθρεφτίζεται στο νερό, πεθαίνει από μαρασμό εξαιτίας του ανικανοποίητου έρωτα προς τον ίδιο του τον εαυτό. Ο ναρκισσισμός, η εμμονική αυταρέσκεια που μπορεί να καταλήξει σε πάθηση, δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχει από τότε που ο άνθρωπος πρωτοσυνάντησε το είδωλό του. Σήμερα, όμως, που ο καθένας ανεβάζει δεκάδες είδωλά του χάρη στην κατάρα και ευλογία των social media, ο ναρκισσισμός, εκτός από υπαρκτός, είναι και ψηφιακός. Οι διαταραχές που προκαλούνται από τη μανία της εξαντλητικής αυτοφωτογράφισης και της online υπερέκθεσης απασχολεί όλο και πιο συχνά τα ψυχιατρικά συνέδρια, με τους ειδικούς να επιμένουν ότι η υπέρμετρη προσήλωση στο «εγώ και ο εαυτός μου», εκτός από γραφική, σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να αποδειχθεί και επικίνδυνη.   Εγώ, εγώ, εγώ Η λέξη «selfie», όπως ορ