Μεγάλη Παρασκευή, Απρίλιος, κι όπως το είχαν από μέρες προβλέψει οι μετεωρολόγοι, απρόοπτος και ψυχρός ο καιρός.
Είναι ωραία τα δελτία καιρού και αναλυτικά. Μαθαίνεις αρκετά πράγματα για την φορά των ανέμων, για την έντασή τους, για το ποσοστό της υγρασίας στην ατμόσφαιρα για τα βαρομετρικά και τόσες άλλες πληροφορίες περισυλλεγμένες από τους δορυφόρους.
Κι όμως δεν υπάρχει κανείς δορυφόρος για να σου πει για τον καιρό σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης, την Μεγάλη του Παρασκευή, το έτος 2015, στην μικρή εκκλησία της Αγίας Μαρίνας....
Αυτήν την εκκλησία λέω, που έχει μια γέρικη πεύκη στην αυλή της να σώζει την εκκλησία και να σώζεται απ' αυτήν, καμιά αγιογραφία στους χοντρούς πέτρινους τοίχους της, ένα λιτό μαυρισμένο πολυέλαιο και στο τέμπλο της έχει σκαλισμένη μια άμπελο με κόκκινα σταφύλια που κρέμονται.
Σ' αυτήν την εκκλησία λέω, που έχει έξι ψάθινες καρέκλες, ένα ψαλτήρι, που ο παπάς όταν βγαίνει από την Ωραία Πύλη και θυμιάζει στέκει τόσο κοντά σου που μπορείς να αγγίξεις το πετραχήλι του...
Σ' αυτήν την εκκλησία λέω, που ο θρόνος του Δεσπότη είναι εκεί που τώρα κάθεται ο καφετζής ο κυρ-Θόδωρος και στη μέση το σώμα του Νεκρού, κείται δίπλα σου, όπως του νεκρού πατέρα σου και του νεκρού μικρού αδελφού σου, που χάιδευες τα μαλλιά και τα χέρια ... τόσο κοντά σου...
Σ' αυτήν την εκκλησία λέω, που από την αυλή της φαίνονται τα Λευκά Όρη, ο όγκος του χιονιού και η μεγαλοπρέπεια, μέσα στη νύχτα που ζώνει τριγύρω το μικρό χωριό, ακατάβλητη, .... εκεί που χώρεσαν - απόψε μια Μεγάλη Παρασκευή, τον Απρίλιο - καμιά τριανταριά παράταιροι, κακοσούσουμοι και πανάθλιοι ανθρώποι... και γω μαζί τους.
Με τις αλλοιωμένες τους μορφές, οι αλλήθωροι, οι κοντοί, οι ψηλοί, οι χοντροί, οι γερασμένες γυναίκες, οι γυναίκες με τα χαρακωμένα χέρια και τα πρόσωπα και οι άντρες με παραμορφωμένα σώματα και τα σακουλιασμένα μάτια τους, οι γυναίκες που φοράνε μαύρα και οι άντρες με τα αγροτικά φερσίματα και τα ποδήματά τους σκονισμένα από χώματα.
Σ' αυτήν την εκκλησία λέω που οι άνθρωποι φέρανε τα ακατέργαστα λόγια τους, την περιορισμένη τους προοπτική, τις μικρές κι ασήμαντες ιστορίες τους, τις κακίες τους και τα πάθη τους και όσα ήσαν γεγονότα και όσα μη γέγονε, μαζί με τα ονόματα των νεκρών τους, γραμμένα πάνω σε μικρά χαρτιά, "υπέρ αναπαύσεως"....
Σ' αυτήν την εκκλησία λέω- που δόθηκε χάρισμα και σε μένα.... τη νεκρή...
και αξιώθηκα -την ώρα που όλοι αυτοί που ήξερα με τα ονόματά τους κι άλλοι που δεν ήταν εκεί κι άλλοι που έζησαν πριν από χρόνια-
κι ένιωσα την ώρα που όλοι μαζί, λέγαμε το "Αι γενεαί πάσαι" ...
και κατάλαβα ότι στο Σώμα Σου, που έβλεπα πάνω στον Σταυρό με τα χέρια απλωμένα, συνέρρεαν όλα τα φοβερά και τα άσχημα, όλα τα τιποτένια, οι μαυρισμένες ζωές και τα σώματα, οι ιδρωμένοι άνθρωποι, οι καταματωμένοι, οι μωροί, οι πλανεμένοι, οι κακόφωνοι, οι κακοφορμισμένοι και οι άμορφοι και τους δεχόσουν όλους και αγνίζονταν οι κυρ-Θόδωροι οι καφετζήδες, στην πρώτη τους μορφή και λευκαίνονταν τα ρούχα και γυμνώνονταν τα πόδια και οι ψυχές...
Και ας μην το καταλαβαίναμε... Κι ας μην μπορούσε, τόσους αιώνες, κανείς μας να προβλέψει
Αυτό που γινόταν στην μικρή εκκλησία ήταν υπαρκτό, συν τω χρόνω και άχρονο, μαζί μας και πέρα από εμάς, αλαβάστρινο, σάρκινο, ευωδιάζε μύρο, έλαμπε την λάμψη των κεριών, ηχούσε τον θρήνο του Ανθρώπου για τον Πλάστη Θεό και το Άξιον Εστί ήταν το Σώμα Του... το Σώμα μας,
Ω! των δυναστών, των ισχυρών, των μετεωρολόγων και των παραλόγων η σμικρότης...
Ω Εάρ μου γλυκύ κι απρόβλεπτο...
Πού μας ταξίδεψες! Στην Ομορφιά!
ΑπάντησηΔιαγραφή