Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_για καλό;

έργο : Φώτης Κόντογλου

Ο Γιάγκος και η Λόλα....

Μια ασπρόμαυρη φωτογραφία τραβηγμένη αρχές της δεκαετίας του '50, επιμελώς τοποθετημένη πάνω σ' ένα ξύλινο σερβάν, πάνω στο καρέ με την δαντέλα... Σοβαροί, αθώοι, νέοι, να κοιτάνε μπροστά τον φακό.
Είχα καλέσει ταξί, κούρσα : Αιγάλεω - Πειραιάς, στο καράβι για Χανιά.
Οι αποσκευές μου στο πεζοδρόμιο.
Έλα, να μπούμε μια στιγμή, να τους πεις μια καλησπέρα, είπε η μητέρα μου, θα χαρούνε... μετά από τόσα χρόνια....

Τόσα χρόνια....
Ο Γιάγκος και η Λόλα, δυο απλοί άνθρωποι, μακρινοί συγγενείς εξ αγχιστείας, δεν θα αναφέρω λεπτομέρειες γι' αυτήν....
Εμείς, τα παιδιά που μεγαλώναμε, ένα τσούρμο, αδέλφια, ξαδέλφια, γειτονάκια, τους λέγαμε "θείους"...
Ο θείος Γιάγκος και η θεία Λόλα. Άτεκνοι. Είχαν έρθει από την Κέρκυρα τα χρόνια της μεγάλης εσωτερικής μετανάστευσης κι έμειναν εδώ στο Αιγάλεω, σε ένα μικρό σπιτάκι, πολύ κοντά στον αδελφό εκείνης.
Εκείνος, ένας κοντός, αδύνατος και νευρώδης άντρας, με λεπτό μουστακάκι, του άρεσε το κρασί, έπαιζε το μάτι του, έκανε χωρατά με τις γειτόνισσες και δούλευε στις οικοδομές της Αθήνας.
Εκείνη, μια καλοκάγαθη νοικοκυρά, που όσο κι αν πάσχιζε ποτέ δεν έγινε αστή, ήταν πάντα μια παχουλή νησιωτοπούλα, με άψογη χωρίστρα, στρογγυλό πρόσωπο και ανοιχτή λεκάνη.
Τους θυμάμαι σαν αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρωπογεωγραφίας της γειτονιάς μας... φυσιογνωμίες που σιγά σιγά χάνονταν, λες  κάποιο κομμάτι να ξεκόλλαγε, κάτι συνέβαινε, θάνατος, αρρώστια, χωρισμός, μετακόμιση...  έσκαγε η ζωή κατά κύματα και έσκαβε κι άλλαζε όψη, χρόνο με τον χρόνο, η γενέτειρα γη....

Εγώ έφυγα νωρίς, μάθαινα όμως τα νέα συγγενών, γειτόνων, κουμπάρων, φίλων, κάθε φορά που μιλούσα με την μητέρα μου... ο ομφάλιος λώρος της που ποτέ δεν κόβεται...
Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ο Γιάγκος πήρε την σύνταξη του οικοδόμου, αποφάσισαν και γύρισαν στην Κέρκυρα.
Έζησαν εκεί κάμποσα χρόνια, αλλά βάρυναν πια, απόκαμαν, δεν είχαν πλέον ανθρώπους συγγενείς και δικούς να τους γιατροπορέψουν....Τα ανίψια τους, τους κατέβασαν πάλι στην Αθήνα, στο Αιγάλεω, πολύ κοντά σε εκείνο το μικρό σπιτάκι που έζησαν την ανδρόγυνη ζωή τους και που τώρα είναι μια νεόκτιστη πολυκατοικία.

Η μητέρα μου χτύπησε την πόρτα...
- Άνοιξε, Λόλα, της είπε....
Ακούσαμε βήματα και ανησυχία. Η ώρα ήταν περασμένη, κοντά οκτώ το βράδυ...
- Ποιός είναι; ρώτησε εκείνη.
- Εγώ, είμαι η Εύα...
- Η Εύα;... ναι...ναι... είπε..
Κι αμέσως ρώτησε : 
- Για καλό; ακούστηκε με αγωνία η φωνή της. Εθιμικό του τόπου της, να μάθει, αν γίνεται, το μαντάτο πριν ακόμα ανοίξει την πόρτα
-Ναι, για καλό... άνοιξε, θα δεις....

Άνοιξε το φως και την εξώπορτα....
Εκείνη, μόνο το στρογγυλό της πρόσωπο με τα στρογγυλά της μάτια κάπως την θύμιζε... δίχως δόντια, αδύνατη, με μια ρόμπα, πάτησε τα 92.
Εκείνος, καθισμένος σε μια πολυθρόνα, μια μπουκιά ανθρωπάκι, χωνεμένο πρόσωπο, αποστεωμένο σώμα, με το μεταλλικό Π μπροστά του, πάτησε τα 95.  Το σπιτάκι τους πεντακάθαρο και τακτοποιημένο... Στον τοίχο κρεμασμένη εκείνη η ασπρόμαυρη φωτογραφία...
Δυο αγαθά γεροντάκια... μαλακά και κατσιασμένα σαν μικρά πουλιά....
Δεν με γνώρισαν κι εμένα.... με τα γκρίζα μου μαλλιά, τις ρυτίδες, τα παραπάνω κιλά, πάτησα τα 52.
Χάρηκαν όμως... χάρηκαν αληθινά... έως δακρύων... Δεν ξέρω τι τους θύμισα κι όλο σκούπιζαν τα μάτια τους και λέγανε ευχές για μένα , για τη μάνα μου, για τα ανίψια τους που δεν τους εγκατέλειψαν και τους φροντίζουν τώρα στα τελευταία τους, σα να ήταν παιδιά τους....για τα παιδιά μου, για το ταξίδι μου στην Κρήτη που ποτέ δεν αξιώθηκαν να έρθουν...
Η Λόλα μου κράταγε τα χέρια και τα χάιδευε... λες και της φαινόταν απίστευτο... μετά από τόσα χρόνια....Ευχές... λόγια...γεράσαμε... καλά είμαστε...Δόξα το Θεό... η φωνή της τραγουδιστή επτανήσια. 

Ήρθε το ταξί και κόρναρε.
Τους φίλησα και βγήκα.

Φίλησα και τη μάνα...

Και ένιωθα αυτή την ερώτηση της γυναίκας που φτάνει έναν αιώνα ζωής : Για καλό;  να είναι ίδια, ατόφια η ερώτηση των αιώνων της ανθρώπινης περιπέτειας.... των αβρών προσώπων των ζευγαριών στις ασπρόμαυρες φωτογραφίες, των αλλοιωμένων σωμάτων των γερόντων.   Ξενιτεμοί, επιστροφές και πάλι ξενιτεμοί και η μεγάλη επιστροφή...
Τόσα χρόνια, τόση ζωή που περνάει και χάνεται... Οι κύκλοι.
Αχ, ας ήξεραν πριν ανοίξουν την πόρτα, γιατί γίνονται όλα αυτά;
Η ερώτηση του ανθρώπου, που αντηχεί στα έσχατα : 
Για καλό; 
και μένει δίχως απάντηση. 


Σχόλια

  1. Ανώνυμος12/10/15, 2:15 μ.μ.

    Και εσύ για καλό μας εγραψες και μας θύμισες τους όμορφους εκείνους καιρούς!
    Αχ, πόσο πεθύμησα αυτούς τους ανθρώπους!
    Γιατί μας φεύγουν ομως?
    Ο καλπασμός του χρόνου. ..

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. ''Ο καλπασμός του χρόνου. ..'', είναι μια πολύ ωραία μεταφορά!
    Όμως, νομίζω, ότι το διήγημα δεν αναφέρεται τόσο ''στον καλπασμό του χρόνου'', όσο στο τ ώ ρ α του χρόνου, στο πως οι πρωταγωνιστές βιώνουν στο τώρα (δηλαδή στα λίγα λεπτά της συνάντησης τους) το χρόνο.
    Επικεντρώνεται: εν τω γίγνεσθαι, στην τελετουργία της συνάντησης και στο μείζον ερώτημα που την χαρακτηρίζει.
    Η Ελένη, με μια οικονομία λέξεων, με κυριολεξίες και μια κατάτμηση δεξιοτεχνική των διαστρωματώσεων του χρόνου μας δίδει ένα υποδειγματικό διήγημα σε μια εποχή βαθιάς κρίσης των νοημάτων και συναισθημάτων που συγκροτούν την ταυτότητά μας.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από έναν διαχειριστή ιστολογίου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Σας ευχαριστώ για τα σχόλιά σας.
    Εγώ πήγαινα να δω δύο γεροντάκια, μια τυπική όσο και βιαστική επίσκεψη....
    Όταν με χτύπησε σαν ηλεκτρικό ρεύμα η ερώτηση της γριάς γυναίκας πίσω από την κλειδωμένη πόρτα της... Κι όλα εμποτίστηκαν στο νόημα τους.
    Ένα από τα πιο δύσκολα φιλοσοφικά και ανθρωπολογικά προβλήματα : ο σκοπός.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Πέρα από τον σκοπό που είναι βέβαια απόλυτα κατανοητή η σημασία του όσον αφορά την κυρία Λόλα, τον σύζυγό της, την μητέρα της συγγραφέως
      και την συγγραφέα, εγώ ως αναγνώστης επικεντρώνομαι στην ταυτοχρονία του γεγονότος, όταν δηλαδή ο σκοπός και τα πρόσωπα απολυτοποιούν μια πράξη για δικό τους καλό, αλλά και για το δικό μας, δηλαδή ημών των αναγνωστών που θα αγνοούσαμε τη σημασία του συμβάντος αν δεν μας την μεσολαβούσε, με τον συγκεκριμένο τρόπο που την μεσολαβεί, το διήγημα.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός