Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_όχι, κυρία Νταλάρα*, δεν έχουμε την ίδια αγωνία!!


(καλοκαίρι του 2012, πριν τις εκλογές που έσωσαν την χώρα από την εξευτελιστική και καταστροφική έξοδο)

Δεν έχουμε την ίδια αγωνία, αλλά δεν ξέρω πώς να το αποδείξω.
Εσύ μιλάς για την αγωνία σαν πρόκειται για ένα κοινό πράγμα, κάτι αυταπόδεικτο, κάτι δικό σου και δικό μου και έτσι όπως σ’ ακούω να μιλάς τόσο πειστικά και έχοντας το ανάλογο ύφος, είναι σα να  ξέρεις και σαν να ζεις το πράγμα αυτό που λες «αγωνία».
Όμως εγώ σε βλέπω πρωί στο γυαλί της τηλεόρασης τόσο σίγουρη, τόσο λαλούσα, τόσο ποιημένη και σκέφτομαι πως από κάπου αντλείς αυτή την σιγουριά, αυτό το λόγο, αυτή την περιποίηση.

Ίσως η εικόνα σου να οφείλεται στο σημερινό σου ταχυδρομείο, όπου όπως κάθε μέρα βρήκες τόσες προσκλήσεις να σε περιμένουν. Προσκλήσεις για εγκαίνια, για εκδηλώσεις, για συζητήσεις, για συναυλίες, για επισκέψεις που θα γεμίσουν έναν φόρτο γλυκό τις μέρες του καλοκαιριού αλλά και του φθινοπώρου....

Ίσως να οφείλεται στο ότι σήμερα όπως και κάθε ημέρα, γύρω σου βρίσκονται τόσοι άνθρωποι που περιμένουν ν’ ακούσουν τι θα πεις εσύ, και είναι σίγουροι πως κάτι θα πεις σπουδαίο και σημαντικό και θα σε θαυμάσουν γι’ αυτό....

Ίσως να οφείλεται στον σύζυγό σου, που είναι τόσο σπουδαίος, τόσο δημοφιλής, τόσο δημιουργικός, που ξέρει να βάζει στόχους και να τους πετυχαίνει και έτσι εσύ μπορείς να τον θαυμάζεις ακόμα....

Ίσως να οφείλεται στο οικογενειακό σου περιβάλλον, στο ύψος του τραπεζικού σου λογαριασμού, στα συμβόλαια που έχεις υπογράψει, στην αλβανίδα ή ελληνίδα ή ρωσίδα που έχεις στο σπίτι σου και στρώνει το κρεβάτι σου.....

Ίσως να οφείλεται στην κομμώτριά σου, στον προσωπικό σου γυμναστή, στον ψυχοθεραπευτή σου. Ίσως να είναι όλα αυτά στοιχεία του χαρακτήρα σου, των προσωπικών σου ικανοτήτων....

Όπως και να το δει όμως κανείς είναι τόσο πολλά και τόσο διαφορετικά όλα αυτά τα δεδομένα από ότι εγώ μπορώ να σκεφτώ για τον εαυτό μου.
Ίσως γιατί εμένα κανείς δε μου στέλνει  προσκλήσεις για ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις, για επισκέψεις σε μουσεία και μέγαρα συναυλιών. Ίσως γιατί, όσο περνούν οι μήνες όλο και πιο σπάνια μιλάω κι αυτά που έλεγα -μη φανταστείς πολυπληθή ακροατήρια– αυτά που έλεγα το μεσημέρι στα παιδιά μου, στο τραπέζι, ότι όλα θα πάνε καλά και θα τα καταφέρουμε, δεν τα λέω πια, γιατί κανείς δεν με πιστεύει, κι ούτε θέλουν πια να με ακούν.
Ίσως γιατί ο άντρας μου είναι άνεργος και τόσο κουρασμένος, τόσο φοβισμένος τα βράδια, που μόνο θλίψη μου προκαλεί.
Ίσως γιατί εγώ γεννήθηκα αλλού, γιατί δεν έχω καθόλου χρήματα, γιατί σήμερα που ξύπνησα τα πόδια μου ήταν πρησμένα, σε σημείο που οι σαγιονάρες μου να με βασανίζουν.
Ίσως γιατί η παιδεία μου, ο χαρακτήρας μου, αυτές οι ικανότητές μου καθόλου δεν μοιάζουν με τις δικές σου.

Οπότε το αρχικό ερώτημα – πρόβλημα παραμένει : πού στηρίζεις τον ισχυρισμό σου ότι έχουμε την ίδια αγωνία; Εξετάζοντας την δική μου βρίσκω ότι στηρίζεται σε πολύ πραγματικά στοιχεία, είναι δηλαδή μια  απτή, μετρήσιμη αγωνία. Η δική σου πάλι μου φαίνεται μια αφηρημένη, ένα απείκασμα αγωνίας.
Πού όμως σε ποιο σημείο γίνεται η μετατροπή, αυτή η μεταστροφή της πραγματικής αγωνίας σε κάτι αφηρημένο και ως αφηρημένη μορφή μπορεί ο καθένας να το μεταχειρίζεται, να μιλάει για λογαριασμό του και να το οικειοποιείται χωρίς κόστος;

Νομίζω λοιπόν ότι έχει να κάνει με την διαδικασία εκείνη που λέει ότι στις κοινωνίες μας (αποφεύγω τον όρο «καπιταλιστικές») που ζούμε ο κάθε άνθρωπος μπορεί να τεμαχιστεί, να μεριστεί σε διάφορα μερίδια, μικρά ή μεγάλα κομμάτια∙ μπορεί ένα από αυτά να είναι η φαντασία του, ένα άλλο ο ερωτισμός του, ένα άλλο η αγωνία του, ένα άλλο οι αποκτημένες ικανότητές του, ένα άλλο οι ορέξεις του κ.ο.κ. Και  ένα άλλο η εργατική του δύναμη, το πρώτο αυτό που αποσπάστηκε από τον άνθρωπο και ξεχώρισε σαν κάτι αφηρημένο.
Όταν όμως όλα αυτά αποκοπούν από τον φορέα τους, από την πραγματική τους βάση, δηλαδή από τον άνθρωπο, που τα στηρίζει τότε γίνονται απεικάσματα, γίνονται αφηρημένα, έτσι που μπορεί σε ένα επίπεδο γενικότητας να αφορούν όλους και εσένα βέβαια.
Κάτι τέτοιο, σκέφτομαι, ότι δεν θα ήταν δυνατό να συμβεί σε παλαιότερες εποχές, σε άλλες κοινωνικές δομές π.χ. σε φεουδαρχικές κοινωνίες. Μπορείς να φανταστείς, κυρία Νταλάρα, έναν φεουδάρχη ή τον γιό του, να λέει απευθυνόμενος στους δουλοπάροικούς τους: «έχουμε την ίδια αγωνία» και να γίνεται πιστευτός;
Η ιδιότητά του ήταν συνυφασμένη με τη θέση του, με τα λεγόμενα και τις πράξεις του και όλα αυτά τα υποβάσταζε ο ένας κι αδιαίρετος εαυτός του.

Όμως στις νεωτερικές μας κοινωνίες έγινε αντιληπτό ότι τον άνθρωπο και την ανθρώπινη φύση, όπως και την Φύση στο σύνολό της, μπορείς πολύ ευκολότερα να την συλλάβεις, να την διαπιστώσεις, να την ελέγξεις εάν την διασπάσεις σε μικρότερα κομμάτια και να την μελετήσεις επιστημονικά, ως εάν κάθε κομμάτι της να είναι μια χημική ένωση, κάτι σαν το Η2Ο.  Έτσι μπορείς να την συμπεριλάβεις σε στιχάκια (π.χ. ο καφενές που έχτισε το δάκρυ, αυτών που μένουνε, αυτών που μένουνε και περιμένουνε), να την επενδύεις, να την ανταλλάσσεις, όπως γίνεται με κάθε τι άλλο εμπόρευμα σ’αυτό τον καινοφανή μας κόσμο. Και το κυριότερο μπορείς να βγάζεις χρήματα, να κερδίζεις δόξα, να πείθεις. 
Έτσι συντελείται ένας αρθρωτός κόσμος  μεμονωμένων  αντικειμενικών γεγονότων.
Ταυτόχρονα όμως σπάει κάθε  δεσμός ανάμεσα στον άνθρωπο και τις ανθρώπινες καταστάσεις. Και αυτές οι  ικανότητες, φύσεις, δυνατότητες, γίνονται φασματικές υποστάσεις που ο κάθε ένας μπορεί να περιφέρει σε τηλεοράσεις, σε πάνελς, σε συνέδρια, σε συναντήσεις και απέναντί τους ο άνθρωπος να βρίσκεται αδειανός από κάθε περιεχόμενο ζωής, κάθε νόημα, κάθε διακριτότητα. Να ακούει ότι κάτι λένε γι’ αυτόν και την ζωή του αλλά από μια απόσταση, παραμορφωμένο, παραποιημένο, κάτι ξενικό.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, κυρία Νταλάρα, νομιμοποιείσαι να μιλάς για την «κοινή μας αγωνία» και όχι μόνο να μιλάς γι’ αυτήν  αλλά και από αυτή  να πηγάζει ο πλούτος σου,  οι τεράστιες δυνατότητές σου,  η σιγουριά σου, η διαφορά μας εν τέλει.

Νομιμοποιείσαι εσύ ή κάποιος άλλος, όχι επειδή έχεις εκλεγεί στο κοινοβούλιο και θεωρείσαι εκπρόσωπος της λαϊκής βούλησης, αλλά στο βαθμό που εμείς αποδεχόμαστε τον διαμελισμό μας. Νομιμοποιείσαι στο βαθμό που εμείς δεν έχουμε μια ενιαία ανθρώπινη υπόσταση και εκχωρούμε σ’ εσένα το δικαίωμα να εκπροσωπείς ένα κομμάτι μας. Περί αυτού πρόκειται, και όλοι φαίνεται να το έχουν ξεχάσει. Τόση η απόσταση πια…

*Στην θέση του ονόματος αυτού μπορούσε να υπάρχει ένα άλλο : π.χ. Πρετεντέρης, Τρέμη, Λοβέρδος, Καψής  κ.άλ. Το θέμα δεν είναι η κυρία Νταλάρα, την οποία δεν γνωρίζω, αλλά  το  φαινόμενο «κυρία Νταλάρα» στο οποίο περιλαμβάνονται και πλείστες άλλες περιπτώσεις, ακόμα και μια ολόκληρη εποχή. 

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός