Γρήγορα γρήγορα σάρωσα όλο το δωμάτιο, ένα ένα μάζεψα τα πράγματά μου, βιαστικά, δίχως να νοιάζομαι, δίχως να σκέφτομαι - τόσο πολύ που πονούσα- έχωσα σε δυο μεγάλες μαύρες σακούλες απ'αυτές τις γερές που αντέχουν τα μπάζα και των κατεδαφίσεων ολα τ'άχρηστα, τα πράγματά μου...
Τις παντόφλες, τα βιβλία, τα χαρτιά, τα πινέλα, τα μολύβια, το φωτάκι δίπλα μου, τα ρούχα, τους φακέλους, το σφουγγάρι μου, τα έργα μου, μερικά βιβλιαράκια με ποιήματα, μια μελέτη Περί δακρύων... όλα ανακάτερα, όλα ρημάδια, όλα μαζί στοιβαγμένα... δεν με ένοιαζε πιά... δεν με ένοιαζε πιά... τόσο πολύ που πονούσα... τα έριξα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου... ποιός να τα ξαναστήνει απ'την αρχή και πού να τα βάλει; για άλλη μια φορά...
Για άλλη μια φορά, σάρωσα το χώρο με το βλέμμα μου... μα δεν με νοιάζει πια...
Θα μπορούσα να είχα πεθάνει και κάποιος άγνωστος και άσχετος να μάζευε όσα είχα δικά μου κι όσα άγγιξα και μ'αγγίξανε, όσα ξενύχτησα μαζί τους, κι όσα μου ήταν τόσο οικεία κι αδιάφορα κι όσα αγάπησα πολύ... τα πράγματά μου.
Ξέρετε, κύριε, είναι μυστήριο πράγμα, αλλά για χρόνια δεν μπορούσα να προφέρω την απλή φράση "η ζωή μου"...
Τις παντόφλες, τα βιβλία, τα χαρτιά, τα πινέλα, τα μολύβια, το φωτάκι δίπλα μου, τα ρούχα, τους φακέλους, το σφουγγάρι μου, τα έργα μου, μερικά βιβλιαράκια με ποιήματα, μια μελέτη Περί δακρύων... όλα ανακάτερα, όλα ρημάδια, όλα μαζί στοιβαγμένα... δεν με ένοιαζε πιά... δεν με ένοιαζε πιά... τόσο πολύ που πονούσα... τα έριξα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου... ποιός να τα ξαναστήνει απ'την αρχή και πού να τα βάλει; για άλλη μια φορά...
Για άλλη μια φορά, σάρωσα το χώρο με το βλέμμα μου... μα δεν με νοιάζει πια...
Θα μπορούσα να είχα πεθάνει και κάποιος άγνωστος και άσχετος να μάζευε όσα είχα δικά μου κι όσα άγγιξα και μ'αγγίξανε, όσα ξενύχτησα μαζί τους, κι όσα μου ήταν τόσο οικεία κι αδιάφορα κι όσα αγάπησα πολύ... τα πράγματά μου.
Ξέρετε, κύριε, είναι μυστήριο πράγμα, αλλά για χρόνια δεν μπορούσα να προφέρω την απλή φράση "η ζωή μου"...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου