Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_για μας τους αργοφώτιστους





Στην αρχή ήταν η Ντροπή.
Μετά το «είναι αργά για μένα»
Μα ποτέ δεν είναι αργά για μια αρχή.
Ήρθα στο Εσπερινό Λύκειο με μεγάλη αγωνία για το τι θα συναντήσω εδώ, αφού δεν είχα και τις καλύτερες εντυπώσεις για το σχολειό και τους καθηγητές.
Ερχόμενη τη πρώτη μέρα εδώ ένιωσα σαν το παιδάκι που πάει πρώτη φορά στο σχολειό, αφού πέρασαν 22 χρόνια από την τελευταία φορά.
Στα σκαλιά της εισόδου βρισκόταν ο διευθυντής μας ο κύριος Λεωνίδας Ακριβάς μαζί με τον κύριο Νίκο Βερυβάκη.  
Με υποδέχτηκαν και μου έδειξαν το δρόμο για το γραφείο.
Και σαν τεμπέλα που είμαι στο θέμα της γραφειοκρατίας, με κατάλαβε η κυρία Θάλεια Ιερονυμάκη και μου είπε: «Άστο θα το βρούμε εμείς το χαμένο απολυτήριό σου».
Στη συνεχεία μου έδωσε μια αίτηση που έπρεπε να συμπληρώσω .
Της είπα ότι δεν ξέρω τι πρέπει να γράψω και τι θέλω εγώ εδώ, που δεν ξέρω ούτε καν το όνομα μου να γράφω, που λέει ο λόγος. Μου είπε, δεν πειράζει γι αυτό είμαστε εμείς εδώ και  την συμπλήρωσε η ίδια.
Έπρεπε όμως να ξαναγυρίσω για ένα έγγραφο που ήταν απαραίτητο και βρισκόταν στο σπίτι μου .
Έφυγα και είπα φεύγοντας: «Φεύγω αλλά δεν ξέρω αν θα ξαναγυρίσω…»  και τότε ακούω μια φωνή να λέει τόσο όμορφα και γλυκά: « Να ξαναρθείς εμείς σε θέλουμε εδώ» ήταν η Βασούλα μας η κυρία Βασιλική Κνήτου.
Έφυγα σαν να είχα πιει το πιο καλό κρασί και σκεφτόμουν: μα να’ ναι τόσο καλοί άνθρωποι εδώ.
Πήγα στο σπίτι πήρα το έγγραφο και γύρισα.
Στην επιστροφή έχασα το δρόμο, τον προσανατολισμό μου, έψαχνα, έψαχνα γύρω - γύρω από το σχολειό και σκεφτόμουν και μονολογούσα : Άστο δεν το θέλει η μοίρα σου, φύγε, γύρνα σπίτι σου και όσο δεν το θελε η μοίρα μου, να το μπροστά μου.
Στην αρχή ήταν δύσκολα αλλά με την υπομονή την κατανόηση και  παρότρυνση, την συμπαράσταση και την  αγάπη της κύριας Κατερίνας Βλοντάκη, του κύριου Βαγγέλη Μπαλιαση, του κυρίου  Κουρκουμελάκη Αντώνη, του κυρίου Μουζή Διονύση, του κυρίου Αντώνη Κοκκινάκη, που μας έλεγε  –κι ήταν όντως αλήθεια -  ότι σύντομα θα νιώθαμε στο Εσπερινό  σαν το δεύτερο σπίτι μας, χάρις όλων αυτών είμαι εδώ´  ακόμα εδώ.
Είμαι στο 3ο έτος´ τι έχω κερδίσει;  έμαθα πράγματα που δεν υπήρχε περίπτωση να τα μάθω ποτέ.
Άνοιξε το μυαλό μου, ο ορίζοντας μου, άλλαξαν τα ιδανικά μου, ο τρόπος που σκέφτομαι, βλέπω και ζω τη ζωή και το μέλλον.
Τώρα μπορώ να δω χιλιόμετρα πιο μακριά.
Μου δόθηκαν και μου δίνονται ευκαιρίες για το μέλλον μου για να έχω και εγώ την ελπίδα και την ευκαιρία να ελπίζω σ’ ένα καλύτερο αύριο  για μένα και τον κόσμο.
Ευχαριστώ από καρδιάς όλους τους καθηγητές μου.
Εύχομαι και ελπίζω να μην κλείσουν ποτέ τα Εσπερινά Σχολεία και να συνεχίσουν να φωτίζουν εμάς τους αργοφώτιστους.

Το παραπάνω κείμενο γράφτηκε από τη Νίκη Στρατάκη, 40 χρονών. Όταν το διάβασε δημόσια έτρεμε, γιατί ποτέ δεν είχε σταθεί ενώπιον κάποιου κοινού, για να εκφωνήσει έναν λόγο. Όταν το διάβασε την είχαν εκλέξει οι συμμαθητές της, του Εσπερινού Λυκείου Χανίων, πρόεδρο του Δεκαπενταμελούς Συμβουλίου. Ακούγοντάς την, κάποιοι από αυτούς δάκρυσαν. Και οι καθηγητές της  ένιωσαν παράξενα, γιατί είχαν καιρό να ακούσουν κάποιον να μιλάει τόσο αυθεντικά για το έργο που κάνουν στο σχολείο. 
Το ίδιο αυτό κείμενο, μετά από παρότρυνση των συμμαθητών της Νίκης, δημοσιεύθηκε σε τοπική εφημερίδα στις 14/11. 
Δημοσιεύθηκε σαν μια απλή επιστολή. Εκεί που μπαίνουν όλες οι επιστολές των αναγνωστών με την προσφώνηση : "κύριε  Διευθυντή", χωρίς να δοθεί καμία ιδιαίτερη σημασία ή αξία. 
Δεν θα μπορούσαμε να προσδοκούμε κάποια άλλη αντιμετώπιση. 
Εξάλλου γράφονται και λέγονται τόσα πολλά κάθε μέρα....

Εγώ όμως που ξέρω, δεν μπορώ να τ΄αφήσω να περάσει έτσι, σαν ένα παραλειπόμενο.     Δημοσιεύω, σήμερα, από το ελάχιστο αυτό βήμα, το κείμενο αυτό, αφού πρώτα πήρα την άδεια της Νίκης.   
Το κείμενο αυτό μου λύνει τα χέρια για να δείξω έναν άνθρωπο που τα'βαλε με την μοίρα του και θέλησε να την αλλάξει. 
Και πιστέψτε με, αυτό που αποκαλούμε "μοίρα" και "τύχη" δεν στάθηκε φιλική με τη Νίκη. Δεν την χάιδεψε ο τόπος και ο καιρός. Είναι μια ιστορία... 

Εάν το δημοσιεύω δεν είναι για να εγκωμιάσω τη Νίκη, η ίδια δεν έχει ανάγκη εγκωμίων ή δημοσιότητας.  
Σας καλώ να διαβάσετε (όσοι το διαβάσετε) το κείμενο αυτό ως μια απάντηση σε δύο υποθετικές ερωτήσεις που δεν τέθηκαν ποτέ . Δεν τέθηκαν ποτέ από κανέναν δημοσιογράφο, όταν απέναντί του είχε κάποιον υπουργό Παιδείας, ο οποίος εξήγγειλε κάποια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, ούτε και τώρα που τα θέματα της εκπαίδευσης έχουν έρθει και πάλι στο προσκήνιο με αφορμή την κατάρρευση του Δημόσιου Πανεπιστημίου. 

Οι δύο ερωτήσεις :  "Τι είναι για σας, κ. υπουργέ ή κ. βουλευτή ή κ. πρωθυπουργέ ή κύριε και κυρία που μιλάτε, η Γνώση; "
και "Τι είδους άνθρωπο θέλετε να φτιάξετε μέσα απ' αυτή την εκπαιδευτική αλλαγή ή την σπουδαία μεταρρύθμιση";
Είναι τα δύο κεφάλαια πάνω στα οποία εργάζεται κάθε εκπαιδευτικό σύστημα. 
Κι όμως ποτέ δεν τίθενται ως θέματα προς συζήτηση. 

Η Νίκη, οι συμμαθητές της στο Εσπερινό και ασφαλώς οι καθηγητές της, απαντούν σε αυτά τα ερωτήματα. 
Τι είναι Γνώση, λοιπόν  : Άνοιξε το μυαλό μου, ο ορίζοντας μου, άλλαξαν τα ιδανικά μου, ο τρόπος που σκέφτομαι, βλέπω και ζω τη ζωή και το μέλλον. Τώρα μπορώ να δω χιλιόμετρα πιο μακριά.
Και  τι είδους άνθρωπο θα έπρεπε να θέλει κάθε εκπαιδευτικό σύστημα να φτιάξει : 
Μου είπε, δεν πειράζει γι αυτό είμαστε εμείς εδώ
Γι' αυτό είμαστε εμείς εδώ....

Κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να αλλάξει μόνος του την τύχη του, την μοίρα του, να χαράξει άλλους ορίζοντες. Δεν μπορεί να γίνει ο αληθινός του εαυτός, όταν είναι μόνος του, όταν δεν έχει βοήθεια. Όπως ακριβώς κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να γεννηθεί μόνος του.
Είναι φρικτά ψέματα αυτά που λέγονται, έχοντας κυρίως υπερατλαντική αφετηρία, περί του αυτοδημιούργητου ανθρώπου. 
Όταν είναι μόνος του κανείς, μπορεί να γίνει ένα γρανάζι σε μια καλολαδωμένη μηχανή. Ένα μοναχικό γρανάζι που δεν ξέρει πώς δουλεύει η μηχανή ούτε τι έργο εκτελεί. Απλώς βρίσκεται εκεί στη θέση του και επιτελεί την μονότονη εργασία του. 
Αυτό ακριβώς κάνουν τα εκπαιδευτικά συστήματα στον μετα-καπιταλιστικό κόσμο μας. 
Φτιάχνουν μοναχικά γρανάζια, πολύ εξειδικευμένα στο έργο τους, μονόχνωτα και φοβικά γρανάζια. 

Ένας άνθρωπος όμως που παιδεύτηκε μέσα σ' ένα εκπαιδευτικό σύστημα, όπως οι έλληνες πρώτοι το συνέλαβαν ως μια σχέση με το παρόν και το παρελθόν, τον οίκον και την πόλιν, είναι μια ζωντανή παρουσία. 
Είναι εκεί, παρών σε σχέση με τους άλλους, παρών για τον εαυτό του και τον άλλον, για την εργασία του και την εποχή του, για την ιστορία της χώρας του και του κόσμου. Γιατί μόνο η παρουσία μας μέσα στην σχέση με...μπορεί να μας βοηθήσει να αλλάξουμε οι ίδιοι και να δώσει στον κόσμο την ελπίδα της αλλαγής. 
Γι' αυτό και η γνώση είναι μια αδιάσπαστη ενότητα, μια μεγαλειώδης πορεία του ανθρώπου να στεριώσει πάνω σε τούτη τη γη, μέσα από ματαιώσεις και πισωγυρίσματα, μέσα από λάθη και πολέμους, μέσα από τραγωδίες και στιγμές μεγάλης ανάτασης. 
Έτσι μπορούμε να λέμε "γι' αυτό είμαστε εμείς εδώ", εδώ που είμαστε, παρόντες. 
Γι' αυτό οι καθηγητές της Νίκης έχουν όλοι ονοματεπώνυμο. Δεν είναι απλώς κάποιοι δημόσιοι υπάλληλοι μέσα σε ένα απρόσωπο και απαθές  δημόσιο σύστημα. Είναι συγκεκριμένοι άνθρωποι που φέρουν τιμητικά, όπως το όνομά τους,  το βάρος της θέσης τους μέσα στο σχολείο. 

Ίσως, θα μου πείτε, τα Εσπερινά Λύκεια είναι ένας παράπλευρος θεσμός. Δεν περνάει μέσα από τα Εσπερινά Λύκεια η ουσία της κυβερνητικής πολιτικής, της αξιολόγησης και της προετοιμασίας για την αγορά εργασίας. Είναι κάτι σαν προνοιακές κοινωνικές δομές για κάποιες ειδικές ομάδες του πληθυσμού. 
Ακριβώς γι' αυτό παραμένουν επί της ουσίας, τόσο της γνώσης όσο και της εκπαίδευσης. 

Ναι, Νίκη, στις μέρες μας το φως αργεί, υπάρχουν πολλά εμπόδια στο δρόμο του.
Γι' αυτό είμαστε, όπως σωστά το λες,  "αργοφώτιστοι". 
Ή όπως το είπε ο ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης : 
Κι ήθελε ακόμη πολύ φως να ξημερώσει
όμως εγώ δεν παραδέχθηκα την ήττα


Χανιά 24 Νοεμβ.2013

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός