Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Σοφοκλή : Οιδίποδας Τύραννος


Αν γράφω αυτές τις αράδες δεν είναι για να πω κάτι σημαντικό, ούτε για να φωτίσω κάποιον. Νομίζω εξάλλου ότι όλα, όσα άξιζε, έχουν ειπωθεί. Θέλω περισσότερο, μια και μου δόθηκε  η πολυτέλεια να διδαχθώ και να μελετήσω τον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή, να καταγράψω τις βόλτες που έκαναν στο νου μου ο Οιδίποδας, ο Τειρεσίας, η Ιοκάστη, οι χορευτές κι ο Κρέοντας, όταν το βράδυ έκλεινα τα βιβλία και τις σημειώσεις μου.

Το έργο είναι τεράστιο σε σημαντικότητα και πολλοί οι τρόποι που έχει διαβαστεί, κι είναι τουλάχιστον κοινότοπο να πω  ότι έχει σημαδέψει όχι μόνο την αρχαιογνωσία μας αλλά και τον τρόπο που αναγνωρίζουμε τους εαυτούς μας στον δυτικό πολιτισμό.
Ελπίζω ότι θα μπορέσω, έστω και σε συνέχειες δίχως συνοχή, να αναφερθώ στα σημεία εκείνα που εμένα τουλάχιστον μου έφεραν όχι μόνο σκέψεις αλλά και θαυμασμό.
Το πρώτο από αυτά είναι ένα  πρόβλημα της συνεννόησης μεταξύ θεού και ανθρώπου.
Πώς να συνεννοηθούν δύο όντα εκ διαμέτρου αντίθετα;
Πώς να πει ο θεός τον Λόγο του και πώς να τον καταλάβει ο άνθρωπος; Και τι είδους είναι ο Λόγος του Θεού;
Στο αρχαίο ελληνικό πάνθεο ο Δίας εκφράζει την θεία βούληση ενώ ο Απόλλωνας ο θεός του φωτός είναι ο θεός - λόγος, ο τρόπος της έκφρασης της θείας βούλησης. 
Το κομβικό σημείο γύρω από το οποίο πλέκεται η υπόθεση της τραγωδίας είναι η εκφορά του λόγου: ο λόγος είναι που διακινείται ανάμεσα στο μαντείο, στους βασιλείς, στους απεσταλμένους και μέσα από τους διαμειφθέντες διαλόγους με διάφορα πρόσωπα (μάντης Τειρεσίας, Άγγελος, Θεράπων, Ιοκάστη) ο Οιδίποδας οδηγείται σιγά σιγά στην φοβερή αλήθεια και κορυφώνεται η αγωνία των θεατών. 
Μέσα από την πλοκή της τραγωδίας ο Σοφοκλής θέτει στον Οιδίποδα Τύραννο, την γλώσσα  ως πρόβλημα οντολογικό, το οποίο εκτός του ότι δηλώνει την βαθιά   φιλοσοφική - θεολογική σκέψη των αρχαίων Ελλήνων, αντανακλά και την ειδοποιό διαφορά ανάμεσα στο όντως Ον και στα ανθρώπινα λογικά όντα.  
Αυτό το διακρίνουμε κυρίως στους χρησμούς των Δελφών αλλά και στα λόγια του Τειρεσία, ακόμα και στο αίνιγμα της Σφίγγας. 
Όταν ο Λάϊος μαθαίνει τον χρησμό από το μαντείο των Δελφών, ότι θα σκοτωθεί από τον γιό που θα γεννήσει η Ιοκάστη, λαμβάνει τα μέτρα του : τρυπάει τους αστραγάλους του νεογέννητου παιδιού και σα να ήταν ένα αρνί περνάει ένα χαλκά και το παραδίδει στον έμπιστο βοσκό του για να το εγκαταλείψει στον Κηθαιρώνα και να πεθάνει.
Ο Οιδίποδας θα γλυτώσει και θα ζήσει κι όταν μεγάλος πια, μαθαίνει πάλι από το μαντείο των Δελφών ότι θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του, αλλόφρων αποφασίσει κι αυτός να πάρει τα μέτρα του και φεύγει σε κατεύθυνση εκ διαμέτρου αντίθετη από τον τόπο όπου νόμιζε ότι είχε γεννηθεί και ανατραφεί, μακριά από αυτούς που θεωρούσε γονείς τους, δηλαδή από την Κόρινθο και τον βασιλιά Πόλυβο και την σύζυγό του Μερόπη. Έτσι φτάνει στην Θήβα.
Είχαν αντιληφθεί σωστά τους χρησμούς που πήρανε;
Εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι και τους είχανε αντιληφθεί σωστά και ότι δεν τους είχανε αντιληφθεί σωστά.

Εάν θεωρήσουμε ότι η "σωστή" αντίληψη των χρησμών οδήγησε τις πράξεις τους, οι πράξεις που αποφάσισαν να κάνουν ήταν εντελώς λανθασμένες : και ο Λάιος δεν έπρεπε να παραδώσει το παιδί στον βοσκό και ο Οιδίποδας να τρέξει για να φύγει από την Κόρινθο.
Εάν θεωρήσουμε ότι "λάθος" αντιλήφθηκαν τους χρησμούς τότε και οι δύο εξαιτίας της λάθος αντίληψής τους οδηγούνται και αντιμετωπίζουν την αλήθεια των πράξεων και της ύπαρξής τους. 
 
Η ερμηνεία που και οι δύο δίδουν στα λόγια του θεού Απόλλωνα είναι προσαρμοσμένη στην αμεσότητα και την τρεπτότητα των ανθρώπινων ζωών που ζούνε και των πραγμάτων που τους αφορούν. Αντιμετωπίζουν τον λόγο του θεού ως μια άμεση καθοδήγηση - παρέμβαση και κάνοντας χρήση του λογικού τους αποφασίζουν για τις περαιτέρω ενέργειές τους προκειμένου ο μεν Λάϊος να μην ζημιωθεί χάνοντας την ζωή και τον θρόνο του από τον γιό του, ο δε Οιδίποδας να μην σφάλλει ηθικά, διαπράττοντας τα εγκλήματα της πατροκτονίας και της αιμομιξίας. Κατά κάποιο τρόπο ο ένας, ο Λάϊος πράττει ανήθικα και ο άλλος, ο Οιδίποδας πράττει ηθικά. Όμως η ηθική ή ανήθικη στάση τους διόλου δεν βοηθά στην αποφυγή της τραγωδίας. Δεν είναι λοιπόν θέμα ηθικής.
Και οι δύο ερμηνεύουν τους χρησμούς που τους δόθηκαν με έναν τρόπο εργαλειακό, συμπληρωματικό της δικής τους βούλησης και λογικής.
Δεν αντιλαμβάνονται το χάσμα που χωρίζει την ανθρώπινη βούληση και λογική από την θεϊκή κι έτσι χάνουν την ευκαιρία να "διαβάσουν" πίσω από τα σημεία των χρησμών, το σημαινόμενο που είναι λόγος πρωτευόντως οντολογικός και δευτερευόντως ηθικός ή οτιδήποτε άλλο.
[ὁ ἄναξ, οὗ τὸ μαντεῖόν ἐστι τὸ ἐν Δελφοῖς, οὔτε λέγει οὔτε κρύπτει ἀλλὰ σημαίνει.
μτφρ. Ο άρχοντας, που δικό του είναι το μαντείο στους Δελφούς, ούτε λέει ούτε κρύβει, αλλά μονάχα σημαίνει - fr. 93 Ηράκλειτος.]
Ο θεός υποβιβάζεται σε έναν  συμβουλάτορα, σ' έναν αυλικό της αυλής του βασιλιά που ρόλος του είναι να πει από πού και από τι πρέπει κανείς να φυλάγεται. Ο λόγος του θεού προσλαμβάνεται από τον νήπιο άνθρωπο ως  πληροφοριακός - επαγωγικός και όχι ως λόγος υπαρξιακής αναγκαιότητας.
Όμως, ο λόγος του θεού είναι αυτός που διευθευτεί το είναι των όντων και η προσφυγή σ' αυτόν είναι η πηγή της γνώσης των όντων και των σχέσεων που διέπουν την ύπαρξη.
Έτσι, το ερώτημα : ποιός είναι ο φονεύς του Λάϊου; γίνεται για τον Οιδίποδα το τραγικό : Ποιός είμαι; και μεταφράζεται σ' ενα πρωταρχικό αίτημα αυτογνωσίας.
Αυτό δηλαδή το οποίο ο χρησμός σήμαινε από την αρχή, μιλώντας όμως μια άλλη γλώσσα έξω από την λογική αντίληψη που έχουν οι άνθρωποι για την γλωσσική έκφραση ως εργαλείο.
Έτσι, όταν ο βασιλιάς Λάιος πήρε τον πρώτο χρησμό, αυτό που του λέχθηκε ήταν ότι  κατ' ανάγκη, εκ της αρχής που κυβερνάει το ανθρώπινο γίγνεσθαι, θα "σκοτωθεί", θα ξεπεραστεί, θα εκθρονιστεί από τον γιό του. 
Κι όταν ο πρίγκιπας της Κορίνθου, Οιδίποδας πήρε τον δικό του χρησμό, αυτό που του λέχθηκε είναι ότι θα   "σκοτώσει", θα ξεπεράσει και θα εκθρονίσει τον πατέρα του, υπερβαίνοντας έτσι το παρελθόν, ως αποτέλεσμα της δικής του ελευθερίας να υπάρχει και να προσδιορίζεται αυτοτελώς μέσα στην χρονική διαδοχή των γενεών, να ιδρύσει το δικό του "βασίλειο" κι όμως, ταυτόχρονα  ποτέ δεν θα μπορεί να γίνει ένας εντελώς άλλος ακόμα και μετά από αυτόν τον "φόνο" του παρελθόντος, πάντα θα είναι αναγκασμένος να γυρνάει στην μήτρα που τον γέννησε, θα δεσμεύεται από την κτιστότητα και θα βασανίζεται γιατί δεν θα μπορέσει ποτέ ποτέ να αυτοκαθορισθεί ως ένα αμιγώς καθαρό κι ελεύθερο ον ή ως αιτία του εαυτού του. 

Ανάμεσα σ' αυτές τις δύο συνθήκες και τις διασταυρώσεις τους, μπλέκεται η τραγική ζωή των ανθρώπων. Η άρνηση να αποδεχθούν, να γνωρίσουν και να συμμορφωθούν με αυτή την πραγματικότητα της ανθρώπινης κατάστασής τους, τους στερεί την κατ' αλήθεια ύπαρξή τους, οδηγεί στην ύβρι, στην τύφλωση και στο θάνατο. Στην πλατωνική σκέψη μια τέτοια γνώση είναι εφικτή μόνο για τους φιλοσόφους οι οποίοι έχουν ανέβει έως τον έβδομο αναβαθμό καθοδηγούμενοι από τον Έρωτα.

Η αρχαία τραγωδία στα χέρια ενός μεγάλου δημιουργού, πολύ πιο λαϊκή και άμεση κινεί τα δικά της αισθητηριακά και ψυχολογικά νήματα προκειμένου να ειδοποιήσει:
Χρειάζεται μια μετα-γλώσσα για να γίνει αυτός ο εντελώς αντισυμβατικός και δύσκολος διάλογος με το Θεό, πολύ περισσότερο μάλιστα για να γίνει αποδεκτή η αυτογνωσία που προκύπτει ως αποτέλεσμα αυτού του διαλόγου. Όταν ο Οιδίποδας και πριν απ' αυτόν η Ιοκάστη αντιληφθούν όλη την αλήθεια, συντρίβονται, δεν μπορούν να μιλήσουν παρά βγάζουν θρηνητικές κραυγές, ενώ ο Τειρεσίας είχε προειδοποιήσει τον βασιλιά που αρνιότανε ν' ακούσει  : "όταν θα μάθεις ποιός είσαι, τότε, αλίμονο ποιό λιμάνι και ποιός Κηθαιρώνας θα βρεθούν για να αντηχήσουν την κραυγή σου;"








Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_αν αυτή είναι η πολιτική

 Δεν θα το επιδιώξω, αλλά θα εκμεταλλευτώ αυτή τη καταπληκτική συγκυρία : ώρα απογευματινή, μάθημα σε σπίτι, σε κεντρική πλατεία, σε κεντρικό χωριό, από κάτω τα καφενεία και είχα εντοπίσει καθώς πήγαινα ασυνήθιστες κινήσεις, μια αναταραχή και μια κυρία, άγνωστη σε μένα,  με χρώμα μαλλιών σε ώριμη μελιτζάνα να περιφέρεται μαζί με μια φίλη της που δεν είχε τίποτε το αξιοσημείωτο. Εγώ πρόσεξα την μελιτζανί.  Το μάθημα κυλούσε ανάμεσα σε απογοητεύσεις και προσπάθειες, οι ήχοι  της πλατείας γνωστοί και γι αυτό ανήκουστοι  έφταναν αλλά και δεν έφταναν σ'αυτιά μου, ίσως αν πρόσεχα έξω να έφταναν, αλλά εγώ πρόσεχα μέσα.  Οι ήχοι αλλάζουν. Ξέρω την αλλαγή των μικροφωνικών στις μικρές πλατείες των χωριών.  Τέλος μαθήματος. Η προεκλογική συγκέντρωση στα μισά. Έμεινα να ακούσω κι εγώ. Παράγγειλα όπως κάνω πάντα μια τσικουδιά και τι ανανέωση προσώπων, κινήσεων, χρωμάτων. Ίδιες ιδέες ή καλύτερα καμία ιδέα... χωρίς ιδέες. Το απόγευμα όμως δεν έχασε σε τίποτα την ομορφιά του Απρίλη του.  Το κόμμα,