Μνήσθητι, Κύριε, -εἶναι κοντά· Μνήσθητι, Κύριε, ἐφάνη!
ἐπάψαν τὰ φιλιὰ στὴ γῆ . . . . . . . .
Στὰ στήθια καὶ στὸ πρόσωπο, στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια.
Μιὰ φούχτα χῶμα νὰ κρατῶ καὶ νὰ σωθῶ μ᾿ ἐκεῖνο.
Ἰδού, σεισμὸς καὶ βροντισμός, κι ἐβάστουναν ἀκόμα,
ποὺ ὁ κύκλος φθάνει ὁ φοβερὸς μὲ τὸν ἀφρὸ στὸ στόμα·
κι ἐσκίστη ἀμέσως, κι ἔβαλε στῆς Μάνας τὰ ποδάρια,
τὰ λίγα ἀπομεινάρια·
τ᾿ ἀπομεινάρια ἀνέγγιαγα καὶ κατατρομασμένα,
τὰ γόνατα καὶ τὰ σπαθιὰ τὰ ῾ματοκυλισμένα.
Πάντ᾿ ἀνοιχτά, πάντ᾿ ἄγρυπνα, τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου.
Ἰδού, σεισμὸς καὶ βροντισμός, κι ἐβάστουναν ἀκόμα,
ποὺ ὁ κύκλος φθάνει ὁ φοβερὸς μὲ τὸν ἀφρὸ στὸ στόμα·
κι ἐσκίστη ἀμέσως, κι ἔβαλε στῆς Μάνας τὰ ποδάρια,
τὰ λίγα ἀπομεινάρια·
τ᾿ ἀπομεινάρια ἀνέγγιαγα καὶ κατατρομασμένα,
τὰ γόνατα καὶ τὰ σπαθιὰ τὰ ῾ματοκυλισμένα.
Πάντ᾿ ἀνοιχτά, πάντ᾿ ἄγρυπνα, τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου.
Μνήμη:
Δίσταζα κι ακόμα διστάζω, μοιάζει ιεροσυλία να κάνεις χρήση των Ελεύθερων Πολιορκημένων για να πεις κάτι σαν σχόλιο.
Γι' αυτό όμως θέλω να μιλήσω, για τη μη-χρήση του ποιήματος.
Για την άλλη λειτουργία του, την σωτηριακή.
Γι' αυτά που είπανε "ποιήματα" στα σαλόνια ενώ εκείνα ήταν προσευχές.
Για τις ημέρες που είπανε "εθνικές επετείους" στα μπαλκόνια ενώ εκείνες ήταν οι προσωπικές και συλλογικές μας σφαγές.
Kι ακολούθησαν κι άλλες.
Γι' αυτά που είπανε "ποιήματα" στα σαλόνια ενώ εκείνα ήταν προσευχές.
Για τις ημέρες που είπανε "εθνικές επετείους" στα μπαλκόνια ενώ εκείνες ήταν οι προσωπικές και συλλογικές μας σφαγές.
Kι ακολούθησαν κι άλλες.
Πιστεύω στα ποιήματα.
Πιστεύω στους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Διονυσίου Σολωμού
Πιστεύω στο Απολείπειν ο Θεός Αντώνιον του Κ.Π. Καβάφη
Πιστεύω στο Άσμα Ασμάτων του Σολομώντα
Πιστεύω στη Κατάσταση Πολιορκίας της Ρένας Χατζηδάκη.
Πιστεύω στα θαύματα.
Η κατάστασή μας ήταν δύσκολη.
Το ποτάμι, οι καμινάδες και δυό μεγάλοι δρόμοι που μας έζωναν ολόγυρα.
Άλλες μέρες αναπνέαμε την μαυρίλα τους κι άλλες τη μυρωδιά της βροχής στο χώμα.
Τις νύχτες, τειχοσκοπία στις ταράτσες με τις μπουγάδες, τα σύνεργα της οικοδομικής.
Τ' αστέρια.
Τ' αστέρια.
Η περίπτωσή μας ήταν δύσκολη.
Αλφαβητάριο όλα. Ύλη κατέβαζε το ποτάμι αδιάκοπα.
Μαθαίναμε πώς περπατάνε στα δάκτυλα, μαθαίναμε πώς μετράνε την απόσταση, μαθαίναμε από στήθους. Τη σιωπή.
Οι μνήμες ήταν βαριές, ιωνικές και δωρικές κολώνες. Θέλαμε να ξεχάσουμε.
Μνήσθητι, Κύριε, -εἶναι κοντά· Μνήσθητι, Κύριε, ἐφάνη!
Έρχονταν και μας έβρισκαν Ποιήματα.
Πώς ξέφευγαν απ' τον Εχθρό; Πώς έσπαγαν τον κλοιό του;
Πώς ξέφευγαν απ' τον Εχθρό; Πώς έσπαγαν τον κλοιό του;
Άσματα μέσα σε Άσματα. Αγνώριστα και απαγορευμένα.
Έρχονταν και μας έβρισκε η Ελένη του Ομήρου. Πώς έλαμπε, πώς μίλαγε;
Πεινούσαμε κι εκείνη μας μίλαγε στο στόμα.
Όμως η περίπτωσή μας ήταν δύσκολη.
Κλοιός, κλοιός παντού. Διαταγές παντού κι απαγορεύσεις.
Να ξεχάσουμε, να ξεχάσουμε.
Να ξεχάσουμε, να ξεχάσουμε.
ἐπάψαν τὰ φιλιὰ στὴ γῆ . . . . . . . .
Στὰ στήθια καὶ στὸ πρόσωπο, στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια.
Ψελλίζαμε μόνο προσευχές
Μνήσθητι Κύριε είναι κοντά
Σαν έξαφνα ώρα μεσάνυχτα ακουστεί αόρατος θίασος να περνά
Ότι κραταιά ως θάνατος αγάπη, σκληρός ως Άδης ζήλος
Και μόνο εσύ θα ξέρεις πού χάθηκε το κορμί μου, τι έγιν’η φωνή μου, τι η αγρύπνια μου, τι ήχους έχει ο φόβος κι η απόγνωση τι πρόσωπα.
Πιστεύω στα ποιήματα, μια φούχτα χώμα να κρατώ και να σωθώ με κείνο.
Μνήσθητι, μνήσθητι, μνήσθητι...
Στα χρόνια που πέρασαν και στις μέρες που θα έρθουν.
Μνήσθητι Κύριε είναι κοντά
Σαν έξαφνα ώρα μεσάνυχτα ακουστεί αόρατος θίασος να περνά
Ότι κραταιά ως θάνατος αγάπη, σκληρός ως Άδης ζήλος
Και μόνο εσύ θα ξέρεις πού χάθηκε το κορμί μου, τι έγιν’η φωνή μου, τι η αγρύπνια μου, τι ήχους έχει ο φόβος κι η απόγνωση τι πρόσωπα.
Πιστεύω στα ποιήματα, μια φούχτα χώμα να κρατώ και να σωθώ με κείνο.
Μνήσθητι, μνήσθητι, μνήσθητι...
Στα χρόνια που πέρασαν και στις μέρες που θα έρθουν.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου