Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_βάδην στο σκοτάδι


  
 Για τον Φώτη

Πάνω στην Εθνική 9.30 το βράδυ. 
Ελάχιστα αυτοκίνητα. Φυσάει και κουμπώνομαι, προχωράω μέσα από ένα μικρό χωριό που άδειασε όλη την θλίψη του χειμώνα του στα κρεβάτια των ανθρώπων. 
Μόνη μου, το ξέρουν τα σκυλιά του τελευταίου σπιτιού και με γαβγίζουν. 
Προχωράω κατηφορίζοντας, αγριεύει. Αρχίζει να βρέχει σιγανά. 
Ούτε σκυλιά, ούτε αέρας, μόνο παγωμένη βροχούλα. Διασχίζω ένα μικρό δάσος, πανύψηλα δέντρα, μια ρεματιά, ακούγεται νερό και κάτω από τη γέφυρα, πνιγηρό σκοτάδι και κισσός.
Θαρρώ πως θα μου δέσει τα πόδια. Σταματάω σε ένα εκκλησάκι στο πλάι του δρόμου, καθυστερώ κι ανάβω το καντήλι. Δεν υπάρχει πιο μοναχικό πράγμα από την φλόγα ενός καντηλιού στο σκοτάδι του δρόμου... Στο σκοτάδι που περπάτησα.
Απομακρύνομαι, γυρνώ και κοιτώ συχνά πίσω, την φλόγα.
Βρέχει και σηκώνω τα μάτια μου στον ουρανό.
Θε μου τι ουρανό έχεις φτιάξει!! Τι ακίνητο κι ανίκητο χάος. Σου'ρχεται να πεθάνεις, να αναληφθείς, να φύγεις.
Μα πάλι κουμπώνομαι και προχωράω ανηφορίζοντας τώρα, σχεδόν έφτασα. Και αύριο, αύριο γράφω. Εγώ αύριο γράφω. Τι να γράψω; Σε ποιόν να πω και να πιστέψει αν του γράψω...
Εγώ πάντως αύριο γράφω.
Όχι σήμερα. Αύριο γράφω.

Σχόλια

  1. Ανώνυμος21/2/15, 7:45 π.μ.

    Το σημερινό είναι δικό σου και οχι το αυριανό. Λοιπόν γράψε σήμερα.
    Ωραία η πορεία σου!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Σ΄ευχαριστώ αγαπητέ ανώνυμε....
    Δεν σε γνωρίζω ... στην πραγματική ζωή που λέει η Ευανθία, αν και για μένα αυτό δεν είναι πρόβλημα... αφού ακόμα κι αν σε γνώριζα πάλι άγνωστος θα μου ήσουν.
    Θα ήθελα να σου δώσω μια μακροσκελή απάντηση για τις πορείες αλλά γιατί να το κάνω;
    Θα πω μόνο ότι αν έχει ένα δικαίωμα ο άνθρωπος αυτό είναι το να μην μπορεί... να μην αντέχει άλλο. Κι αυτό να το εκφράζει με όλη του την εξασθενημένη δύναμη.
    Συνήθως σ' αυτό ακριβώς το ωραίο σημείο, οι άλλοι τον λιώνουν....

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός