Ο Ντίνος Χριστιανόπουλος διαβάζει αποσπάσματα από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο σε δική του μετάφραση ( cd των Εκδόσεων Εντευκτηρίου)
Πρόκειται για αποσπάσματα που αναφέρονται στα περιστατικά από την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα μέχρι και την ανάστασή του.
Είναι φανερό ότι η
μετάφραση αυτή αποτελεί έργο ζωής για τον ποιητή, καθώς πηγάζει από τις
χριστιανικές καταβολές του και δίνει διέξοδο στη χριστιανική του
αγωνία, την οποία, όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο ίδιος στην
“αυτοκριτική” του (στο δοκίμιό του «Επ’ εμοί»), δέχτηκε από τον Τ. Σ.
Ελιοτ και τον Καβάφη, και έτσι προχώρησε «κάνοντας τα πρόσωπα από την
Αγία Γραφή προσωπεία των εξομολογήσεών » του.
Χρειάστηκαν
περίπου σαράντα χρόνια για να ολοκληρωθεί η επεξεργασία της μετάφρασης
και να ξεπεραστούν οι αμφιβολίες και οι δισταγμοί του δημιουργού της,
που οφείλονταν στην «ομολογουμένη τελειομανία» αλλά και στον σεβασμό του
προς τη γλώσσα του πρωτοτύπου.
Το κατά Ματθαίον
Ευαγγέλιο, που γράφηκε καταρχάς στα εβραϊκά, πιθανόν το 63 μ.Χ. και
κατόπιν μεταφράστηκε στην κοινή ελληνική, ο Χριστιανόπουλος το θεωρεί ως
«[…] το πιο δύσκολο. Οχι μόνο για τον θεολογικό του χαρακτήρα αλλά και
για τη γλώσσα του, που παρουσιάζει αρκετές ιδιομορφίες. Από την άλλη
μεριά θεωρείται το πιο αυθεντικό αλλά και το πιο πλήρες, έχει
αρχιτεκτονική συγκρότηση και διασώζει αρκετά καλά τη ζωντάνια της κοινής
ελληνικής και τον ποιητικό χαρακτήρα της αραμαϊκής στην εποχή του
Χριστού.
Τέλος, το
Ευαγγέλιο του Ματθαίου είναι το πιο ωραίο, γιατί περιέχει ολόκληρη την
επί του όρους ομιλία και περιγράφει με τον δραματικότερο και
αναλυτικότερο τρόπο τα πάθη του Κυρίου».
Δεν είναι τυχαίο
λοιπόν το γεγονός ότι το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο προσείλκυσε τους
μεταφραστές της Αγίας Γραφής ήδη από τον 17ο αιώνα, με κορύφωση τη
γνωστή μετάφραση του 1901, η οποία προκάλεσε τα «Ευαγγελιακά», τα γνωστά
αιματηρά επεισόδια που έγιναν στην Αθήνα και σημάδεψαν ιδεολογικά το
γύρισμα του αιώνα.
Ωστόσο, στο τέλος
του ίδιου αιώνα, ο σύγχρονος μεταφραστής του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου
δήλωνε: «Δεν γνωρίζω αν οι σημερινοί αναγνώστες έχουν αληθινό ενδιαφέρον
για το Ευαγγέλιο, ή απλώς επηρεάζονται από τη μόδα που άρχισε με τους
νεοορθόδοξους»।Πάντως,
ο Χριστιανόπουλος “ομολογεί”: «Η μετάφρασή μου προς το παρόν
απευθύνεται στους πιστούς αλλά και στους διανοουμένους, και θα χαιρόμουν
αν κάποτε την υιοθετούσε και η επίσημη Εκκλησία…»
Ανεξάρτητα όμως
από τη γλωσσική μορφή στην οποία είναι γραμμένο το Ευαγγέλιο, η δύναμη
και η γοητεία του παραμένουν αδιαμφισβήτητες. «Μισό αιώνα διαβάζω
λογοτεχνία», γράφει ο Χριστιανόπουλος, «μα τη δύναμη και τη γλύκα που
έχουν τα λόγια του Χριστού δεν τη βρήκα αλλού πουθενά».
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου