Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_μια συνεδρία με τους Φαίακες

Ο Οδυσσέας αφήνεται κοιμισμένος στο λιμάνι του Φόρκυνα, ενώ οι Φαίακες του χαρίζουν άσπετα δώρα

Όταν ο Οδυσσέας εγκαταλείποντας το νησί της Καλυψώς φτάνει στη Σχερία, στο νησί των Φαιάκων, είναι μισοπεθαμένος. Μάλλον, είναι περισσότερο πεθαμένος παρά ζωντανός. Τον ξεβράζει η θάλασσα ολομόναχο, δίχως συντρόφους και καραβοτσακισμένο, μετά από ένα τρομαχτικό ταξίδι δεκαεπτά ημερών, σε μια άγνωστη ακτή. Έχει ζήσει την πραγματική κρίση, μια αναμέτρηση με την οργή του κοσμοσείστη Ποσειδώνα μέσα στα άγρια κύματα και τώρα, που δεν του 'χει απομείνει καμιά δύναμη για να ζήσει, σέρνεται και χώνεται, εξαντλημένος και ξέπνοος  μέσα στο χώμα, κάτω από μια στρώση φύλλα.
Εμείς, βλέποντας το σώμα ενός άντρα στην παράμερη ακτή δεν ξέρουμε, είναι ζωντανός; είναι πεθαμένος; Όπως πολύ ωραία λέει ο Ποιητής, ως σπέρμα πυρός σώζων... ,από τον Οδυσσέα μένει μόνο μια μικρή σπίθα, ένα σπέρμα ζωής, όπως σε μισόσβηστο δαυλό κάτω από τη στάχτη (τι ωραία παρομοίωση για να εκφράσει  το ψυχικό και σωματικό οριακό σημείο και οντολογικά την εσχατιά της ύπαρξης!)  ... και βυθίζεται σ' έναν βαθύ ύπνο, που χύνει πάνω στα βλέφαρά του η Αθηνά για να τον ξαλαφρώσει, από τον δυσπονέο καμάτοιο, από τον ασήκωτο, τον βαρύ κάματο.

Ο τόπος όμως που έφτασε (στη ραψ. ε)  δεν είναι τυχαίος. Εξάλλου στον Όμηρο τίποτα δεν είναι τυχαίο.
Το νησί της Σχερίας είναι ένας τόπος μεταιχμιακός, ο τελευταίος σταθμός του πολύχρονου νόστου του Οδυσσέα. Ένας τόπος στο μέσον: πίσω του βρίσκεται ο κόσμος των τεράτων, του μύθου, ένας κόσμος - απόκοσμος, τρομακτικός και επικίνδυνος, γοητευτικός και τυλιγμένος στην αχλή των ψευδαισθήσεων, ο κόσμος της τρομακτικής δοκιμασίας  που του στέρησε όλους τους συντρόφους του, έπνιξε όλα τα καράβια του, ο απροσδιόριστος τόπος της Ωγυγίας που πλάνεψε και δέσμευσε τον Οδυσσέα και από τον οποίο ήθελε με πόνο ψυχής να ξεφύγει, και μπροστά του ο πραγματικός κόσμος, οι πραγματικοί άνθρωποι που άφησε πίσω του, ο οίκος του, η υπαρκτή και στέρεη Ιθάκη.
Στον τόπο, λοιπόν,  των Φαιάκων η σπίθα ζωής που σιγοκαίει, θα αναζωπυρωθεί και ο Οδυσσέας θα προετοιμαστεί για να κάνει το βήμα από τις εσχατιές του κόσμου και των τεράτων στον περατό κόσμο των ανθρώπων, όπου και ο ίδιος οντολογικά ανήκει, αφού αρνήθηκε την πρόταση της Καλυψώς που του πρόσφερε την αθανασία, αν και φλέρταρε με την ιδέα της αλλαγής.
Από την ραψωδία (ν) που βρίσκεται στο μέσον της Οδύσσειας και γίνεται η μεταφορά του Οδυσσέα από την Σχερία στην Ιθάκη, περνάμε πια στην πολιτική κοινότητα, στην συγχρονικότητα, στη δράση και στην αποκατάσταση εντός του κόσμου (του), και ο ήρωας παύει να ζει στην θύμηση των περιπετειών του παρελθόντος του. 

Όμως ποιοί είναι οι Φαίακες; Γιατί χρειάζονται;
Ο Φαίακες είναι αγχίθεοι, όπως τους ονομάζει ο Όμηρος, δηλαδή όντα που δεν είναι ούτε άνθρωποι ούτε θεοί, βρίσκονται κοντά (αγχί) στους θεούς και ασφαλώς δεν είναι τα μόνα περίεργα πλάσματα της Οδύσσειας.
Στον κόσμο του Ομήρου, ο άνθρωπος , αλλά και κάθε τι άλλο, κάθε κατάσταση, ιδέα, ενέργεια ή δύναμη και αρετή, πάθος ή κακία του κόσμου υποστασιοποιείται, λαμβάνει σάρκα και οστά, γίνεται απτή πραγματικότητα και παίρνει την θέση που του αρμόζει στην κλίμακα του Όντος. Όλα επικοινωνούν, άνθρωποι και θεοί συνεργούν και συναποτελούν ένα ζωντανό οργανισμό, μέσα στον οποίο η βουλή του Δία, ως ανώτατη δύναμη, εγγυάται και επιβλέπει την αρμονία, την θέση, τα όρια και τα μέτρα που οφείλει να έχει κάθε τι. Παράγεται έτσι η "νομή" και ο Νόμος του κόσμου... γι'αυτό το λόγο οι Έλληνες δεν πιστεύουν αλλά νομίζουν θεούς.
Τα δύο μεγάλα ηρωικά έπη του Ομήρου και η Θεογονία του Ησίοδου, αποτελούν, εκτός των άλλων, τις ποιητικές αφηγήσεις για την αρχετυπική α-λήθεια των όντων, όπως η σκέψη των αρχαίων κατοίκων του Ελλαδικού χώρου και των παράλιων της Ιωνίας, μπόρεσε να συλλάβει και να εκφράσει.
Τέτοιο αρχετυπικό παράδειγμα είναι ασφαλώς ο Οδυσσέας, (αποτελεί σταθερό πολιτισμικό σημείο αναφοράς και έμπνευσης για την παγκόσμια λογοτεχνία, την ποίηση, το θέατρο κ.ά),   αλλά και οι Φαίακες.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι η θέση των Φαιάκων υποδηλώνει τους ανθρώπους που έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με την Τέχνη σε κάθε της μορφή, ζουν ειρηνικά, δεν τους αρέσει το εμπόριο, παίζουν παιχνίδια, τραγουδούν και αθλούνται, διαθέτουν μια ξεχωριστή πνευματικότητα. Κατ' άλλους είναι τα πρότυπα του ηδονιστικού βίου.
Τι είναι λοιπόν οι Φαίακες;
  
Ο Οδυσσέας θα μείνει στο νησί των Φαιάκων τρεις ημέρες, ο αριθμός συμβολίζει τον "θάνατο" της παλαιάς κατάστασης του ήρωα και την "αναγέννησή" του στη νέα. Στις τρεις αυτές ημέρες ο Οδυσσέας πράγματι θα αναγεννηθεί.
Μετά την συνάντησή του με τη Ναυσικά, πέφτει στα πόδια της βασίλισσας Αρήτης ως ικέτης ζητώντας βοήθεια  για να επιστρέψει στην πατρίδα του και η ικεσία του γίνεται δεκτή (διατυπώνει το αίτημα). Ο βασιλιάς Αλκίνοος δέχεται τον άγνωστο ως φίλο ξενίας, (δηλ. άνθρωπος δικός από φιλοξενία) και τον εντάσσει στην καθημερινότητα του παλατιού, με διακριτικότητα, δίχως να τον ρωτήσει τίποτα, ούτε το όνομά του ούτε το παρελθόν του,  και φροντίζοντας να νιώσει άνετα και να μην ενοχληθεί.  
Για πρώτη φορά, μετά από χρόνια, ο Οδυσσέας βρίσκεται σε μια οργανωμένη και πολιτισμένη κοινωνία, όπου  λειτουργούν όλες οι ιεροτελεστίες και οι δεσμοί των ανθρώπων.
Επιπλέον ο Αλκίνοος, ήδη από την πρώτη συνάντηση μαζί του, αναλαμβάνει την δέσμευση, πλοίο των Φαιάκων να οδηγήσει πίσω στην πατρίδα του τον ξένο, όσο μακριά κι αν είναι αυτή. Η δέσμευση αυτή γίνεται δημόσια, παρουσία όλης της κοινότητας των Φαιάκων, κι αυτό έχει τη σημασία του γιατί ο Αλκίνοος φροντίζει να θυμίσει στους Φαίακες ότι αυτός είναι ο ρόλος τους, η λειτουργία τους στον κόσμο, να οδηγούνε  μέσα από τον αφιλόξενο πόντο, ταχύτατα και με ασφάλεια, τους ανθρώπους στον προορισμό τους :
.........................................................
Ακούστε, Φαίακες πρωτοστάτορες και πρωτοκεφαλάδες, 
το τί η καρδιά στα στήθη μ' έσπρωξε να πω : παραδαρμένος
από τη Δύση για απ' τ' ανάτελα του γήλιου ο ξένος τούτος
στο σπίτι μου ήρθε τώρα ανέγνωρος, ποιός είναι δεν κατέχω.
Ζητά να τον καλοστρατίσουμε, μα σιγουριά γυρεύει. 
Εμείς ό,τι ποθεί ας του δώσουμε, καθώς το συνηθάμε.
Ποιός ήρθε σπίτι μου και του'λειψε το καλοστράτισμά μας;
Ποιός έμεινε καιρό στον τόπο μας και κλαίει την ερημιά του;
...............................................................................................
(ραψ.θ  στ.26-33 , μτφ. Ν.Καζαντζάκη - Ι.Κακριδή) 

Και πράγματι, οι Φαίακες φαίνεται ότι επιτελούν αυτή τη λειτουργία, να συνοδεύουν τους ανθρώπους στα θαλάσσια ταξίδια τους πίσω στα χώματά τους και διαθέτουν αυτή τη δυνατότητα γιατί οι ίδιοι κρατάνε από την γενιά του Ποσειδώνα, του θεού της θάλασσας και του απύθμενου βυθού, όπως μας πληροφορεί ο Όμηρος σε πολλά σημεία της Οδύσσειας.
Οι λειτουργίες των όντων, στον Όμηρο, δεν είναι επιγενόμενες, εξωτερικές ικανότητες αλλά προέρχονται από το είναι τους, εάν δεν γνωρίζουν εκ των έσω, εάν δεν κατάγονται από το ίδιο είδος,  δεν διαθέτουν τις δυνάμεις, δεν αναγνωρίζουν ενορατικά και δεν γνωρίζουν τον δρόμο (μεθ' όδο) που θα τους επιτρέψει να φέρουν σε πέρας μια διαδικασία.

Από το σημείο αυτό και μετά, η φιλοξενία του Οδυσσέα οδηγείται σε μια  τυπική (για τους Φαίακες) αλλά και ουσιαστική (για τον Οδυσσέα) εξέλιξη. 
Ο τυφλός αοιδός Δημόδοκος, που καλούν για να τραγουδήσει στο παλάτι, την ώρα που στα πλαίσια της φιλοξενίας τρώνε και ευωχούνται μαζί με τον ξένο, αρχίζει να τραγουδάει για τα κατορθώματα των ηρώων  του Τρωικού πολέμου και  του Οδυσσέα, με λόγια καλά και τιμημένα. 
Και συμβαίνει το εξής: ο Οδυσσέας αναλύεται στα δάκρυα.
κακ κεφαλής είρυσσε, κάλυψε δε καλά πρόσωπα:
αίδετο γαρ Φαίηκας υπ' οφρύσι δάκρυα λείβων. 
...........................................................
άψ Οδυσσεύς κατά κράτα καλυψάμενος γοάσκεν.

(κι αποκορφής ως κάτω εσκέπασε τ' όμορφο πρόσωπό του
τι ντρέπουνταν τους Φαίακες που'τρέχανε τα μάτια του ποτάμι
.......................................
την κεφαλή ξανά κουκούλωνε και ξέσπαζε σε θρήνο)

(ραψ. θ, στ. 85-86 & 93, ό.π.) 

 και
ταύτ' αρ' αοιδός άειδε περικλυτός αυτάρ Οδυσσεύς
τήκετο, δάκρυ δ' έδευεν υπό βλεφάροισι παρειάς.

(αυτά ετραγούδα ο πολυδόξαστος τραγουδιστής , ωστόσο
έλιωνε εκείνος και του μουσκεύαν τα μάγουλά του απ' τα δάκρυα)
(ραψ. θ, στ. 521-522,ό.π.)

Συνηθίζεται, κι όσοι γνωρίζουν το καταλαβαίνουν, ο Οδυσσέας ν' αντιδρά με τον τρόπο εκείνο των ανθρώπων που φέρουν ένα μεγάλο ψυχικό φορτίο και που όταν βρεθούν σε περιβάλλον αγάπης και αποδοχής κι ακούσουν να γίνεται λόγος ανεπιτήδευτος και ελεήμων γι' αυτούς, τότε, κάτι σα να σπάει μέσα τους και ο πόνος βρίσκει διέξοδο στα δάκρυα. 
Η συμπεριφορά αυτή του Οδυσσέα, που επαναλαμβάνεται σε δύο διαφορετικά συμπόσια των Φαιάκων, δεν περνά απαραίτητη. Ο Αλκίνοος τού ζητά να πει ποιός είναι : κανείς δεν έμεινε ανομάτιστος ποτέ απ' τους ανθρώπους.... στον κόσμο μια και εβρέθη....

Ξεκινάει τότε ο Οδυσσέας τον Αλικνόου απόλογο, τον λόγο του ενώπιον του βασιλιά των Φαιάκων, όπου θα αναθυμηθεί και θα εξιστορήσει σε πέντε ραψωδίες (ι-ν)  τις περιπέτειες και τα βάσανα που πέρασε στον κόσμο των τεράτων. 
Ο λόγος του είναι τόσο ζωντανός και πηγαίος και μόλις τελείωσε η εξιστόρηση, έπεσε μεγάλη σιωπή στα σκιόεντα μέγαρα του Αλκίνοου και όλοι όσοι έτυχαν εκεί και τον άκουσαν έστεκαν  μαγεμένοι. 

Την επόμενη μέρα ο Οδυσσέας θα μπει σ' ένα από τα υπερφυσικά πλοία των Φαιάκων, όπου αφού βάλουν ότι εφόδια χρειάζεται, θα του στρώσουν μια στρώση  και ένα σεντόνι για να κοιμηθεί και για να μην καταλάβει το ταξίδι:
κι ένα σεντόνι πήραν κι έστρωσαν να κοιμηθεί ο Οδυσσέας
αξύπνητα. κι αυτός ανέβηκε κι απόγειρε στο στρώμα
δίχω μιλιά. Κι οι Φαίακες κάθισαν, καθένας στο κουπί του
με τάξη κι απ' το τρύπιο λύσανε λιθάρι την πρυμάτσα.
κι ως πήραν, το κορμί αναγέρνοντας με τα κουπιά το κύμα
να σκίζουν, ύπνος εχύθη ολόγλυκος στα μάτια του Οδυσσέα
βαθύς, αξύπνητος, ο θάνατος θαρρείς τον είχε πάρει.

(ραψ. ν, στ. 74-80 ό.π.)

Το ιδιαίτατο πλοίο των Φαιάκων, δηλ. ο τρόπος που διαθέτουν για την μετάβαση του Οδυσσέα από την μια κατάσταση στην άλλη, δεν έχει καμιά σχέση με τα συμβατικά πλοία των ανθρώπων, έχει υπερφυσικές δυνατότητες,  κι αυτό δηλώνεται σε πολλά σημεία αλλά και εδώ : 
κι έτρεχε σίγουρα, ανεκράτητο το πλοίο, μηδέ γεράκι,
το πιο γρήγορο από τα πετούμενα, δυνόταν να το φτάσει.
Έτσι έσκιζε γοργά τα κύματα δραμώντας το καράβι 
και κουβαλούσε εκείνον που'μοιαζε με των θεών ο νους του
και που είχε χίλια μύρια βάσανα στα περασμένα σύρει
μέσα σε τόσα αντροπαλέματα και κύματα αφρισμένα
και τώρα γαλήνια κοιμότανε, τα πάθη του ξεχνώντας

(ραψ. ν, στ. 86 -93 ό.π.) 

Στην διάρκεια του ταξιδιού ο παρελθοντικός και ο παροντικός χρόνος  μεταβάλλονται και τα φυσικά στοιχεία υποχωρούν....η συνθήκη του ταξιδιού δεν ομοιάζει με τίποτε από αυτά που ξέρουν οι ανθρώποι, είναι μια εντελώς ιδιαίτερη συνθήκη όπου αυτός που μεταφέρεται παραδίδεται στα χέρια των κωπηλατών που γνωρίζουν.
Όταν φτάνουν στην Ιθάκη, απιθώνουν τον Οδυσσέα δίχως να τον ξυπνήσουν στο διπλό λιμάνι του Φόρκυνα (άλλος συμβολισμός για τον οποίο θα μπορούσαμε πολλά να πούμε)  και δίπλα του αφήνουν σκευή και δώρα τόσα πολλά κι ανείπωτα,  που ποτέ δεν θα μπορούσε να είχε λάβει ως λάφυρα από την δοξασμένη Τροία.

Αυτά τα εξαιρετικά και πλούσια δώρα των Φαιάκων θα είναι ο,τι χρειάζεται να φέρει μαζί του ο αναγεννημένος Οδυσσέας καθώς θα ξεκινήσει να διεκδικήσει την θέση του, την ταυτότητά του και τον κόσμο του.  Σε συμβολικό επίπεδο τα δώρα αυτά αντιπροσωπεύουν όλες τις βαθιές και εσωτερικές επιγνώσεις που οι Φαίακες του παρείχαν σε ασυνείδητο επίπεδο καθώς ταξίδευαν μαζί του. 
Αυτά τα δώρα - βαθιές επιγνώσεις, θα προκαλέσουν εκ νέου την οργή του Ποσειδώνα. 
Ο Ποσειδώνας - δεύτερος στην τάξη ανάμεσα στους θεούς μετά τον Δία- είναι ο θεός της θάλασσας και των σκοτεινών βυθών κι αν ο Δίας βρίσκεται στην κορυφή του Ολύμπου, στα νέφη, ο Ποσειδώνας βρίσκεται στο αντίθετο άκρο, τα βάθη, κι αν ο πρώτος αντιπροσωπεύει την συνείδηση και την ευβουλία, ο δεύτερος  αντιπροσωπεύει τις απρόσιτες ασυνείδητες σκοτεινές δυνάμεις, που σηκώνουν πελώρια κύματα και πνίγουν τους ανθρώπους... είναι αυτός που σείει από τα κάτω τον κόσμο.
Το πέρασμα του Οδυσσέα στον πραγματικό κόσμο, με τόσες τιμές, δηλαδή τόση συνειδητότητα που του χάρισαν οι Φαίακες, ο Ποσειδώνας νιώθει ότι στερεί τιμή και αξία από τον ίδιο. 
Στον διάλογό του με τον Δία, λέει γι' αυτούς : Φαίηκες τοί περί τοι εμής  εξ εισίν γενέθλης (μτφ. Οι Φαίακες που είναι από το αίμα μου, σέρνουν από μένα) και μας δίνει άλλη μια διαβεβαίωση ότι οι Φαίακες γνωρίζουν για τα βάθη και γι' αυτό μπορούν να μεταχειρίζονται τα κύματα και να μετέρχονται τα δύσκολα ταξίδια. 
Ο Ποσειδώνας αποφασίζει, με την σύμφωνη γνώμη του Δία, καθώς  το πλοίο θα επιστρέφει στο λιμάνι των Φαιάκων και καθώς θα το βλέπουν από την ακτή ο Αλκίνοος και οι άλλοι άρχοντες του νησιού να προσεγγίζει, να το απολιθώσει. 
Και πράγματι : 
για το νησί των Φαιάκων κίνησε να πάει, για τη Σχερία, 
κι εκεί περίμενε, ως που ζύγωσε τρεχάμενο το καράβι
το πελαγόδρομο. Ζυγώνοντας ο Κοσμοσείστης τότε
του'δωσε μια με την παλάμη του και τους το μαρμαρώνει
και στο βυθό  βαθιά το ρίζωσε.....
     (ραψ. ν στιχ. 180-185 ό.π.)

.... λάαν έθηκε... χειρί καταπρηνεϊ...

Η μεταιχμιακή παρουσία των Φαιάκων ολοκληρώνεται. Δεν γίνεται ποτέ ξανά λόγος γι' αυτούς. Το καράβι τους πετρώνει στο έμπα του λιμανιού, και καθώς το βλέπει ο βασιλιάς θυμάται ότι είχε προειδοποίηση - χρησμό από τον πατέρα του γι' αυτό που θα συνέβαινε,... γνώριζε ότι θα συμβεί, καθώς κανείς δεν περνάει ατιμώρητος τις πύλες του σκοτεινού κόσμου.
Είναι το τίμημα που καταβάλλουν οι Φαίακες, αυτοί οι μυστήριοι τύποι που δεν είναι ούτε θεοί ούτε και άνθρωποι. Ένα μέρος τους, ένα κομμάτι τους, καθώς θα γυρνάνε πίσω στον τόπο τους, κάθε φορά που κάνουν το ταξίδι, θα μένει πετρωμένο για πάντα.... ενώ ο Οδυσσέας όπου να'ναι θα ξυπνήσει....

Η Αλήθεια βρίσκει πολλούς τρόπους να συναντά τους ανθρώπους - μέσα στους αιώνες, σε διάφορες γλώσσες, σε διάφορους τόπους, με τρόπους που δεν μπορούμε να προβλέψουμε ή να καταλάβουμε απόλυτα-  γιατί προερχόμαστε απ' αυτήν.
Κι είναι οι Φαίακες τα αρχετυπικά πρότυπα των ανθρώπων εκείνων που χρειαζόμαστε για να κάνουμε το μεγάλο ταξίδι της επιστροφής στην γενέθλια γη και η φωνή που έρχεται από το βαθύ παρελθόν της ανθρωπότητας με την γλώσσα της ποίησης, να μας μιλήσει ξανά για τον προορισμό μας. 


Σχόλια

  1. Ανώνυμος24/5/15, 11:33 μ.μ.

    Κυρία Ραβάνη, να είστε καλά. Θα μας μείνει αξέχαστη η σημερινή πνευματική ευωχία!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σας ευχαριστώ!
      Εγώ το χαίρομαι ακόμα περισσότερο!!

      Διαγραφή
  2. Εξαιρετικό! Φαίακες - γκρίζοι - σκιώδεις - ασαφείς? Αλλά παρεμβατικοί.Μεταίχμιο(ι) όπως λέτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Σ' ευχαριστώ κ. Γιώργο.

    "....καὶ ὁ μῦθος κρύπτει νοῦν ἀληθείας..."

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_αν αυτή είναι η πολιτική

 Δεν θα το επιδιώξω, αλλά θα εκμεταλλευτώ αυτή τη καταπληκτική συγκυρία : ώρα απογευματινή, μάθημα σε σπίτι, σε κεντρική πλατεία, σε κεντρικό χωριό, από κάτω τα καφενεία και είχα εντοπίσει καθώς πήγαινα ασυνήθιστες κινήσεις, μια αναταραχή και μια κυρία, άγνωστη σε μένα,  με χρώμα μαλλιών σε ώριμη μελιτζάνα να περιφέρεται μαζί με μια φίλη της που δεν είχε τίποτε το αξιοσημείωτο. Εγώ πρόσεξα την μελιτζανί.  Το μάθημα κυλούσε ανάμεσα σε απογοητεύσεις και προσπάθειες, οι ήχοι  της πλατείας γνωστοί και γι αυτό ανήκουστοι  έφταναν αλλά και δεν έφταναν σ'αυτιά μου, ίσως αν πρόσεχα έξω να έφταναν, αλλά εγώ πρόσεχα μέσα.  Οι ήχοι αλλάζουν. Ξέρω την αλλαγή των μικροφωνικών στις μικρές πλατείες των χωριών.  Τέλος μαθήματος. Η προεκλογική συγκέντρωση στα μισά. Έμεινα να ακούσω κι εγώ. Παράγγειλα όπως κάνω πάντα μια τσικουδιά και τι ανανέωση προσώπων, κινήσεων, χρωμάτων. Ίδιες ιδέες ή καλύτερα καμία ιδέα... χωρίς ιδέες. Το απόγευμα όμως δεν έχασε σε τίποτα την ομορφιά του Απρίλη του.  Το κόμμα,