Το κείμενο της προηγούμενης ανάρτησης, "Το πορτοκαλί φεγγάρι της Αίγινας" του κ. Κ. Καναβούρη, μου θύμισε το ποίημα "Χωρίς τίτλο", που είχα γράψει πριν κάμποσο καιρό και σκέφτηκα να το αναρτήσω, προς τέρψιν και χάριν παιδιάς των λιγοστών, πλην εκλεκτών, αναγνωστών της σελίδος τούτης...
Εξάλλου, εκτός των συνειρμών του πορτοκαλί, που συνδέουν τα δύο κείμενα, το βρίσκω εξαιρετικά επίκαιρο...
(Πρώτη δημοσίευση στον paracosmo : 9/2/2014)
Απόψε στις οκτώμισι
την ώρα που περπάταγα στον πλατύ διάδρομο του σχολείου μου,
Αχ! αν άνοιγες επιτέλους,
αν άδειαζες όλο το πορτοκαλί πάνω σ' αυτόν το κόσμο,
τον καλύτερο δυνατό κόσμο του Λάιμπνιτς,
αν γέμιζες όλες τις αδειανές στέρνες των κατηγοριών του Καντ,
αν γινόσουν οργισμένο απόλυτα, όπως θα ήθελε ο Χέγκελ,
αν έδειχνες όλη την μοναχική απελπισία σου όπως ο Κίργκεκορ
ουου ου.. στην πόλη σας, ουου ου... στους μεταπράτες της,
στους διαφημιστές και στους διαφημιζομένους,
στους καταναλωτές και τους καταναλισκομένους,
στους αργυραμοιβούς και στα ενέχυρά τους,
ουου ου.... στους ρήτορες και στα αυτιά τους ουου,
στα γήπεδα και στα σχολεία ου, ου
στους κυβερνήτες, ου στους λιποτάχτες,
ου στα μέσα και στα έξω
ου, ου ου ου, στους γραφιάδες ποιητές,
ου ου στην αβάσταχτη ελαφρότητα των συναισθημάτων τους,
ου στην καλπάζουσα ανία σας,
ου στην μικρόψυχη ευζωία σας,
ου στον βάλτο που έχετε μέσα σας,
ου στην ανασταλθείσα εγκεφαλική λειτουργία σας,
ου στην παγοκύστη της καρδιάς σας,....
Εξάλλου, εκτός των συνειρμών του πορτοκαλί, που συνδέουν τα δύο κείμενα, το βρίσκω εξαιρετικά επίκαιρο...
(Πρώτη δημοσίευση στον paracosmo : 9/2/2014)
Απόψε στις οκτώμισι
την ώρα που περπάταγα στον πλατύ διάδρομο του σχολείου μου,
μιλώντας ακόμα με τους αιώνες για ιδέες και για ρητορική,
την ώρα που εγώ πήγαινα στη στάση,
την ώρα που τελείωνε μια μέρα μου,
το Φεγγάρι ολοστρόγγυλο, όλο πορτοκαλί, όλο τεράστιο,
βαρύ - βαρύ και ξέχειλο, γεμάτο πάνω απ' την πόλη,
σαν να κρατιέται ίσα να μην εκραγεί
την ώρα που εγώ πήγαινα στη στάση,
την ώρα που τελείωνε μια μέρα μου,
το Φεγγάρι ολοστρόγγυλο, όλο πορτοκαλί, όλο τεράστιο,
βαρύ - βαρύ και ξέχειλο, γεμάτο πάνω απ' την πόλη,
σαν να κρατιέται ίσα να μην εκραγεί
την ώρα που περπάταγα...
Αχ! αν άνοιγες επιτέλους,
αν άδειαζες όλο το πορτοκαλί πάνω σ' αυτόν το κόσμο,
τον καλύτερο δυνατό κόσμο του Λάιμπνιτς,
αν γέμιζες όλες τις αδειανές στέρνες των κατηγοριών του Καντ,
αν γινόσουν οργισμένο απόλυτα, όπως θα ήθελε ο Χέγκελ,
αν έδειχνες όλη την μοναχική απελπισία σου όπως ο Κίργκεκορ
στην Κοπεγχάγη,
αν γινόσουν causa sui όπως σε πίστεψε ο Σπινόζα,
τότε ίσως να εμφανιζόταν γυμνός ανάμεσα απ' τα δέντρα
ένας αγαθός άγριος όπως τον φαντάστηκε ο Ρουσσώ
και ν' άρχιζε να φωνάζει :αν γινόσουν causa sui όπως σε πίστεψε ο Σπινόζα,
τότε ίσως να εμφανιζόταν γυμνός ανάμεσα απ' τα δέντρα
ένας αγαθός άγριος όπως τον φαντάστηκε ο Ρουσσώ
ουου ου.. στην πόλη σας, ουου ου... στους μεταπράτες της,
στους διαφημιστές και στους διαφημιζομένους,
στους καταναλωτές και τους καταναλισκομένους,
στους αργυραμοιβούς και στα ενέχυρά τους,
ουου ου.... στους ρήτορες και στα αυτιά τους ουου,
στα γήπεδα και στα σχολεία ου, ου
στους κυβερνήτες, ου στους λιποτάχτες,
ου στα μέσα και στα έξω
ου, ου ου ου, στους γραφιάδες ποιητές,
ου ου στην αβάσταχτη ελαφρότητα των συναισθημάτων τους,
ου στην καλπάζουσα ανία σας,
ου στην μικρόψυχη ευζωία σας,
ου στον βάλτο που έχετε μέσα σας,
ου στην ανασταλθείσα εγκεφαλική λειτουργία σας,
ου στην παγοκύστη της καρδιάς σας,....
τότε, την ώρα που ξαλαφρωμένο, αργυρό και καθαρό,
ανέβαινες ψηλά εσύ,
θα μεταμορφωνόταν σε λύκαινα,
όπως θα την ήθελε ο Χομπς
και θα ούρλιαζε το ουρλιαχτό της ξαφνιασμένης πλάσης:
ουουουουου πού είσαι ; πού είσαι ταίρι μου;
ανέβαινες ψηλά εσύ,
θα μεταμορφωνόταν σε λύκαινα,
όπως θα την ήθελε ο Χομπς
και θα ούρλιαζε το ουρλιαχτό της ξαφνιασμένης πλάσης:
ουουουουου πού είσαι ; πού είσαι ταίρι μου;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου