Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Μονόλογος






Κάθε πρωί έρχονται οι καλοί οι άνθρωποι
και με ρωτάνε αν κοιμήθηκα καλά, αν αισθάνομαι καλά
μου λένε ότι φαίνομαι καλά.
Δεν τους μιλάω. Δεν έχω γλώσσα.
Μόνο σε σένα μιλούσα. Τι να 'γινες κι εσύ;
Τι να τους πω;
Δεν θέλω εμψύχωση
δεν θέλω ενίσχυση
δεν θέλω ενθάρρυνση
δεν θέλω θεραπεία
την αλήθεια επιτέλους
την αλήθεια θέλω μόνο.
Κανείς δε μου είπε την αλήθεια.
Κανείς δε μου έδειξε το δρόμο.
Πάω κι έρχομαι.
σακατεμένη, με τα μάτια κλειστά και πόνους φρικτούς
μέσα σε διαδρόμους, τον ένα  μετά τον άλλο.

Ψέματα. Με τάισαν με ψέματα.
Με μπούκωσαν με ψέματα τόσο που
τρέχουν από το στόμα και τα μάτια και τη μύτη μου
ψέματα .Είμαι γεμάτη ψέματα.
Εμετός.
Μου έρχεται να κάνω εμετό για μέρες, για μήνες.
Να τους πνίξω στον εμετό και την αηδία μου.

Το στομάχι μου δεν χωνεύει τίποτα πια.
Η καρδιά μου κόκκινη πέτσα κολλημένη στα πλευρικά μου τοιχώματα.
Οι αρτηρίες μου όλες άδειες
Οι μυς μου άτονοι
Στο τέλος έκοψα τη γλώσσα μου κομμάτια
τα βουτάω ένα ένα στο μυαλό μου.
Ναι, στο μυαλό μου. 
Το μόνο που λειτουργεί, το βασανισμένο μου μυαλό.
Το μυαλό μου δεν το σταμάτησαν τα ψέματά τους.
Και σκέφτομαι, αυτό που δεν θέλανε ποτέ
Τα ψέματα της αληθινής αγάπης τους.

Δεν θέλω τίποτα από αυτούς.
Ούτε τα φάρμακά τους,
κυρίως δεν θέλω την αγάπη τους.
Ούτε τα δώρα τους θέλω πια.
Σαν δώρο μου πρόσφεραν τις αλήθειες τους.
Μου έρχεται να κλαίω με τις αλήθειες τους
ότι υπάρχει Ένας θεός και Ένας θάνατος.
ότι έχω Ένα όνομα και Ένα πρόσωπο
ότι έχω Δύο γονείς και Μια πατρίδα
ότι έχω Έναν άντρα και Έναν έρωτα
ότι είμαι Μια γυναίκα και Ένα σώμα
Ψέματα.
Για να μην ψάξω μόνη μου, για να μην ξοδέψω
τον πολύτιμο χρόνο μου ψάχνοντας, 
για οικονομία.

Μου πήρανε το χρόνο μου.
Μου έρχεται να γελάω με τ’ ανταλλάγματά τους.
Τον κάνανε διαφημιστικά σποτάκια,
τον κρέμασαν σε ηχηρά μπαλκόνια
τον τοποθέτησαν σε ράφια και σε καλοδουλεμένες  βιτρίνες
σε ψυγεία αναψυκτικών,
σε βρώμικες  ταπετσαρίες τοίχων ανήλιαγων πρέπει,
τον απογείωσαν σε χρωματιστά αερόστατα κενού αέρα
και πάει.

Έτσι μου πήρανε το χρόνο.
Δεν έχω χρόνο πια.
Για τίποτα δεν έχω χρόνο.
Πόσο χρειάζομαι τον χρόνο
να κρεμάσω κοχύλια στα παράθυρα,
να ανακατέψω τα χρώματα με τα τούβλα,
να καθαρίσω τα βιβλία μου,
να ξύσω το δέρμα μου και να γεννήσω άλλο,
να βγάλω κραυγές και ανάσες έρωτα,
να πέσω σε θάλασσες ύπνου και λύπης
να φύγω, να γυρίσω έτσι χωρίς σκοπό και στόχο.

Μου κλέψανε μισό αιώνα.
Η ηλικία της γης , του ήλιου, του πλανητικού συστήματος
του σύμπαντος πρέπει να μετριέται
σε κλεμμένα χρόνια, σε άπειρα τρισεκατομμύρια κλεμμένα χρόνια.
Σε χρόνια μείον. Σε χρόνια άρνησης και απουσίας.

Πουθενά.
Ας μου δοθεί επιτέλους η αλήθεια.
Να κολυμπήσω στην αλήθεια θέλω
όπως στην θάλασσα αφήνω το κορμί μου
Να τη γευτώ, να μιλήσω μαζί της,
να δω τον εαυτό μου στα κύματά της.

Η ζωή μπορεί να γίνει πολύ ωραία
αβάσταχτα ωραία
τρομάζεις από την ομορφιά της
και δεν αντέχεις την όμορφη ζωή.

Δεν έχω χρήματα 
Δεν έχω χρόνο.
Τι να κάνω;
Να πω στα ψέματα πως βρήκα την αλήθεια;

 Να πω στα ψέματα πως βρήκα την αλήθεια;
Ποιος θα το ξέρει άλλωστε;
Ο μόνος μάρτυρας  για να καταθέσει την αλήθεια,
Εγώ θα έχω πεθάνει.
Αληθώς.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός