Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_τ' ανήσυχα χέρια




 
Όχι, δεν ήταν το μυαλό, ούτε το σώμα σου, τα πιο απαιτητικά κομμάτια του εαυτού σου.
Τα χέρια σου ήταν.
Τα χέρια σου ήταν το πιό ταραχώδες κι επικίνδυνο σημείο σου.
Λοιπόν, συμβαίνει κάτι παράξενο με τα χέρια:  δεν έχουν  λόγια όπως το μυαλό για να εκφραστούν,  δεν έχουν κάπου να πάνε όπως το σώμα, δεν κλαίνε όπως τα μάτια, δεν ουρλιάζουν όπως το στόμα, τα χέρια δεν συννεφιάζουν όπως το χαμόγελό σου.
Δεν ξέρεις τι συμβαίνει στα χέρια. Δεν έχεις τρόπο να καταλάβεις τα χέρια σου.
Κι είναι εκείνα που καταλαβαίνουν τα πάντα. Ο τρόπος των χεριών είναι ο δίχως λόγια τρόπος.
Τα χέρια ζητούν την ψηλάφηση... Τι είναι όμως η ψηλάφηση;


Τα χέρια δεν ψεύδονται κι αργούν πολύ να μεγαλώσουν.
Η γνώση τους είναι το έπος των μικρών πραγμάτων.
Η ζέστα του σώματος, η πίεση της ανάγκης, το βαθούλωμα της πληγής, τα ράμματα του χειρουργείου, το κενό στο κρεβάτι, το τεντωμένο σεντόνι,  η παγωνιά του σίδερου, η θερμοκρασία του νερού και τα ψίχουλα στο τραπέζι...

Τα χέρια κρατούν τις φλέβες της καρδιάς και μετράνε.
Τα χέρια μικραίνουν τον κόσμο και τον κάνουν ανθρώπινο.
Ο τύπος των ήλων.
Κι αυτό είναι η ψηλάφηση...
Μπορείς λοιπόν να πεις τα πάντα, μη πεις όμως για τα χέρια.....
Τ' ανήσυχα χέρια σου σκαρφαλώνουν στον κόσμο.
Μέσα στ' ανήσυχα χέρια σου, μια μέρα, μπορεί να ήταν η Κυριακή του Θωμά, γνώρισα την Αλήθεια και το  Τραύμα...







Μικραίνει ο κόσμος κι η θάλασσα γίνεται κήπος,
στερεύει το φως στις γυμνές αποβάθρες,
μ' ασβέστη σκεπάζουν τα δάκρυα.
Σεντόνι λευκό, χειρουργείου
σκεπάζει τ' ανήσυχα χέρια.

Μα εσύ ματωμένη καρδιά μου
και πάλι μαζί σου με πας
ταξιδιώτη με πας για ναυάγιο.


Μουσική: Σταύρος Κουγιουμτζής
Στίχοι: Τάσος Κόρφης
Ερμηνεία: Αντώνης Καλογιάννης
(Μικραίνει ο κόσμος, χειμώνας του 1982, Lyra)
Εξώφυλλο: Γιώργος Σταθόπουλος.

Σχόλια

  1. Ανώνυμος20/4/15, 10:23 π.μ.

    Ανήσυχη Ελένη
    διαμαντάκι το κείμενό σου για τα χέρια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός