Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_ιστορίες φροντίδας σε χώρο εσωτερικό (iv)


Επαλήθευση της θεωρίας μες την κουζίνα,  γύρω απ'το τραπέζι το βράδυ...

Η κληματαριά πέταξε μικρά πράσινα φύλλα  και δεν την σκέφτομαι πια.
Τώρα είναι η εποχή που ξυπνάνε οι αράχνες.
Έχω λοιπόν κι εγώ το νου μου στις αράχνες.
Όχι μόνο στα φανερά σημεία,  σε ταβάνια και στις γωνίες των τοίχων, αλλά στα πιο απόκρυφα και υπεράνω πάσης υποψίας σημεία,  τρυπώνουν οι αράχνες.... στα κενά που αφήνουν οι τάβλες των κρεβατιών, ανάμεσα στα λούκια που κάνουν τα κάτασπρα δαντελένια κουρτινάκια καθώς πέφτουν με χάρη... παντού.
Βρίσκουν απίθανες δικαιολογίες για να στήνουν τους ιστούς τους.
Δεν χρειάζεται να δικαιολογούνται. Όχι σε μένα αυτά...
Είναι απλώς αράχνες μες την αραχνοειδή αποπνικτική τους μοίρα.

 Μικρά σώματα παγιδευμένα, ρουφηγμένα  κι άδεια.

Πάτησε πόδι.... στον τρίτο γιο  είχε δώσει το όνομα του πατέρα της....
εκείνος δεν μπορούσε να ζήσει...
κι εκείνη αρνιόταν να πεθάνει...
Ένας μεταβολισμός θανάτου που δεν νικήθηκε απ' την αγάπη και κακοφόρμισε...

Εγώ, χωρίς να μιλάω καθαρίζω όσο μπορώ και κάθε μέρα ξαραχνίζω το σπίτι...

Κι όταν ξεμπερδεύω πια απ' τις δουλειές, κάθομαι στην κουζίνα και επαληθεύω τις θεωρίες που έχουν διατυπωθεί για τις αράχνες, τους ιστούς, τους δεσμούς και τα θύματα.



Σχόλια

  1. Ανώνυμος16/4/16, 6:21 π.μ.

    Μου δημιουργείται η εντύπωση οτι υπηρετείς μια γυναίκα "αράχνη".Ειναι όντως έτσι;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ανώνυμος16/4/16, 6:25 π.μ.

    Κακή διατύπωση,(...φροντίζεις...) ειναι το σωστό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός