Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούνιος, 2014

_έργα του καλοκαιριού (i)

_ο κήπος έμπαινε στη θάλασσα

Τι να πρωτοθαυμάσεις σ' αυτό το λιγοστό χρόνο που σου δόθηκε;  Το χέρι που άνοιγε τον ουρανό; Το όνομά που ήταν μια θάλασσα για να πλέουν  οι αγγέλοι; Τι; Τον κήπο που έμπαινε στην θάλασσα; Την θάλασσα που άνοιγε για να δεχθεί τον κήπο; Τι; Το χέρι που έφευγε με το νερό; Που έστρωνε νυφικό το πέλαγο ; Τι; Τα σπαθιά των αγγέλων που κρέμονταν; την χάρη που σου δινόταν τελικά μέσα σ' έναν κόρφο; Τι; Και παντού εσύ. Και πουθενά εγώ. Για το χατήρι σου. Η πλάση ένας ναός. Παντού η εικόνα σου. Τι προσευχή να πουν τα χείλη;   Αν σκέφτεσαι ημερολογικά είναι παρελθόν, παρωχημένο πράγμα..... Χαζό. Αναπόληση. Ψευτορομαντισμός. Η Ελλάδα του '60. Η Ελλάδα του Ελύτη και του Μίκη. Η Ελλάδα του πουθενά. Αν σκέφτεσαι με όρους νοήματος είναι το νόημα. Το καθόλου των φιλοσόφων, το πάντα των ερωτευμένων, ο λυγμός των ποιητών, το χρώμα των ζωγράφων.... Το γιατί;.... Το χαίρε....  Εκτός χρόνου. Εκτός τόπου. Ο χρόνος που σου δόθηκε. Με μόνο προορισμό να τον δ

_ιστορίες λεωφορείου (V)

Αγαπημένη συνήθεια των νεο-ελλήνων να  συγκρίνουμε αυτό τον τόπο με τις αναπτυγμένες χώρες του εξωτερικού και η σύγκρισή μας αυτή να γίνεται αφορμή για μια τεράστια καταδίκη του. Συγκρίνοντάς  τον τόν ταυτίζουμε με το σκότος, τον βρίσκουμε κατά πάντα άχρηστο κι ανίκανο ενώ αντίθετα απέναντί του ορθώνουμε έναν κόσμο του φωτός, της ευταξίας, της Εσπερίας, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα την μεγάλη απόσταση που χωρίζει τους δύο κόσμους.  Είναι μια σύγκριση  πολύ εύκολη που μας έχει επιβληθεί κυρίως από τους αυτούς που ποτέ δεν πόνεσαν μέσα σ' αυτόν τον τόπο, αυτούς που δραπέτευσαν προς τις αυλές της (για σπουδές, για δουλειές, για καριέρες), που ποτέ δεν έκαναν τον κόπο να τον ακούσουν και να τον καταλάβουν, αυτούς που, εντέλει, στελέχωσαν τους πολιτικούς και πνευματικούς φορείς του τόπου τα τελευταία 200 περίπου χρόνια.  Με τον τρόπο αυτό της κρίσης, της σύγκρισης και της καταδίκης, εξαντλούμε και τις λίγες, ασθενικές δυνάμεις που εξακολουθούν να υπάρχουν. Δυνάμεις που έρχ

_η χάρις στο ποδόσφαιρο

Δεν μ' αρέσει το ποδόσφαιρο και γενικά κάθε δραστηριότητα που για να πετύχει, απαιτεί να  γίνεται τόσο μεγάλη φασαρία γύρω της, να διατίθενται τόσοι πόροι, τόσος θόρυβος. Είναι πολύ κραυγαλέα όλα αυτά για τα γούστα μου. Με υπερβαίνουν ως ένα βαθμό, δίχως όμως και να έχουν τα ουσιαστικά προσόντα για τούτο.  Ωστόσο, μ' αρέσει να παρατηρώ τους ανθρώπους. Για την ακρίβεια ενθουσιάζομαι να παρατηρώ τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι, οι εκδηλώσεις και οι εκφράσεις τους, τα λόγια και οι κινήσεις τους, μπορούν να με "πάνε" παντού.  Από το λεγόμενο άθλο της Εθνικής Ελλάδος στο Μουντιάλ, κρατάω την εικόνα του ποδοσφαιριστή Σαμαρά, που μετά την πραγματοποίηση του νικηφόρου πέναντλι, μετά τους ξέφρενους πανηγυρισμούς με τους συμπαίκτες του που είχαν, ομολογουμένως,  μια εφηβική αυθεντικότητα, γύρισε και έσκυψε να παρηγορήσει τον "χαμένο" τερματοφύλακα της αντίπαλης ομάδας. Εκείνον που πριν από λίγα λεπτά είχε απέναντί του, που τον είχε κοιτάξει ψυχρά στα μάτια, τ

_οι ορίζουσές μου

Οι ορίζουσές μου εντελώς υλικές και απλές μέσα τους βούλιαξαν μαραφέτια απόδρασης και ιδέες σπουδαίες. Οι ορίζουσές μου ένα πιάτο φακές το κρασί το ψωμί μια ντομάτα κομμένη στα δύο η λευκή κουβαρίστρα της μάνας μου οι τσακισμένες γωνιές στα βιβλία που διάβαζα ένα χαρτί με το ποίημα που σ' άρεσε. Οι ορίζουσές μου το σώμα σου το πρωί το σώμα σου το βράδυ το σώμα σου πάνω στο σώμα μου που γερνάει Οι ορίζουσές μου τα μάτια σου τα τόξα των φρυδιών  ένα παράθυρο ανοιχτό νύχτα καθώς ο Γαλαξίας περνάει. Οι ορίζουσές μου τα λόγια που κανένας δεν πίστευε ψηλά και μπροστά στα εικονίσματα να καίνε σε νερό και σε λάδι. Οι ορίζουσές μου οι εκρήξεις του γέλιου σου σκοτεινή ύλη που ψάλλει. 

_Πωλ Ελυάρ: Ελευθερία

Πωλ Ελυάρ (1895-1952)   Πάνω στα τετράδια του σχολείου Στα θρανία μου και τα δένδρα Πάνω στην άμμο και το χιόνι Γράφω τ’ όνομά σου Πάνω σ΄ όλες τις διαβασμένες σελίδες Πάνω σ΄ όλες τις λευκές σελίδες Στην πέτρα το αίμα το χαρτί τη στάχτη Γράφω τ’ όνομά σου Πάνω στις χρυσωμένες εικόνες Στ΄ άρματα των πολεμιστών Στην κορώνα των βασιλιάδων Γράφω τ’ όνομά σου Στη ζούγκλα και την έρημο Στις φωλιές και τα σπαρτά Στην ηχώ των παιδικών μου χρόνων Γράφω τ’ όνομά σου Πάνω στα θαύματα της νύχτας Στο άσπρο ψωμί των ημερών Στις μνηστευμένες εποχές Γράφω τ’ όνομά σου Πάνω σ΄ όλα τα γαλάζια κουρέλια μου Στο μουχλιασμένο έλος του ήλιου Στη ζωντανή λίμνη σελήνη Γράφω τ’ όνομά σου Στους αγρούς στον ορίζοντα Στις φτερούγες των πουλιών και στο μύλο των ίσκιων Γράφω τ’ όνομά σου Σε κάθε φύσημα της αυγής Στη θάλασσα και τα πλοία Πάνω στο τρελό βουνό Γράφω τ’ όνομά σου Στον αφρό απ΄ τα σύννεφα Στους ιδρώτες της καταιγίδας Στην βροχή την πυκνή και ανούσια Γράφω τ’

_Η μεγαλοσύνη της φτώχειας

Άντρας : Γιατί κλαίς; Γυναίκα: Επειδή είμαστε φτωχοί Α : Και γιατί σε πειράζει; Γ : Γιατί τα όνειρα είναι ακριβά Α : Δεν έχεις ανάγκη από όνειρα Γ : Γιατί; Οι άλλοι δεν έχουν; Α : Όσοι έχουν μείνει με αυτά. Τα όνειρα τα έφτιαξε η κοινωνία και τα δίνει για να μην ζητάμε τίποτα. Γ : Μα δεν ζητώ τίποτα Α : Αυτό είναι το πρόβλημα Γ : Η ελεημοσύνη; Α : Όχι πρέπει να διεκδικείς Γ : Τι πράγμα; Α : Τα δικαιώματά σου. Γ : Μα δεν είχα ποτέ. Α : Τώρα είμαι εδώ Γ : Θα μου δώσεις δικαιώματα; Α : Όχι Γ : Ε, τότε; Α : Θα σε βοηθήσω να τα πάρεις Γ : Και ποιό πρέπει να πάρω; Α : Το δικαίωμα της ζωής Γ : Μα το έχω αυτό Α : Όχι ακόμα Γ : Γιατί; Α : Δεν μπορούν να σου επιβάλλουν μια άθλια ζωή. Γ : Κι όμως, δεν έχω άλλη Α : Τώρα μαζί μου θα έχεις άλλη. Γ : Είσαι πλούσιος; Α : Όχι Γ : Και τότε πώς θα με βοηθήσεις; Α : Και οι άθλιοι βοηθούν Γ : Πώς είναι δυνατόν; Α : Λόγω της ανθρώπινης αξιοπρέπειας Γ : Αφού δεν έχουν τίποτα. Α : Δεν έχουν τίποτα απ' αυτά που αγορ

_ο άσχετος άνθρωπος

Tα χιλιάδες ελληνόπουλα που πήραν μέρος στις Πανελλαδικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ., έλαβαν  σε  μια πολύ νεαρή και τρυφερή ηλικία, κάτι που άλλοι κάνουν χρόνια για να το συνειδητοποιήσουν και κάποιοι δεν το συνειδητοποιούν  πότε. Πλήρωσαν βέβαια αδρά σε χρόνο και σε χρήμα... Ένα μάθημα έλαβαν, το οποίο είναι : "Πώς εξαφανίζεται η χαρά από τη ζωή μας". Τι πρέπει να κάνουμε για να εξαφανίσουμε την χαρά από τις σχέσεις μας με τα πράγματα, με τη γνώση και κατ' επέκταση πώς αυτό το τρίκ της εξαφάνισης της χαράς,  μπορεί, επεκτεινόμενο να εφαρμοστεί στην σχέση μας με τον εαυτό μας και με τους άλλους. Ας μην βιαστούν λοιπόν να "ξεχάσουν" την ... τραυματική εμπειρία της προετοιμασίας τους, που  για κάποιους διήρκεσε 2 ολόκληρα χρόνια ή και παραπάνω. Ας μην βιαστούν να επιδοθούν στις θεμιτές κραιπάλες του καλοκαιριού και της παραλίας. Το μάθημα που έλαβαν δίδεται άπαξ και ισχύει για πάντα. Ας το θυμούνται στα χρόνια που θα έρθουν, ... όταν θα πάνε στο Παν

_χαμένη Κυριακή

Εργο : Οδ. Ελύτης Ο άνθρωπος, αντίθετα απ' ότι πιστεύεται, είναι ένα φτερωτό ον. Όλοι ανεξαιρέτως γεννιόμαστε με φτερά. Με βάση όμως τους νόμους που διέπουν την εξέλιξη του είδους, εκεί στον πρώτο χρόνο της ζωής, τα φτερά αρχίζουν να μαδάνε και να αδυνατίζουν. Είναι η περίοδος εκείνη που μαθαίνουμε να περπατάμε. Όσο πιο καλά και σταθερά περπατάμε τόσο τα φτερά μας πέφτουν. Όλοι γύρω μας είναι πολύ χαρούμενοι  για την εξέλιξη αυτή και νιώθουν υποχρεωμένοι να την ενθαρρύνουν με κάθε τρόπο. Όμως επειδή,  ο άνθρωπος είναι ένα παρά -τη- φύσει φτερωτό ον, τα φτερά αδιαφορώντας παντελώς για τους νόμους της εξέλιξης καθώς και για την ευχαρίστηση των μεγαλυτέρων, εξακολουθούν να θέλουν να φυτρώσουν. Τότε, μόλις το νιούτσικο φτεράκι πάει να σκάσει μύτη πάνω στην μικρή πλάτη του παιδιού, αρχίζουν οι μεγάλοι να τρίβουν με μανία το σημείο, το τρίβουν με γυαλόχαρτα και με τρίφτες της κουζίνας ή άλλοι το ζώνουν ολόγυρα σφιχτά με γάζες εμποτισμένες σε οινόπνευμα και σε φορμόλη,

_Μούντιαλ : τί να γιορτάσουμε λοιπόν;

Εκατομμύρια άνθρωποι θα βρεθούν στους δρόμους και στα γήπεδα της Βραζιλίας, εκατομμύρια θα στηθούν στις οθόνες των σπιτιών ή άλλων χώρων μαζικής συνεύρεσης, για όσο θα διαρκέσει το Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου (Μουντιάλ). Όλος αυτός ο πληθυσμός αποτελεί ένα μέγεθος τεράστιων διαστάσεων που ασφαλώς δεν περνάει απαρατήρητο απ' αυτούς που εργάζονται με τα μεγέθη και τους αριθμούς (και είναι πολλοί και διαφόρων ειδών στις μέρες μας). Εξάλλου είναι γνωστό ότι το Μουντιάλ αποτελεί ένα εμπορικό θέαμα - γεγονός πρώτης τάξεως. Μια παγκόσμια εμποροπανήγυρις που με αφορμή ένα άθλημα, το ποδόσφαιρο, μπορεί να συγκινεί ανθρώπους που προέρχονται από τα πιο διαφορετικά πολιτισμικά, θρησκευτικά, εθνικά, μορφωτικά, οικονομικά επίπεδα. Οι ίδιοι, οι με διαφόρους τρόπους, συμμετέχοντες μιλάνε για μια "παγκόσμια γιορτή". Ας σκεφτούμε λοιπόν, μήπως είναι έτσι τα πράγματα, και αν πράγματι έχουμε λόγους κι εμείς οι πιο σκεπτικιστές, ν' αφήσουμε κατά μέρος τις αμφιβολί

_χιλιοτραγουδισμένο Φως

Εργο: Χρήστος Μπόκορος Είπα δεν πάω πουθενά, θα μείνω εδώ Δεν ήξερα πού να πάω Τι να φορέσει η σκέψη μου Τι να ντυθεί η ζωή μου στη μέση   αυτού του δρόμου στη μέση αυτής της ερημιάς σκύλος αδέσποτος διωγμένος, τρομαγμένος είπα πως δεν θα σε βρω είπα πως δεν υπάρχεις πως δεν γεννήθηκες ποτέ πως είχες γεννηθεί παλιά Δεν ήξερα πού να σε βρω δεν ήξερα πού να’ σαι κι ήρθε χιλιοτραγουδισμένο Φως και   μου ‘δειξε στην κόλαση να ψάξω.

_Απ' τη μεγάλη του χαρά

Εργο : Γ. Κόρδης Κάποιος είπε : Να λύσετε τα χέρια και τα πόδια του ανθρώπου, παιδιά.  Ήταν τότε, νομίζω, που η χαρά του ξεχείλισε.   Κάθε φορά που ερχόταν στο χωριό τα καλοκαίρια ήταν χαρούμενος. Αυτός ο ήρεμος, ο αθόρυβος άνθρωπος, κοντούλης κι αδύνατος, χωρίς ιδιαίτερα προσόντα, ρίχτηκε  εργάτης στην Αθήνα από αμούστακο παιδί, ορφάνια, η μάνα μόνη της,  αυτός κάπως κούτσαινε και μια αδελφή στο βουνό, αντάρτισσα και το χωριό να λέει... Αυτός με την μεγάλη απαντοχή ο ταπεινός άνθρωπος που μιλούσε σιγανά και κάπως κούτσαινε, δούλεψε για χρόνια, ένα μυρμήγκι μες τη σαρωτική βουή ενός θηριώδη κόσμου. Παρέμεινε φτωχός κι άσημος, άλλα πράγματα τα καταλάβαινε κι άλλα όχι. Όμως  κάθε φορά που ερχόταν στο χωριό, κι άνοιγε τα παράθυρα του πατρικού σπιτιού, έπαιρνε την καρέκλα του και καθόταν στην αυλή με τη μουρνιά και την κρεβατίνα,  ο κόσμος του φαινόταν ένας τόπος κατάλληλος για τους απλούς ανθρώπους τους κοντούς, τους κουτσούς, τους δίχως προσόντα, αυτούς που μιλούνε

_για τον Έρωτα και πέρα απ' τον Έρωτα

Έτσι... έτσι που ήρθε απρόσκλητος και Ξυπόλυτος περπάτησε στις άκρες κι έτσι ... κι έτσι που βάδιζε αργά -γιατί αυτός δεν δέχεται ποδήματα να φορέσει-  στο διάβα του και στον κλυδωνισμό του αλλάξανε Απόλυτες μοναρχίες.  Από τις πολλές τρικλοποδιές του αιώνα μας, η μεγαλύτερη και πιο διαδομένη έχει μπει στα πόδια του Έρωτα. Τρικλοποδόθηκε ο Έρωτας στην μονοσήμαντη εποχή μας, αυτός ο κατ' εξοχήν φτερωτός θεός, αυτός ο διφυής, ο γιός του Πόρου και της Πενίας. Μέσα στα σκληρά και φτωχά δίκτυα της μονοσημαντότητας σπαρταράει ο Έρωτας. Από την αντιφατική φύση του κρατήσαμε αυτή που κολακεύει το πανίσχυρο Εγώ, το θεμέλιο του δυτικού πολιτισμού, που τονώνει την φιλαυτία μας, που μας κάνει να νιώθουμε ευφυείς, όμορφοι, σημαντικοί, απαραίτητοι για κάποιον, κατά πώς λένε "ο εαυτός μου". Έτσι ο Έρωτας έγινε μια σχεδόν εύκολη υπόθεση. Μια επιφανειακή κατάσταση, καθημερινή και γλυκερή με λόγια εύκολα και προσεκτικά επιλεγμένα από ένα εκ των προτέρ

_Ίσως τους συναντήσετε

Δ. Κοκκινίδης : ΝΕΚΥΙΑ Αλίμονο!  τυχαίνει σε μερικούς ανθρώπους να ζήσουν ανισόρροπες, συγκλονιστικές καμπές.  Είναι σα να ζουν μέσα στη μία και περιορισμένη ζωή τους συμπυκνωμένη όλη την ένταση μιας ολόκληρης εποχής που διήρκεσε μερικούς αιώνες.  Για παράδειγμα, μπορεί κάποιος που ζει σήμερα να νιώσει ότι του συμβαίνουν γεγονότα ζωής τόσο ριζικά, που θα μπορούσαν να συγκριθούν μόνο με την κατάρρευση του αρχαίου κόσμου και την ανατολή του χριστιανικού. Σας φαίνεται υπερβολικό; Κι όμως.  Αυτό που εμείς σήμερα από μια απόσταση ατενίζουμε ως μια απόμακρη και ενιαία ιστορική περίοδο, αποτελείται από χιλιάδες ή εκατομμύρια ανθρώπινων ζωών. Οι ζωές αυτές παρήλθαν το μοντέλο όμως παραμένει, ως μια δυνητική για τον άνθρωπο κατάσταση, πέρα από τον χρόνο. Και πραγματικά αλίμονο, για όποιον πιαστεί στην δομή του τρομερού μοντέλου της ανατροπής και της κίνησης της ιστορίας. Για όποιον βρεθεί μέσα σ' αυτόν τον κουρνιαχτό, σ' αυτή τη κατολίσθηση, στο γκρέμισμα των ειδώλων

_ πέντε ποιήματα της Μάγιας Αγγέλου

  ΟΤΑΝ ΕΡΧΕΣΑΙ  (WHEN YOU COME) Όταν έρχεσαι σε μένα, απρόσκλητος, Κάνοντάς μου νόημα Σε αλλοτινά δωμάτια, Όπου στέκουν οι αναμνήσεις, Προσφέροντάς μου, καθώς σ’ ένα παιδί, Μία σοφίτα, συναντήσεις Ημερών τόσο λιγοστών, Μπιχλιμπίδια κλεφτών φιλιών, Ψευτοκοσμήματα από δανεικές αγάπες, Μπαούλα μυστικών λέξεων, Εγώ κλαίω. ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΟΞΟΛΟΓΗΜΑ (A CONCEIT)   Δώσ’ μου το χέρι σου Κάνε χώρο για μένα Για να σε οδηγήσω Και να σ’ ακολουθήσω Πέρα απ’ αυτή τη λύσσα Της ποίησης. Άσε τους άλλους να ’χουν Την ιδιαιτερότητα Των συγκινητικών λέξεων Και της αγάπης Για την απώλεια της αγάπης. Για μένα, Δώσ’ μου το χέρι σου. ΑYΠΝΗ (INSOMNIAC) Υπάρχουν κάποιες νύχτες Που ο ύπνος Το παίζει ντροπαλός, Ακατάδεκτος και περιφρονητικός. Κι όλες οι πονηριές Που σκαρφίζομαι για να πάρω Τις υπηρεσίες του με το μέρος μου Είναι άχρηστες σαν πληγωμένη Περηφάνια, και πολύ πιο οδυνηρές. ΞΥΠΝΩΝΤΑΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ (AWAKING IN NEW YORK) Κουρτίνες ζορίζον