Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_H γυναίκα από το Δίστομο

 

 Η μαυροντυμένη κοπέλα, η άσημη Μαρία Παντίσκα, είναι ίσως το πιο διάσημο πορτρέτο Ελληνίδας στον πλανήτη

 Του Κωστή Χριστοδούλου 
Φθινόπωρο του 1944. Ο Ουκρανός φωτογράφος Ντμίτρι Κέσερ βρίσκεται στην Ελλάδα απεσταλμένος του περιοδικού Life και καταγράφει την υποχώρηση των Γερμανών . Σ' αυτόν χρωστάμε μοναδικά ντοκουμέντα για όσα που έζησε η χώρα στην δεκαετία του '40. Ήταν παρών με τον φακό του στα Δεκεμβριανά, στην επίσκεψη Τσόρτσιλ στην Αθήνα, αλλά και αργότερα στον εμφύλιο πόλεμο.
Τον Οκτώβριο επισκέφθηκε και το μαρτυρικό Δίστομο λίγο μετά από τις θηριωδίες των Γερμανών και απαθανάτισε τους εναπομείναντες κατοίκους να προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους. Εκεί, μεταξύ των άλλων φωτογραφίζει την μαυροφορεμένη Μαρία Παντσίκα η οποία έμελλε να γίνει μία από τις πιο γνωστές φωτογραφίες που απεικονίζουν τον πόνο της απώλειας. Τις φωτογραφίες μαζί με τις μαρτυρίες τις στέλνει πίσω στην Αμερική και αυτές δημοσιεύονται τελικά στις 27 Νοεμβρίου στο Life.
To τεύχος αυτό ήρθε ξανά στο φως χάρη στην επιμονή ενός φοιτητή από το Δίστομο που σπούδαζε στην Καλιφόρνια. Έτσι αφηγείται ο ίδιος την εύρεση του περιοδικού στο “Αράχωβας Blog”:

"Το περασμένο καλοκαίρι περπατούσαμε με ένα φίλο στο Berkeley χωρίς συγκεκριμένο προορισμό. Δίπλα μας σε ένα ισόγειο κτήριο που έμοιαζε αποθήκη γίνονταν δημοπρασίες. Αποφασίσαμε να μπούμε  από περιέργεια, εκείνος για τα αντικείμενα της δημοπρασίας, εγώ και για την διαδικασία.
Στον τεράστιο χώρο υπήρχε ό,τι μπορείς να φανταστείς, από μικρά διακοσμητικά μέχρι αντίκες αυτοκινήτων, όλα για δημοπρασία. Χωριστήκαμε κι ο καθένας κατευθύνθηκε στα ενδιαφέροντά του. Σε ένα έδρανο ψηλό όπως στις αίθουσες δικαστηρίων οι υπεύθυνοι έβγαζαν σε δημοπρασία ένα ένα τα αντικείμενα  σύμφωνα με μια προκαθορισμένη σειρά που είχαμε κι εμείς στα χέρια μας. Ο φίλος έκανε δυο απόπειρες να πάρει κάποια βιβλία χωρίς επιτυχία. Κάποιοι αποφασισμένοι ανέβαζαν τις τιμές σε απαγορευτικά ύψη.

Συνέχιζα να περιεργάζομαι τα αντικείμενα μέχρι που έπεσα πάνω σε στοίβες παλιών περιοδικών Life τοποθετημένα σε ράφια και ταξινομημένα ανά δεκαετία. Κοίταξα χρονολογίες και είδα ότι υπήρχαν τεύχη ακόμα και πριν το ´50. Αυτό ενίσχυσε το ενδιαφέρον μου για τη δημοπρασία και έκανε την αναζήτηση συγκεκριμένη πλέον. Έψαξα να βρω το τεύχος με το αφιέρωμα στη σφαγή του Διστόμου. Ήξερα το έτος, 1944, αλλά όχι ακριβή ημερομηνία. Μια αναζήτηση στο κινητό μου έδωσε 29 Νοεμβρίου. Όμως όσο κι αν έψαχνα τεύχος με αυτή την ημερομηνία δεν βρήκα. Το Life ήταν εβδομαδιαίο, υπήρχαν πολλά τεύχη και τα εξώφυλλα δεν παρέπεμπαν πουθενά. Συνέχισα την αναζήτηση στο διαδίκτυο μέσω του κινητού και είδα ότι σε άλλη πηγή η ημερομηνία ήταν διαφορετική, 27 Νοεμβρίου 1944. Πράγματι στις στοίβες με τα παλιά περιοδικά υπήρχε τεύχος με αυτήν την ημερομηνία. Το κράτησα στα χέρια μου αλλά δεν ήταν αυτό που περίμενα να δω. Από όσα είχα κατά καιρούς διαβάσει μου είχε σχηματιστεί η εντύπωση ότι η φωτογραφία σύμβολο της Μαρίας Παντίσκα που όλοι έχουμε δει σε αφίσες και φυλλάδια, ήταν εξώφυλλο του τεύχους κι εδώ έβλεπα μια αμερικανίδα στρατιώτη. Αργότερα διάβασα ότι ήταν η ηθοποιός Γερτρούδη Λόρενς η οποία είχε συμπληρώσει μια περιοδεία επτά εβδομάδων στις συμμαχικές εμπροσθοφυλακές στην Ευρώπη.
Όταν όμως ξεφύλλισα το περιοδικό, βρήκα στη σελίδα 21 σχεδόν ολοσέλιδη τη γνωστή  φωτογραφία. Ήταν ένα αφιέρωμα στις καταστροφές που έκαναν οι Γερμανοί στη χώρα μας και μέσα σ´ αυτό το αφιέρωμα τη μεγαλύτερη έκταση είχε  η σφαγή του Διστόμου.
Τα εκατοντάδες περιοδικά life που υπήρχαν εκεί είχαν  πουληθεί όλα μαζί σε κάποιον συλλέκτη που όταν  είδε την επιμονή μου να ξεφυλλίζω το συγκεκριμένο τεύχος με πλησίασε. Του ζήτησα αν γίνεται να το αγοράσω. Δέχθηκε και χωρίς περισσότερες  εξηγήσεις για το τι σημαίνει το τεύχος αυτό για μένα, κανονίσαμε μια τιμή και έγινε δικό μου”.

Το επίμαχο άρθρο που φέρει τον τίτλο “Τι έκαναν οι Γερμανοί στην Ελλάδα” ξεκινάει με την φωτογραφία της Μαρίας Παντίσκα και την λεζάντα “Η Μαρία Παντίσκα ακόμη θρηνεί τέσσερις μήνες μετά τη δολοφονία της μητέρας της από τους Γερμανούς στη σφαγή στο ελληνικό χωριό Δίστομο”.

Όπως αναφέρει το ρεπορτάζ στην επόμενη σελίδα: “Μια από τις τελευταίες επίσημες γερμανικές πράξεις στην Ελλάδα ήταν η σφαγή του Διστόμου. Μια πόλη περίπου 60 μίλια βορειοδυτικά των Αθηνών. Τον περασμένο Ιούνιο ένας περαστικός Γερμανός ρώτησε τον παππά του Διστόμου πατέρα Σωτήριο Ζήση αν υπήρχαν αντάρτες στην περιοχή. Ο παππάς είπε ότι δεν ήξερε κανέναν.
Οι Γερμανοί όμως έκαναν επίθεση στην πόλη. Στην αρχή επέστρεψαν και σκότωσαν  τον πατέρα Ζήση. Λίγες μέρες αργότερα μια ομάδα μαυροφορεμενων ανδρών των SS μπήκαν στο Δίστομο, διέταξαν τους ανθρώπους να κλειστούν στα σπίτια τους, πέρασαν απο σπίτι σε σπίτι πυροβολώντας όλους αυτούς που μπορούσαν να βρουν. Σε δυο ώρες είχαν σκοτώσει 1000 Διστομίτες (σ.σ. Ο αριθμός που αναφέρεται στο άρθρο είναι λανθασμένος καθώς στην σφαγή του Δίστομου έχασαν την ζωή τους 228 άνδρες, γυναίκες και παιδιά ) από τους 1200. Οι ελάχιστοι επιζήσαντες έτυχε να βρίσκονται στα βουνά και στα χωράφια. Αφού οι Γερμανοί τελείωσαν με τη σφαγή πήραν λάφυρα και έκαψαν το μικρό χωρίο. Δεκαπέντε μέρες αργότερα επέστρεψαν αλλά αυτή τη φορά οι χωρικοί είχαν προειδοποιηθεί και είχαν φύγει στα βουνά. Οι Γερμανοί πήραν λάφυρα για άλλη μια φορά”.
 Η Μαρία Παντίσκα έφυγε από την ζωή σε ηλικία 84 ετών πριν από έξι ακριβώς χρόνια, στις 16 Μαρτίου 2009. Εντύπωση προκαλεί ότι παρόλο ότι υπήρξε η πλέον χαρακτηριστική φυσιογνωμία από τους επιζώντες, και ενώ υπάρχουν αρκετές μαρτυρίες από άλλους επιζώντες, δεν υπάρχει κάποια γνωστή μαρτυρία από την ίδια.

Εδώ μπορείτε να ξεφυλλίσετε το τεύχος του περιοδικού


 Πηγή : WeekEdition 


Μικρή παρότρυνση του paracosmos : Aξίζει να μπει κανείς και να ξεφυλλίσει το περιοδικό από την αρχή... Θα αντικρύσει με το μοναδικό τρόπο του έγραφου ντοκουμέντου την τεράστια διαφορά ανάμεσα στα κράτη της "πολιτισμένης δύσης" όπου η ευζωϊα ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει (Σερβολέτ, Πάρκερ, χαρωποί αστοί, κομψές κυρίες....)  και στην δυστυχία και τη φτώχεια της κατεστραμμένης μας πατρίδας...
Θα νιώσει τότε οργή για ξένους και δικούς... για τις πολιτικές τους, για τις στρατηγικές τους, για τον "ρεαλισμό" τους, για τον "ορθό-λογισμό" τους,  για τις θεωρίες των παιγνίων τους, για τις συμπαιγνίες τους και τον εμπαιγμό ...
και θλίψη τεράστια πρέπει να νιώσει που χλευάστηκε και εξακολουθεί παντοίω τρόπω να χλευάζεται ο πόνος των ανθρώπων, όπου γης....

Σχόλια

  1. Ελένη πρέπει να σου δώσω τα θερμά μου συγχαρητήρια για το θέμα.
    Αυτό όμως που θέλω να καταθέσω γυρνώντας τις σελίδες του περιοδικού είναι ότι, βλέποντας τις φωτογραφίες για το Δίστομο αισθάνθηκα μεγάλη συγκίνηση και υπερηφάνεια για την Πατριδα μου αλλά και ευγνωμοσύνη πού είμαι Έλλην και Χριστιανός. Αισθάνθηκα δε θλίψει για τους ισχυρούς του Δυτικού κόσμου που θεωρητικά κρατάνε "τις τύχες του κόσμου " στα χέρια τους, αλλά δεν έχουν τη σύνεση φώτιση και σοφία να τις διαχειριστούν.
    Ευχαριστώ για την ανάρτηση, φοβερά ντοκουμέντα και το πώς επιβίωσαν οι πατέρες μας. Αυτά πρέπει να τα φιλοσοφισουμε για να πάρουμε κουράγιο και δύναμη για να επιβιώσουμε και εμείς.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αγαπητέ μου Μαρίνο,
    χαίρομαι που σου άρεσε η ανάρτηση...
    και που σε άγγιξε τόσο πολύ. Γνωρίζω την ιδιαίτερη ευαισθησία σου για τέτοια θέματα και έχεις δίκιο να αισθάνεσαι έτσι. Είναι πολύ σημαντικό -για να μην πω, την βαριά λέξη : ευλογημένο - που μας δίνεται η δυνατότητα να βρίσκουμε κοινά σημεία, αγωνίες και πράγματα που να αξίζουν για να μοιραστούμε με τους άλλους.
    Σε ένα κόσμο που μιλάει και καταλαβαίνει μόνο με την γλώσσα της αντιπαράθεσης και του διχασμού, της καταβαράθρωσης και του αφανισμού του άλλου... με την γλώσσα της ερημίας του θανάτου, είναι πολύτιμο να βρίσκουμε μικρές οάσεις συνεννόησης και αποδοχής... να συντηρούμε "πολλές φωλιές νερού", που θα έλεγε και ο ποιητής Μανώλης Αναγνωστάκης.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. ...και κάτι ακόμη αγαπητή Ελένη. Θεωρώ Μέγα Λάθος να ζητάμε χρηματικές αποζημιώσεις από τους Γερμανούς για τη σφαγή στο Δίστομο. Ότι χρεώνεται με το αίμα δεν ξεχρεώνεται με το χρήμα. Δεν σβήνουν τα ανοσιουργήματα των Γερμανών εις βάρος της Ελλάδος. Ούτε οι ψυχές γυρνάνε πίσω με το χρήμα ούτε ο πόνος, ούτε το αίμα, ούτε τά Λείψανα ούτε και τα δάκρυα που ποτίσανε τα αγιασμένα χώματα του Διστόμου σβήνουν τα τερατουργήματα με μερικά εκατομμύρια ευρώ. Για το χρέος της Ελλάδος ας λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι, για τη σφαγή λογοδοτούν οι εγκληματίες και για την παλικαριά, στεφανώνονται οι ήρωες.
    Ας μην δώσουμε την ηθική ικανοποίηση στους Γερμανούς ότι με ένα ξεροκόμματο που θα μας πετάξουν θα διαγράψουν την ηθική αυτουργία, την σφαγή, την ιστορία.
    Αυτή είναι η άποψή μου, και μεταφέρω παράγραφο από τη ζωή του Νικηταρά για να δούμε το φρόνημα των Ηρώων.
    ''Όταν Η ελληνική κυβέρνηση, φοβούμενη ότι το ρωσόφιλο κόμμα επεδίωκε να αντικαταστήσει τον βασιλιά Όθωνα με κάποιον Ρώσο πρίγκιπα, συνέλαβε τον Νικηταρά το 1839 και τον καταδίκασε, αν και παντελώς αθώο, σε ενάμιση χρόνο φυλακή, την οποία εξέτισε στις φυλακές της Αίγινας. Όταν αποφυλακίστηκε ήταν σχεδόν τυφλός. Έζησε λίγα ακόμη χρόνια με μια μηδαμινή (άλλες πηγές αναφέρουν καμία σύνταξη) σύνταξη και πέθανε το 1849 στον Πειραιά.
    Ήταν μάλιστα τόσο φτωχός που κατάντησε ζητιάνος στα σοκάκια του Πειραιά. Η αρμόδια αρχή η οποία χορηγούσε πόστα είχε ορίσει μια ορισμένη μέρα στον ήρωα επαίτη μια θέση μια μέρα της εβδομάδος κοντά στην εκκλησία της Ευαγγελίστριας και του επέτρεπε (!) να επαιτεί κάθε Παρασκευή!
    Όταν αυτά έφτασαν στα αυτιά του πρέσβη της Μεγάλης Δύναμης, αυτός απεστάλθη από την κυβέρνηση του στο πόστο όπου επαιτούσε ο μεγάλος οπλαρχηγός. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.
    „Τι κάνετε στρατηγέ μου;“ ρώτησε ο ξένος
    „Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα“ απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
    „Μα εδώ την απολαμβάνετε καθισμένος στον δρόμο;“ επέμενε ο ξένος.
    „Η πατρίδα μου έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος“ απήντησε περήφανα ο Νικηταράς.
    Ο ξένος κατάλαβε, και διακριτικά, φεύγοντας άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες.
    Ο Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο:“ Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!!!“
    Στις 25(ή 27) του Σεπτέμβρη του 1849, ο γενναιότερος των γενναίων, πεθαίνει ξεχασμένος, τυφλός και πάμφτωχος.''
    Αυτή είναι η Εθνική Πατριωτική υπερηφάνεια των Ελλήνων Ηρώων, απέναντι των ξένων!!!! Αυτό επιθυμώ ως Έλλην που συνεχίζουμε να κρατάμε και να καλλιεργούμε χάριτι Θεού αυτή την υψηλότατη παράδοση των Ηρώων μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Τι φοβερή ιστορία, αυτή του Νικηταρά!
    Φαντάσου το στήθος αυτού του ανθρώπου... πόσο μεγάλο στήθος είχε!
    Το φαντάζομαι τόσο μεγάλο που να καλύπτει κάθε σπιθαμή της απελευθερωμένης πατρίδας, να φαίνεται αυτό το γενναίο στήθος και όχι η αθλιότητά της, η φτώχειά της και η μικροψυχία των ανθρώπων της.
    Όσο για τις αποζημιώσεις συμφωνώ μαζί σου... τίποτα δεν έμαθε ο κόσμος... ο 2ος πόλεμος και οι θηριωδείες του αποτιμήθηκαν σε χρήμα και μ' αυτόν τον τρόπο- όσο και αν είναι υλικός- εξισώθηκαν με κάτι αφηρημένο όσο το χρήμα, έγιναν αποζημιώσεις ... έπαψαν έτσι να είναι αυτό που πραγματικά ήταν: ΠΤΩΣΗ! Ένα σύνολο αιματηρών ενεργειών και ολέθρου που αναπαράγει ο άνθρωπος της υπαρκτικής ΑΠΟΤΥΧΙΑΣ...
    Έτσι η ανθρωπότητα μπορεί να εξακολουθεί να πορεύεται μέσα από μικρούς και μεγάλους , στρατιωτικούς ή οικονομικούς, εξοντωτικούς πολέμους....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός