Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_γιατί γράφουμε;




Κάποτε, πριν από λίγο καιρό, είχα μια απάντηση στο ερώτημα "γιατί γράφω"... 
Ελέγχω τον εαυτό μου.... και βρίσκω ότι δεν έχω λόγο να γράφω πιά... 
Γράφουμε σήμερα οι άνθρωποι, σε ιστολόγια κάνοντας σχόλια, απαντούμε, ξαναγράφουμε, ξαναπαντούμε...  γράφουμε στο facebook και αλλού θαρρείς παρασυρμένοι από ένα χείμμαρο, σαν αυτόν που έπνιξε την Αθήνα...
Παρασυρμένοι μαζί με νεκρά ζώα, ντουλάπες, ψυγεία, ξύλα, παλιούς καναπέδες, άχρηστα πράγματα, άχρηστοι και οι λόγοι μας, κάτι που κάπου ακούσαμε, κάτι που θεωρούμε άξιο λόγου.... πλημμυροπαθείς... εγωπαθείς και αυτάρεσκοι.
Τι νόημα έχει να γράφεις και να μιλάς... εάν αυτό που έχεις να πεις δεν γίνεται ψωμί για να χορτάσει αυτός που πείνασε πολύ, εάν δεν γίνεται δροσιά για να ξεδιψάσει αυτός που βρέθηκε στην μεγάλη έρημο των πόλεών μας... 
Τι νόημα έχει να γράφεις εάν αυτό που γράφεις δεν μπορεί να γίνει ρούχο... ναι! ρούχο, να το φορέσει ο άλλος, να το τυλιχτεί να νιώσει θαλπωρή μέσα στην παγωνιά των αιώνων που μας κυκλώνουν... 
Εάν δεν μπορείς να προσφέρεις  "μια κάποια λύσιν"...
Τι νόημα έχει να γράφεις εάν δεν μπορείς να νιώθεις ; 
Δεν ξέρω.  


*Από την "Μπαλάντα στους άδοξους ποιητές των αιώνων" του Κώστα Καρυωτάκη,  ίσως δεν ταιριάζει η εικόνα με την ανάρτηση, αλλά την επέλεξα γιατί μ' αρέσει το ποίημα. 

Σχόλια

  1. Ανώνυμος29/10/14, 7:04 μ.μ.

    Ορθές οι παρατηρήσεις σας, αν και προσωπική μου γνώμη είναι ότι ακόμα και όταν δεν έχουμε να προσφέρουμε πνευματική τροφή κι ένδυμα στους άλλους, προσφέρουμε στον εαυτό μας αυτογνωσία βλέποντας τις δικές μας ελλείψεις, την πνευματική ασιτία και γυμνία και έτσι μπορούμε, αν θέλουμε, να μπούμε στη διαδικασία και να την αντιμετωπίσουμε.
    Να γράφουμε λοιπόν, ας αφήνουμε τον εαυτό μας να εκφραστεί όπως είναι κι όπως θέλει, μας κάνει καλό, αν αναζητούμε τη θεραπεία μας.

    Αν όμως έχουμε να προσφέρουμε ας μη το στερούμε στους άλλους...

    «Λέγε σε κάθε ευκαιρία τον καλό λόγο. Σπέρνε τον απλόχερα.
    Ο καλός λόγος είναι σαν τον καλό σπόρο. Έπιασε; Έθρεψε πολλούς.
    Δεν έπιασε; Δεν ζημίωσε κανέναν» (Κούρκουλα Κων/νου, Στάχυα τόμ Β σελ. 24)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ο γραπτός λόγος, ο λόγος γενικά ως θεραπεία... η δύναμη του λόγου...
    "Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα, μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο. Τὸ ξέρω. Τὸ δοκίμασα. Δὲν ὠφελεῖ..."

    (Από τη Σονάτα του Σεληνόφωτος, του Γ. Ρίτσου).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Ανώνυμος29/10/14, 9:43 μ.μ.

    " Τι νόημα έχει να γράφεις εάν αυτό που γράφεις δεν μπορεί να γίνει ρούχο... ναι! ρούχο, να το φορέσει ο άλλος, να το τυλιχτεί να νιώσει θαλπωρή μέσα στην παγωνιά των αιώνων που μας κυκλώνουν... "

    Θα τυλιχτώ με αυτή σου τη φράση απόψε Ελένη μου και θα της ζητήσω να με ζεστάνει, σαν κουβερτούλα...

    Ευχαριστώ!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Ανώνυμος30/10/14, 7:35 π.μ.

    Και εγώ Ελένη μου το ιδιο λέω " Τι νόημα έχει να γράφεις εάν δεν μπορείς να νιώθεις ; " η και να νιώσεις τον άλλο, τον πονεμένο και μοναχικό.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ανώνυμος30/10/14, 4:20 μ.μ.

    "Τὸ ξέρω πὼς καθένας μοναχὸς πορεύεται στὸν ἔρωτα, μοναχὸς στὴ δόξα καὶ στὸ θάνατο. Τὸ ξέρω. Τὸ δοκίμασα."

    Είναι αλήθεια αυτό, όμως υπάρχει μία και μοναδική εξαίρεση, ο Θείος Έρωτας. Πορεύσε με τον Ερωτά σου εντός του Ε/εαυτού σου, στο θάνατο και στη δόξα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ανώνυμος30/10/14, 9:43 μ.μ.

    Γράφουμε για να αποκτήσει η σκέψη ύλη. Και όταν κάποιος διαβάσει αυτό που γράφουμε η ύλη γίνεται πάλι σκέψη στο μυαλό του...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός