ΕΙΣΑΓΩΓΗ : Εντοπίζοντας τις διαφωνίες:
Νεωτερικότητα και κακό : ο υποκειμενισμός και τα όριά του
Κάθε προσπάθεια - να θέσουμε το πρόβλημα του κακού, να σκεφτούμε γι'αυτό και πολύ περισσότερο να πράξουμε εναντίον του- έρχεται καταρχάς άντιμέτωπη με το καθήκον μεθοδικά να βρει και να αναδείξει τον τρόπο που η νεωτερικότητα το αντιλήφθηκε και το συμπεριέλαβε -ή όχι- στο κοσμοείδωλό της.
Ασφαλώς ο νεώτερικός άνθρωπος δεν αρνήθηκε την ύπαρξη του κακού στον κόσμο, ο τρόπος όμως που τελικά έφτασε να μιλάει για αυτό ή να το αντιμετωπίζει, διαφέρει σε σημαντικό βαθμό, από εκείνον που είχαν οι άνθρωποι στο μεσαίωνα ή στην αρχαιότητα.
Ο συγγραφέας διακρίνει για τη νεωτερικότητα, μια ταλάντευση ανάμεσα σε μια ετοιμόλογη οπτιμιστική αντίληψη, η οποία πιστεύει στην ευκολία της υπέρβασής του, (θα λέγαμε εμείς πιο συγκεκριμένα τον επιστημονικό οπτιμισμό και την εκλαικευμένη κουλτούρα του think positive) και σε μια άλλη πεσιμιστική, όπου δεσπόζει ένα απειλητικό "γκότθικ" προαίσθημα.
Η ταλάντευση αυτή προδίδει την "ενοχική συνείδηση της νεωτερικότητας". Εδώ ο συγγραφέας δεν δίνει περαιτέρω εξηγήσεις , προχωρώντας τον προβληματισμό του, στον οποίο θα επανέλθουμε παρακάτω. Μπορούμε όμως και νομίζω είναι χρήσιμο να διακινδυνεύσουμε κάποιες ερμηνευτικές προεκτάσεις, μένοντας κοντά στο πνεύμα αυτού του κεφαλαίου.
Η νεωτερικότητα , ανάμεσα σε άλλες θεμελιώδεις διακηρύξεις της, διακήρυξε και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε, την πλήρη κατανοησιμότητα του κόσμου. Ο κόσμος ιδωμένος ως προς την φαινομενικότητά του, λαμβάνεται ως επίπεδος και επιφανειακός' απόμακροι τόποι εξερευνούνται, μυθικοί λαοί εντοπίζονται, καταγράφονται και νικιούνται, μυστηριώδεις θάλασσες χαρτογραφούνται, ανεξήγητες ασθένειες μέσα από το μικροσκόπιο κατανοούνται και εξαφανίζονται, όλος ο φυσικός κόσμος παύει να δίδεται στον άνθρωπο ως μια εμψυχωμένη ολότητα και προσεγγίζεται μαθηματικοποιημένα μέσω των φυσικών νόμων και την ελεγξιμότητα - προβλεπτικότητα των πειραματικών πλαισίων.
Χαρακτηριστικό του αιτήματος για πλήρη κατανοησιμότητα, είναι η επεκτατικότητα : το προς κατανόηση ερευνητικό αντικείμενο τίθεται σε μια προοδευτική προοπτική η οποία μέσα από την μεθοδική παρατήρηση και την συσσώρευση των ερευνητικών δεδομένων θα μας επιτρέψει, αργά ή γρήγορα, να το "φτάσουμε", να το κατανοήσουμε πλήρως και να καταστήσουμε έτσι, τρόπον τινα, διάφανο. Πλέον είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που υπόσχεται στον εαυτό του την μέλλουσα "Γη της επαγγελίας" . Η πρόοδος των φυσικών επιστήμών με αιχμή την βιολογία και την ιατρική, αποτελεί την έκφραση αυτού του διανοητικού κλίματος.
Το διανοητικό αυτό κλίμα που δίνει έμφαση κυρίως στο πλάτος και όχι στο βάθος της κατανόησης της ζωής και του κόσμου δεν άφησε ανεπηρέαστο κανένα τομέα της σκέψης μας. Όπως επισημαίνει και ο συγγραφέας, τόσο η φιλοσοφία, η ηθική αλλά και η θεολογία, φαίνεται να έχουν παγιδευτεί σε έναν τρόπο θέασης που συνεχώς χάνει από τα μάτια του τις βαθύτερες στοιβάδες της ανθρώπινης εμπειρίας στον κόσμο, με αποτέλεσμα όλος ο διανοητικός πολιτισμός μας να μπορεί να περιγραφεί ως η ιστορία της διαρκώς αυξανόμενης ακατανοησίας μας για το κακό, τον πόνο και τις τραγικές συγκρούσεις. Έκφράζουμε την αδυναμία μας να κατανοήσουμε το κακό ως τέτοιο, είτε με ειρωνική αποστασιοποίηση είτε με ισχυρό ηθικισμό, είτε με κάποιο συνδυασμό τους.
Επομένως η "ενοχική συνείδηση της νεωτερικότητας" που αναφέραμε παραπάνω και από την οποία πηγάζει η ταλάντευση ανάμεσα στην οπτιμιστική και την γκότθικ στάση απέναντι στο κακό, μαρτυράει την διανοητική μονομέρεια και αποτυχία μας να αντιληφθούμε το κακό με όρους βάθους της ανθρώπινης ύπαρξης και εμπειρίας και όχι με τους όρους της κατανόησης του φυσικού κόσμου. [Στην προβληματική μου αυτή εντάσσω και παραδειγματικά αναφέρω πρόσφατη ανάρτηση του ιστολογίου, με τον τίτλο "η πρώτη αιτία θανάτου"].
Τα πράγματα γίνονται πιο πολύπλοκα και ενδιαφέροντα αν αναλογιστούμε ότι αυτή η διανοητική μονομέρεια και αποτυχία αφορά πρωτίστως στον τρόπο που αυτοκατανοούμε τον εαυτό μας και την θέση του στον κόσμο. Αφορά δηλαδή το μεγαλειώδες νεωτερικό υποκείμενο και κάθε πρόθεσή μας να θεματοποιήσουμε το κακό ως τέτοιο αγγίζει ταυτόχρονα τον πυρήνα της αυτοκατανόησής μας. Ο στόχος μας όμως δεν είναι να αποδομήσουμε το νεωτερικό υποκείμενο για να αρνηθούμε τα πράγματι μεγάλα επιτεύγματά του, αλλά για να το απαλλάξουμε από μια προμηθεική θριαμβολογία στην οποία τόσο συχνά και εύκολα βρίσκεται μπλεγμένο.
Στην κατεύθυνση αυτή της κριτικής του υποκειμενισμού, συναντάμε δύο κορυφαίους στοχαστές, τον Φρ. Νίτσε και τον Σ. Φρόιντ, οι οποίοι μεσα απο διαφορετικούς δρόμους ο καθένας αμφισβήτησαν την συνοχή της εικόνας μας ως αυτόνομα πράττοντες και ως ηθικά άμεμπτα όντα, εικόνα που παραβλέπει το γεγονός της πολυπλοκότητας της πράξης μας, των ιστορικών προκαθορισμών και των τραγικών συγκρούσεων και θεωρεί ότι είμαστε εμείς οι κύριοι και απόλυτοι φορείς των σκέψεων, των πράξεων και των αποφάσεών μας απέναντι σε ένα παθητικό σύμπαν.
Ένας τέτοιος υποκειμενισμός έχει καταστροφικές συνέπειες στην κατανόηση του κακού, διότι αγνοεί ότι είμαστε ήδη και από τα πριν μπλεγμένοι με αυτό και λανθασμένα προκρίνει μια ευθύτητα δράσης που εννοεί ότι το κακό βρίσκεται κάπου εκεί έξω. Απέναντι στο εξωτερικά ευρισκόμενο κακό μπορούμε να βλέπουμε εαυτούς είτε ως πάντα και καθόλα "αθώους" είτε ως "θύματα".
Δεν συμβαίνει όμως μόνο αυτό. Η κριτική που ασκήθηκε, και δικαίως, στον υποκειμενισμό, κινδυνεύει να μας βυθίσει σε μια απελπισία, εφόσον θεωρεί ότι η αδυναμία μας να είμαστε "καθαρά" αυτόνομα πράττοντα υποκείμενα, η τρωτότητά μας, είναι απλώς η "φυσική" μας κατάσταση και ότι θα πρέπει είτε να αναπτύξουμε υπερ-φυσικές, υπεράνθρωπες δυνάμεις, είτε να δεχθούμε ότι θα είμαστε πάντα εκτεθειμένοι στο "τραγικό".
Και οι δύο οπτικές κρατούν καλά κρυμμένο στον πυρήνα τους τον υποκειμενισμό του οποίου και αποτελούν τα όρια.
Στην πραγματικότητα δεν θα γνωρίζουμε γιατί μιλάμε και πώς να σταθούμε απέναντι στο κακό εάν δεν μπορέσουμε να υπερβούμε το διανοητικό κλίμα της νεωτερικότητας, τον ίδιο τον υποκειμενισμό, κοντολογίς εάν δεν απελπιστούμε πραγματικά για να μπορέσουμε να ελπίσουμε πραγματικά επίσης.
Στο επόμενο : Η αυγουστείνια παράδοση : προοπτικές και προβλήματα
(Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί συνέχεια της ομώνυμης θεματικής, βασίζεται στο βιβλίο του Ch. Mathewes, Evil and the augustinian tradition, ed. Cambridge University Press, 2001 και προτείνουμε για την αρτιότητα της ανάγνωσης το διαβασμα των προηγούμενων αναρτήσεων στην κατηγορία Φιλοσοφικές Μελέτες)
Η ταλάντευση αυτή προδίδει την "ενοχική συνείδηση της νεωτερικότητας". Εδώ ο συγγραφέας δεν δίνει περαιτέρω εξηγήσεις , προχωρώντας τον προβληματισμό του, στον οποίο θα επανέλθουμε παρακάτω. Μπορούμε όμως και νομίζω είναι χρήσιμο να διακινδυνεύσουμε κάποιες ερμηνευτικές προεκτάσεις, μένοντας κοντά στο πνεύμα αυτού του κεφαλαίου.
Η νεωτερικότητα , ανάμεσα σε άλλες θεμελιώδεις διακηρύξεις της, διακήρυξε και σε μεγάλο βαθμό πέτυχε, την πλήρη κατανοησιμότητα του κόσμου. Ο κόσμος ιδωμένος ως προς την φαινομενικότητά του, λαμβάνεται ως επίπεδος και επιφανειακός' απόμακροι τόποι εξερευνούνται, μυθικοί λαοί εντοπίζονται, καταγράφονται και νικιούνται, μυστηριώδεις θάλασσες χαρτογραφούνται, ανεξήγητες ασθένειες μέσα από το μικροσκόπιο κατανοούνται και εξαφανίζονται, όλος ο φυσικός κόσμος παύει να δίδεται στον άνθρωπο ως μια εμψυχωμένη ολότητα και προσεγγίζεται μαθηματικοποιημένα μέσω των φυσικών νόμων και την ελεγξιμότητα - προβλεπτικότητα των πειραματικών πλαισίων.
Χαρακτηριστικό του αιτήματος για πλήρη κατανοησιμότητα, είναι η επεκτατικότητα : το προς κατανόηση ερευνητικό αντικείμενο τίθεται σε μια προοδευτική προοπτική η οποία μέσα από την μεθοδική παρατήρηση και την συσσώρευση των ερευνητικών δεδομένων θα μας επιτρέψει, αργά ή γρήγορα, να το "φτάσουμε", να το κατανοήσουμε πλήρως και να καταστήσουμε έτσι, τρόπον τινα, διάφανο. Πλέον είναι ο ίδιος ο άνθρωπος που υπόσχεται στον εαυτό του την μέλλουσα "Γη της επαγγελίας" . Η πρόοδος των φυσικών επιστήμών με αιχμή την βιολογία και την ιατρική, αποτελεί την έκφραση αυτού του διανοητικού κλίματος.
Το διανοητικό αυτό κλίμα που δίνει έμφαση κυρίως στο πλάτος και όχι στο βάθος της κατανόησης της ζωής και του κόσμου δεν άφησε ανεπηρέαστο κανένα τομέα της σκέψης μας. Όπως επισημαίνει και ο συγγραφέας, τόσο η φιλοσοφία, η ηθική αλλά και η θεολογία, φαίνεται να έχουν παγιδευτεί σε έναν τρόπο θέασης που συνεχώς χάνει από τα μάτια του τις βαθύτερες στοιβάδες της ανθρώπινης εμπειρίας στον κόσμο, με αποτέλεσμα όλος ο διανοητικός πολιτισμός μας να μπορεί να περιγραφεί ως η ιστορία της διαρκώς αυξανόμενης ακατανοησίας μας για το κακό, τον πόνο και τις τραγικές συγκρούσεις. Έκφράζουμε την αδυναμία μας να κατανοήσουμε το κακό ως τέτοιο, είτε με ειρωνική αποστασιοποίηση είτε με ισχυρό ηθικισμό, είτε με κάποιο συνδυασμό τους.
Επομένως η "ενοχική συνείδηση της νεωτερικότητας" που αναφέραμε παραπάνω και από την οποία πηγάζει η ταλάντευση ανάμεσα στην οπτιμιστική και την γκότθικ στάση απέναντι στο κακό, μαρτυράει την διανοητική μονομέρεια και αποτυχία μας να αντιληφθούμε το κακό με όρους βάθους της ανθρώπινης ύπαρξης και εμπειρίας και όχι με τους όρους της κατανόησης του φυσικού κόσμου. [Στην προβληματική μου αυτή εντάσσω και παραδειγματικά αναφέρω πρόσφατη ανάρτηση του ιστολογίου, με τον τίτλο "η πρώτη αιτία θανάτου"].
Τα πράγματα γίνονται πιο πολύπλοκα και ενδιαφέροντα αν αναλογιστούμε ότι αυτή η διανοητική μονομέρεια και αποτυχία αφορά πρωτίστως στον τρόπο που αυτοκατανοούμε τον εαυτό μας και την θέση του στον κόσμο. Αφορά δηλαδή το μεγαλειώδες νεωτερικό υποκείμενο και κάθε πρόθεσή μας να θεματοποιήσουμε το κακό ως τέτοιο αγγίζει ταυτόχρονα τον πυρήνα της αυτοκατανόησής μας. Ο στόχος μας όμως δεν είναι να αποδομήσουμε το νεωτερικό υποκείμενο για να αρνηθούμε τα πράγματι μεγάλα επιτεύγματά του, αλλά για να το απαλλάξουμε από μια προμηθεική θριαμβολογία στην οποία τόσο συχνά και εύκολα βρίσκεται μπλεγμένο.
Στην κατεύθυνση αυτή της κριτικής του υποκειμενισμού, συναντάμε δύο κορυφαίους στοχαστές, τον Φρ. Νίτσε και τον Σ. Φρόιντ, οι οποίοι μεσα απο διαφορετικούς δρόμους ο καθένας αμφισβήτησαν την συνοχή της εικόνας μας ως αυτόνομα πράττοντες και ως ηθικά άμεμπτα όντα, εικόνα που παραβλέπει το γεγονός της πολυπλοκότητας της πράξης μας, των ιστορικών προκαθορισμών και των τραγικών συγκρούσεων και θεωρεί ότι είμαστε εμείς οι κύριοι και απόλυτοι φορείς των σκέψεων, των πράξεων και των αποφάσεών μας απέναντι σε ένα παθητικό σύμπαν.
Ένας τέτοιος υποκειμενισμός έχει καταστροφικές συνέπειες στην κατανόηση του κακού, διότι αγνοεί ότι είμαστε ήδη και από τα πριν μπλεγμένοι με αυτό και λανθασμένα προκρίνει μια ευθύτητα δράσης που εννοεί ότι το κακό βρίσκεται κάπου εκεί έξω. Απέναντι στο εξωτερικά ευρισκόμενο κακό μπορούμε να βλέπουμε εαυτούς είτε ως πάντα και καθόλα "αθώους" είτε ως "θύματα".
Δεν συμβαίνει όμως μόνο αυτό. Η κριτική που ασκήθηκε, και δικαίως, στον υποκειμενισμό, κινδυνεύει να μας βυθίσει σε μια απελπισία, εφόσον θεωρεί ότι η αδυναμία μας να είμαστε "καθαρά" αυτόνομα πράττοντα υποκείμενα, η τρωτότητά μας, είναι απλώς η "φυσική" μας κατάσταση και ότι θα πρέπει είτε να αναπτύξουμε υπερ-φυσικές, υπεράνθρωπες δυνάμεις, είτε να δεχθούμε ότι θα είμαστε πάντα εκτεθειμένοι στο "τραγικό".
Και οι δύο οπτικές κρατούν καλά κρυμμένο στον πυρήνα τους τον υποκειμενισμό του οποίου και αποτελούν τα όρια.
Στην πραγματικότητα δεν θα γνωρίζουμε γιατί μιλάμε και πώς να σταθούμε απέναντι στο κακό εάν δεν μπορέσουμε να υπερβούμε το διανοητικό κλίμα της νεωτερικότητας, τον ίδιο τον υποκειμενισμό, κοντολογίς εάν δεν απελπιστούμε πραγματικά για να μπορέσουμε να ελπίσουμε πραγματικά επίσης.
Στο επόμενο : Η αυγουστείνια παράδοση : προοπτικές και προβλήματα
(Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί συνέχεια της ομώνυμης θεματικής, βασίζεται στο βιβλίο του Ch. Mathewes, Evil and the augustinian tradition, ed. Cambridge University Press, 2001 και προτείνουμε για την αρτιότητα της ανάγνωσης το διαβασμα των προηγούμενων αναρτήσεων στην κατηγορία Φιλοσοφικές Μελέτες)
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου