Πώς μπορεί κάποιος να αντισταθεί σε μια λογική πρόταση;
Ιδού μια λογική πρόταση : Να ζυγίζεται το ψωμί, έτσι ώστε όσα πληρώνεις τόσο ψωμί να παίρνεις.
Είναι απόλυτα λογικό και δύσκολα μπορεί κανείς να υποστηρίξει το αντίθετο, ότι, δηλαδή, δεν θέλει, δεν επιθυμεί, δεν ενδιαφέρεται να υπάρχει αυτή η λογική αντιστοιχία, γραμμαρίων - ψωμιού - χρημάτων.
Το κακό μ' αυτή την λογική αντιστοιχία δεν είναι η απλότητά της, αλλά ότι φτάνει πολύ γρήγορα, πολύ άμεσα σε μια ορθότητα, έτσι που να φαντάζει ακαταμάχητη.
Όταν μια πρόταση είναι τόσο απλή, είναι σα να μας καλεί να τοποθετηθούμε απέναντί της το ίδιο απλά, δεν επιδέχεται δηλαδή περαιτέρω ανάλυση ή εξήγηση.
Έτσι περιμένουμε από τις απλές μας αυτές τοποθετήσεις - αποφάσεις - στάσεις να παραχθούν απλά και μονοσήμαντα αποτελέσματα. Πλην όμως η πραγματικότητα, την οποία βιώνουμε έρχεται να μας πει ότι δεν υπάρχουν απλά και μονοσήμαντα αποτελέσματα, αλλά ότι κάθε τι βρίσκεται σε συνάρτηση και σε ανα-λογία με κάτι άλλο.
Εάν η "λογική" σκέψη μας παραβλέψει αυτόν τον σημαντικό παράγοντα, ότι δηλαδή τίποτα δεν υπάρχει από μόνο του ξεκομμένο από παράπλευρες συνδέσεις, τότε η λογική πρόταση δεν είναι λογική, είναι χρησιμοθηρική, είναι παρα-τον - λόγο (παράλογη).
Λογικά σκεφτόμαστε μόνο εάν μπορούμε να δούμε πώς το κάθε τι τοποθετείται μέσα σ' ένα ευρύτερο πλαίσιο, όταν αυτό λαμβάνει τις ανα-λογίες του. Γιατί να συμβαίνει αυτό;
Διότι η ζωή δεν είναι μια μονοσήμαντη κατάσταση. Το φαινόμενο της ζωής, για να είναι ένα εν-λογο φαινόμενο, για να βγάζει νόημα, συνδέεται με έναν δεδομένο τρόπο, ένα ΠΩΣ, με πολλά άλλα πράγματα. Αυτό το Πώς του τρόπου καθιστά λογική τη ζωή, υπερβαίνει την αποδιοργάνωση, το χάος και τη φθορά των αξιών και των συνειδήσεων των ανθρώπων.
Χωρίς αυτή την διασύνδεση όσο απλή κι αν φαίνεται μια πρόταση, δεν είναι. Στον πυρήνα της κρύβει την α-λογία, την οποία βρίσκουμε μπροστά μας, κι ενώ νομίζουμε ότι είχαμε πάρει τις καλύτερες δυνατές λογικές αποφάσεις, η πραγματικότητα φαίνεται να ξετυλίγεται, παρά την θέλησή μας και ερήμην μας.
Είναι το γνωστό : πώς άλλαξε έτσι ο κόσμος; Μια ερώτηση ανάμικτη με μια αίσθηση αμηχανίας κα ανημπόριας.
Κι όμως η μονοσήμαντη σκέψη είναι η μόνη κοινά αποδεκτή σήμερα.
Για να μπορούμε να σκεφτόμαστε μ' αυτόν τον εξαιρετικά φτωχό και περιοριστικό τρόπο, τον τρόπο της ελάχιστης επιβίωσης, έχουμε όλοι μας μεταβληθεί σε ένα είδος σύγχρονου Ρομβισώνα Κρούζο.
Στον ήρωα του Γ. Νταφόε, μπορούμε να βρούμε τον πρόδρομο του νεωτερικού ανθρώπου. Ως άλλος Ρομβισώνας, απομονωμένος ο σύγχρονος καθ-ένας σ' ένα δικό του νησί και προσπαθεί να επιβιώσει.
Ο Ρομβισώνας όντας έτσι αποκομμένος από τους άλλους ανθρώπους, βρισκόμενος εκτός κοινωνίας, το μόνο που έκανε ήταν να καταγράφει και να υπολογίζει λεπτομερώς σε ένα ημερολόγιο κάθε τι που του συνέβαινε μέσα στη μέρα του. Κατέγραφε, μετρούσε, ποσοτικοποιούσε σε μια προσπάθεια να επιβιώσει απέναντι στην άλογη και εχθρική φύση. Ο Ρομβισώνας ήταν ένας άνθρωπος εκτός ανθρώπινης πολιτείας. Αν και διέθετε την πρότερη ανθρώπινη συλλογική γνώση (π.χ. να γράφει, να ανάβει φωτιά, να δένει σκοινιά κλπ.) η σκέψη του ήταν οριοθετημένη από την ατομική ύπαρξή του και μόνον. Ο Παρασκευάς, έρχεται πολύ αργότερα στο μυθιστορηματικό προσκήνιο και για να υποδηλώσει την ανωτερότητα του λευκού που διαθέτει τον υπολογιστικό - οργανωτικό νου και γι' αυτό επιβάλλεται στον πρωτόγονο ο οποίος γίνεται υπηρέτης του και διασκεδαστής του. Με δύο λόγια ο Ρομβισώνας είναι το οικείο μοντέλο της σύγχρονης μετα-αστικής μας ύπαρξης.
Σε μια ανάλογη κατάσταση περιέρχεται μια κοινωνία όταν έχει ναυαγήσει ως συλλογικό υποκείμενο. Όταν η κοινωνική ζωή δεν έχει τον λόγο της, τότε η πολιτική γίνεται με απλές "λογικές" προτάσεις που ικανοποιούν το αίσθημα της επιβίωσης του απομονωμένου ατόμου και καθησυχάζουν τις αγωνίες του.
Τότε προτάσεις όπως η παραπάνω για το ζυγισμένο ψωμί φαντάζουν δίκαιες και ορθές και δεν θα μπορούσαν να είναι αλλιώς για κάποιον ο οποίος βάζει ως στόχο του την επιβίωση και νιώθει ικανοποιημένος από την εκπλήρωση αυτού του στόχου.
Για να ξαναγυρίσουμε στο αρχικό ερώτημα. Για να μπορέσει κάποιος να αντισταθεί σ' αυτή τη "λογική" πρόταση, θα έπρεπε να έχει αποφασίσει να είναι ένας έλλογος άνθρωπος, δηλαδή να σκέφτεται εν-κοινωνία, σε συνάρτηση και κατά - τη νόηση του συνόλου κι αυτό σε κάθε περίπτωση -ασχέτως εάν τυχαίνει να είναι αρτοποιός σήμερα, αγρότης αύριο, δημόσιος υπάλληλος μεθαύριο.
Και επειδή θα ήταν ένας έλλογος άνθρωπος θα σκεφτόταν όχι μόνο λογικά αλλά και ΗΘΙΚΑ, θα είχε την ευθύνη της ηθικής του υπόστασης δηλαδή την ελευθερία των αποφάσεών του, που τότε και μόνο τότε θα ήταν πραγματικά απλές αποφάσεις.
Με δύο λόγια η απλή πρόταση για δίκαια "ζυγισμένο ψωμί" κρύβει μια βαθιά ανηθικότητα, όπως κάθε "λογική" πρόταση που κατατίθεται από ένα σύστημα που μας θέλει ναυαγούς στα πελάγη του σύγχρονου παραλογισμού.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου