"η μουσική, παιδί μου, είναι χιλιόμετρα, μην ακούς αυτούς που βάζουν κουκκίδες στο χαρτί"
Όσο βαρούν τα σίδερα
Όσο βαρούν τα σίδερα αμάν αμάν
βαρούν τα μαύρα ρούχα
γιατί τα φόρεσα κι εγώ κόσμε ψεύτη
για μια αγάπη που ‘χα
Αμάν είχα και υστερήθηκα το μωρό μου
θυμούμαι και εστενάζω
άνοιξε γης μέσα να μπω κόσμε ψεύτη
κόσμο να μην κοιτάζω
παραδοσιακό Μικράς Ασίας
Σχόλιο για το τραγούδι του Ψαραντώνη ή (γιατί όχι;) για την Παγκοσμιοποίηση:
Μιλάνε οι άλλοι, οι διάφοροι, για την παγκοσμιοποίηση, για το παγκόσμιο οικονομικό περιβάλλον και τα τέτοια, οι τύποι με γκρι κοστούμια.
Μάλιστα. Τόσο νιώθουν την παγκοσμιότητα του κόσμου, τόσο λένε. Συλλαμβάνουν την παγκοσμιότητα του κόσμου μέσα από τους αριθμούς, τους προϋπολογισμούς, τους καταμερισμούς, τους εμπορικούς δασμούς.
Εγώ νιώθω αλλιώς. Παγκοσμιοποίηση για μένα είναι :
Αυτό που λέει η λέξη, Ποίηση σε στιγμές παγκόσμιου συγκλονισμού.
Είναι που ξεκινάει ο Ψαραντώνης στην κοσμάρα του, μέσα σ' ένα υπερσύγχρονο θέατρο κάπου στη βόρεια Ευρώπη,
Είναι που έχουν ξεκινήσει διάφοροι άνθρωποι από τα σπίτια τους για να παρακολουθήσουν μια συναυλία ρεβεγιόν για την πρώτη του έτους 2013.
Είναι η πολύ καλή κλασική ορχήστρα.
Είναι το φως που πέφτει γαλάζιο πάνω στη σκηνή και πάνω του και φαίνονται τα γεροντικά χέρια του, τα μαγικά, με τις μπλε φλέβες διακλαδωμένες, σαν φλέβες πέτρας ή σαν ρίζες,
Είναι που κάθεται μόνος του στη μέση της σκηνής,
Είναι η μουσικός με το φλάουτο και τα ωραία χτενάκια στα μαλλιά της,
Είναι ο μουσικός με την γραβάτα που σε λίγο θα σηκωθεί από την θέση του, θα γονατίσει και θα κοιτάζει, παίζοντας το ταμπούρλο του, με μια έκσταση, ανάμικτη με σεβασμό και περιέργεια ζωγραφισμένα όλα στο πρόσωπό του,
Είναι κι άλλος, ο νεότερος, που θα κατέβει κι αυτός από τη θέση του και θα γονατίσει στ' δεξιά του και θα σχηματιστεί στο πρόσωπό του μια ηδονική προσήλωση,
Είναι ο Ψαραντώνης που ξαφνικά τινάζεται, σαν να τον μαστίγωσαν, με τη μαλλούρα του φωτοστέφανο, με το τσόχινο παντελόνι που φορούν στα καφενεία των ορεινών χωριών της Κρήτης και τις αρβύλες με την προκαδούρα.
Είναι το σκοτεινό, σπηλαιώδες στόμα του, που βρυχάται ήχους που βγαίνουν από τα βάθη της γης και ξεκινάει να τραγουδάει για κάποιον που έχασε την αγάπη του και μαυροφόρεσε το βαρύ, σαν τα σίδερα, πένθος του χωρισμού και παρακαλάει ν' ανοίξει η γη, να μπει, να μη κοιτάζει πια τον ψεύτικο κόσμο.
Είναι που έρχεται και σε παίρνει η μουσική κι η βραχνή φωνή, που υψώνεται και μετά πέφτει απότομα και χάνεται, και σε πάει να σταθείς δίπλα, σ' έναν άνθρωπο που θρηνεί πάνω σ' ένα τάφο ή πάνω σ' ένα βουνό, απευθύνοντας τον θρήνο του πότε ψηλά στον ουρανό και πότε χαμηλά στη γη... για ν' ανακαλύψεις ότι ο άνθρωπος αυτός είσαι εσύ ο ίδιος.
Είναι που μιλάει για τον πόνο, που ανθρωποποιεί κι αγιάζει τους ανθρώπους.
Κι όλα αυτά περνούν σαν ρεύμα ηλεκτρικό και συγκλονίζουν τους θεατές
Κι αυτοί χειροκροτούν και επευφημούν τον εκτελεστή που έχουν αντίκρυ τους και τον ευχαριστούν που εξιλεώθηκαν, που ανέπνευσαν, που είπε το στόμα του το "αχ" το δικό τους. Που επιβεβαιώθηκε μέσα τους η ανθρωπιά τους.
Κι αυτοί χειροκροτούν και επευφημούν τον εκτελεστή που έχουν αντίκρυ τους και τον ευχαριστούν που εξιλεώθηκαν, που ανέπνευσαν, που είπε το στόμα του το "αχ" το δικό τους. Που επιβεβαιώθηκε μέσα τους η ανθρωπιά τους.
Πως ναι, έτσι είμαστε οι άνθρωποι, παντού, σε όλο τον κόσμο.
Και μην ακούτε αυτούς που βάζουν ... κουκκίδες στο χαρτί στην Αθήνα ή στο Άμστερνταμ, αυτό είναι ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ-ΠΟΙΗΣΗ..
16.11.2013
Το διάβασα. Και δάκρυσα...
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι το τραγούδι.. άκου το τραγούδι.
ΑπάντησηΔιαγραφήτι να πούμε εμείς....
είχα και υστερήθηκα γιασεμί μου
θυμούμαι και στενάζω....
τέτοια μουσική, τέτοια γλώσσα!!