Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_λεπτές κι ευαίσθητες τροχιές



Όλα τα κυπαρίσσια δείχνουνε μεσάνυχτα.
Όλα τα δάχτυλα
Σιωπή.

Οδ. Ελύτης



Eίναι κάποιες φορές που, όχι διστάζεις ή σκέφτεσαι, αλλά πραγματικά φοβάσαι να μιλήσεις. 
Φοβάσαι  γιατί τα γεγονότα  της ζωής είναι τόσο τραγικά ή φρικτά που νιώθεις ότι ο λόγος σου θα ακουστεί σαν μια έκ-πτωση αυτού για το οποίο μιλάς, του πράγματος που τον προκάλεσε. Νιώθεις ότι δεν έχεις δικαίωμα να μιλάς, έχεις την συναίσθηση ότι αν ο λόγος είναι πάντα ένας αντικατοπτρισμός, ένα απείκασμα της πραγματικότητας τότε υπάρχουν στιγμές της που μπορεί όχι απλώς να την αλλοιώσει αλλά περισσότερο να την προσβάλλει. 
Υπάρχουν γεγονότα που έχουν τον δικό τους λ/Λόγο ύπαρξης μέσα στον κόσμο και θα πρέπει να είσαι προικισμένος με μια επιπλέον αίσθηση, πιο εκλεπτυσμένη, να διαθέτεις κάτι παραπάνω από απλές λέξεις, αν θέλεις κάτι να πεις.
Τότε αισθάνεσαι καλύτερα μέσα στη σιωπή.
Φοβάμαι λοιπόν, να μιλήσω για το γεγονός της αυτοκτονίας του 18χρονου μαθητή από τα Γιαννιτσά. 
Φοβάμαι ότι μιλώντας γι' αυτό μπορεί χωρίς να το θέλω, να κάνω ν' ακουστεί σαν ένα γεγονός απ' αυτά τα τραγικά που κάθε μέρα αραδιάζονται από τα δελτία ειδήσεων και ξεχνιούνται αμέσως την επόμενη στιγμή, γιατί έτσι όπως λέγονται, όπως μεταδίδονται, από μια απόσταση και με ταχύτητα, ανακατεμένα με άλλα λιγότερο σοβαρά ή άσχετα ή ακόμα και φαιδρά γεγονότα, μοιάζουν με φύλλα ξερά που τα παίρνει ο άνεμος και όχι γεγονότα μπολιασμένα στη ζωή, ικανά να σε συγκλονίσουν και να σε κάνουν να σκεφτείς πολύ και σε βάθος την ζωή  την ίδια. 

Ή μπορεί μιλώντας να χρησιμοποιήσω - πάλι χωρίς να το θέλω- το λεξιλόγιο των "ειδικών", να δώσω τις αιτίες,  να το αναλύσω, να το αποδώσω στην οικονομική κρίση, να το κάνω να αφορά κάποιους "άλλους", κάποιους υπερ-ευαίσθητους εφήβους, κάποιους διαταραγμένους ανθρώπους, ίσως και τους γονείς ή το περιβάλλον, να το θεωρήσω μια ιδιάζουσα περίπτωση, ένα συμβάν σαν αυτά που συμβαίνουν κάθε χρόνο στη χώρα μας την περίοδο των εξετάσεων σε  κάποια μαθητούδια, για τα οποία  έχουμε τα μεθοδολογικά εργαλεία, τα στατιστικά δεδομένα και  μπορούμε να εξηγήσουμε επαρκώς την συμπεριφορά τους με σκοπό -ούτε λίγο ούτε πολύ- να τους την χρεώσουμε, χωρίς να θίξουμε καθόλου την ουσία.
Ναι, μπορεί  μιλώντας κανείς να καταστήσει το γεγονός του θανάτου ενός 18χρονου μπροστά από το σχολείο του ένα "περιφραγμένο" κάτι ή ένα τίποτα, ένα μοναχικό γεγονός, ξεκομμένο από τον κ/Κόσμο. Μπορεί έτσι να το φιμώσει, να του στερήσει τον "δικό" του λ/Λόγο, αυτό που κομίζει ενώπιόν μας.
Τι μπορεί να είναι αυτό
Τι άλλο από ένα κλάσμα του, ένα κομμάτι του κ/Κόσμου μας. 
 
Είναι η εξαφάνιση της Ζωής ως μια αγκαλιά.  Ως κάτι που σε θέλει, σε "γουστάρει", απλώς και μόνο έτσι, γιατί είσαι Εσύ. Και μάλιστα είναι τόσο μεγάλη και πλούσια, που θέλει όχι μόνο να σε δεχθεί μέσα της χωρίς προϋποθέσεις, χωρίς να λογαριάζει εάν ταιριάζεις ή όχι, αν μπορείς ή δεν μπορείς, αν είσαι έξυπνος ή χαζός,  αλλά θέλει να είσαι απλώς παρών στο γεγονός της, ενδιαφέρεται να βρεις την θέση σου μέσα στον κόσμο,  να αποκτήσεις συνείδηση της ζωής που αξίζεις,  αγωνίζεται μαζί σου γι' αυτήν και χαίρει γι' αυτό.

Είναι η μετατροπή της Ζωής σ' ένα τεράστιο και ατελείωτο Δικαστήριο. Όπου στο "εδώλιο" του κατηγορουμένου στεκόμαστε όλοι εμείς  για να κριθούμε, ζώντας συνεχώς με την αγωνία της κρίσης του. Ένα δικαστήριο, όπου, καθώς ο κόσμος "προοδεύει" όπως λένε, αδιάκοπα υιοθετεί πιο αυστηρά, πιο απαιτητικά κριτήρια, τα ονομάζει μάλιστα "αντικειμενικά", που ωθεί όλο και περισσότερο τους ανθρώπους και ιδιαίτερα τους νέους να στοιχηθούν πίσω από αποδεκτές και πανομοιότυπες σκέψεις και συμπεριφορές, που ζητά να του προσκομίσουμε όλο και περισσότερα τεκμήρια της αξίας μας : πτυχία σχολών, βεβαιώσεις οργανισμών, ομολογίες τραπεζών, ασφαλιστήρια εταιριών,  εκθέσεις προόδου, ελέγχους ελεγκτών, αξιολογήσεις οίκων  και άλλά τέτοια, προκειμένου να "περάσουμε" από την μια βαθμίδα στην άλλη, ήτοι να μας επιτρέψει να ζήσουμε. 
Πίσω από αυτή την αντίληψη για τη Ζωή βρίσκεται η πεποίθηση ότι η ανθρώπινη φύση  αποδίδει καλύτερα υπό καθεστώς δουλείας και διαρκούς ελέγχου και όχι αγάπης, αποδοχής και ελευθερίας. 
Μια οποιαδήποτε αυτοκτονία αυτό ομολογεί: εισάγει το καθεστώς της δουλείας του θανάτου, στο οποίο αναπόφευκτα υπόκειται η ανθρώπινη συνθήκη, εκεί, στην θέση εκείνη που θα έπρεπε να υπάρχει η όμορφη κι ελεύθερη, η "λιόλουστη" ζωή.

Οι Πανελλήνιες είναι ένας τέτοιος μηχανισμός κρίσης - επιλογής, που στέκει απέναντι και αφορά στα νέα παιδιά. Υπάρχουν όμως διάσπαρτοι παντού κι άλλοι και αφορούν όλους μας. Είναι όλοι αυτοί οι μηχανισμοί που μετατρέπουν την ζωή μια αφιλόξενη έρημο κι όλους εμάς ξένους.
Κάποιοι δεν αντέχουν να ζουν μέσα σε Ζωή - δικαστήριο και συντρίβονται. 
Κάποιοι ζουν με βαθιά τραύματα. Κάποιοι τα επουλώνουν γρήγορα και συνεχίζουν. 
Κάποιοι αναισθητοποιούνται και ξεχνούν πώς είναι να έχεις ή να είσαι μια Ζωή- αγκαλιά και λογικεύονται. 


Δεν ξέρω πώς να κλείσω αυτό το σημείωμα.
Συνεχίζω να σκέφτομαι ότι η σιωπή είναι προτιμότερη, ο λόγος μου μού φαίνεται σχεδόν γελοίος απέναντι στην τροχιά που διαγράφει ένα σώμα όταν πέφτει στο κενό, μπροστά σ' ένα σχολείο.
Ίσως, μόνο η Ποίηση θα μπορούσε  να ισορροπήσει πάνω σε αυτές τις λεπτές και ευαίσθητες τροχιές όπου μπλέκει η ζωή κι ο θάνατος, να τις σεβαστεί και ταυτόχρονα να συντριβεί μαζί τους, να δώσει χώρο και τόπο, να γίνει  κάτι διάφανο και αραχνοϋφαντο, να αφήσει να φανούν και να τις τιμήσει. 


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός