Άνοιξη, άνοιξη, πώς σ΄αγαπάω!
Ακόμα κι αν κρύβεσαι κάτω από τα χιόνια της πατρίδας μου
εγώ σε νιώθω, εγώ σε μυρίζω γλυκά.
Τρίζουν οι ρίζες, τρίζουν οι κορμοί, τα κλαδιά της σημύδας,
ακούω τα βήματα του να τριγυρνούν στο συρματόπλεγμα της εξορίας
κι όλο μου στέλνει με τον αέρα: έρχομαι!
Άνοιξη, άνοιξη, πώς σ΄αγαπάω!
Γίνεται θαύμα στο χώμα και στα σπλάχνα μου.
Χάρη σε σένα! Χάρη σε σένα ξαναπιστεύω,
καίω τα χειμωνιάτικα κουρέλια μου,
πετώ τον κακό εαυτό μου στη φωτιά
και ζεσταίνομαι.
Έχεις αγάπη μου δίκιο, του γράφω.
Η δικιά μας αγάπη δεν δόθηκε για τις μικρές ευτυχίες,
για να αγιάσουμε μας δόθηκε.
.
*-*-*
Στα μίλια της αναμονής,
στων δωματίων τις εκτάσεις,
ηχούν τα βήματά σου και πηγαινοέρχεσαι
στον πάνω και στον κάτω κόσμο.
-Να ορκιστούμε, λες.
-Ξανά να ορκιστούμε
δεν τους χορταίνω τους όρκους μας.
-Να ορκιστούμε..λες…όλο κάτι λείπει…
Ω, της αγάπης μου εσύ ο μάρτυρας,
μαρτύριο που μαρτυράς μαζί μου.
Κι αν των φιλιών μας η πύλη μας έσπρωξε
στην Εδέμ και στην κόλασή μας,
αιώνια, αιώνια θα σε ευγνωμονώ
για το μήλο της γνώσης, το κατακόκκινο,
κι ας τιμωρούμαι.
*-*-*
Είναι η μέρα μου η εκστατική σήμερα,
θα πάω ως το ταχυδρομείο.
Το γράμμα που ολονυχτίς χαιδεύω στο κρεβάτι μας,
σε λίγες μέρες θα το πιάσεις εσύ.
Και να ξέρεις, το γραμματόσημο
δεν το έχει ακουμπήσει υγρή η γλώσσα μου
μονάχα εκεί που κολλάει..
Παντού…παντού το φίλησαν τα χείλη μου
και να το φιλήσεις.
Αχ αγάπη μου, και τι δεν εφευρίσκει η αγάπη μας,
η εξόριστη αγάπη μας…για να σμίγουμε…
*-*-*
Μου επιβάλλεις τα πάνδεινα εν ονόματι της μεγάλης αγάπης μας.
Μισώ την καρτερία σου να υπομένεις τα ακόμα χειρότερα.
Έρχονται εποχές που σ΄αφήνω πάλι.
Λέω, θα ζήσω όσα μου στερεί ο σπουδαίος μας έρωτας.
Όσα πολλά μου στερεί, όσα δε γίνονται μ' εμάς τους δύο.
Βρίσκομαι πάλι σε ελευθερία εξαίσια, κήπος που γδύνεται στέπα,
μέρα τη μέρα κρυώνω. Ξέχασα το παλτό μου στα χέρια σου.
Μπαίνω παιδί σε μαγαζί παιχνιδιών, χωρίς οικογένεια.
Δεν έχω πού να τρέξω να τα εξιστορήσω μετά.
Κανένα να γελάσουμε με τον ίδιο τρόπο.
Κανένα να με συγχωρεί με φιλιά σαν τα δικά σου.
Ξαναζώ τις ύπουλες νύχτες που το υποψιάζομαι:
Θα ενδώσω πάλι...
Γιατί κοιμήθηκα αγκαλιά με το νέο γράμμα σου.
Με τους στίχους σου του Μπωντλαίρ που με φωνάζουν πίσω:
"Κάνω επίκληση στη συμπόνια σου
σε σένα, τη μόνη ύπαρξη που αγαπώ,
μέσα απ’ τα βάθη της σκοτεινής αβύσσου,
εκεί όπου η καρδιά μου έχει πέσει ".
*-*-*
Βιέρα Ούλκμαν, " Γράμματα στον Γιάτσεκ "
Γίνεται θαύμα στο χώμα και στα σπλάχνα μου.
Χάρη σε σένα! Χάρη σε σένα ξαναπιστεύω,
καίω τα χειμωνιάτικα κουρέλια μου,
πετώ τον κακό εαυτό μου στη φωτιά
και ζεσταίνομαι.
Έχεις αγάπη μου δίκιο, του γράφω.
Η δικιά μας αγάπη δεν δόθηκε για τις μικρές ευτυχίες,
για να αγιάσουμε μας δόθηκε.
.
*-*-*
Στα μίλια της αναμονής,
στων δωματίων τις εκτάσεις,
ηχούν τα βήματά σου και πηγαινοέρχεσαι
στον πάνω και στον κάτω κόσμο.
-Να ορκιστούμε, λες.
-Ξανά να ορκιστούμε
δεν τους χορταίνω τους όρκους μας.
-Να ορκιστούμε..λες…όλο κάτι λείπει…
Ω, της αγάπης μου εσύ ο μάρτυρας,
μαρτύριο που μαρτυράς μαζί μου.
Κι αν των φιλιών μας η πύλη μας έσπρωξε
στην Εδέμ και στην κόλασή μας,
αιώνια, αιώνια θα σε ευγνωμονώ
για το μήλο της γνώσης, το κατακόκκινο,
κι ας τιμωρούμαι.
*-*-*
Είναι η μέρα μου η εκστατική σήμερα,
θα πάω ως το ταχυδρομείο.
Το γράμμα που ολονυχτίς χαιδεύω στο κρεβάτι μας,
σε λίγες μέρες θα το πιάσεις εσύ.
Και να ξέρεις, το γραμματόσημο
δεν το έχει ακουμπήσει υγρή η γλώσσα μου
μονάχα εκεί που κολλάει..
Παντού…παντού το φίλησαν τα χείλη μου
και να το φιλήσεις.
Αχ αγάπη μου, και τι δεν εφευρίσκει η αγάπη μας,
η εξόριστη αγάπη μας…για να σμίγουμε…
*-*-*
Μου επιβάλλεις τα πάνδεινα εν ονόματι της μεγάλης αγάπης μας.
Μισώ την καρτερία σου να υπομένεις τα ακόμα χειρότερα.
Έρχονται εποχές που σ΄αφήνω πάλι.
Λέω, θα ζήσω όσα μου στερεί ο σπουδαίος μας έρωτας.
Όσα πολλά μου στερεί, όσα δε γίνονται μ' εμάς τους δύο.
Βρίσκομαι πάλι σε ελευθερία εξαίσια, κήπος που γδύνεται στέπα,
μέρα τη μέρα κρυώνω. Ξέχασα το παλτό μου στα χέρια σου.
Μπαίνω παιδί σε μαγαζί παιχνιδιών, χωρίς οικογένεια.
Δεν έχω πού να τρέξω να τα εξιστορήσω μετά.
Κανένα να γελάσουμε με τον ίδιο τρόπο.
Κανένα να με συγχωρεί με φιλιά σαν τα δικά σου.
Ξαναζώ τις ύπουλες νύχτες που το υποψιάζομαι:
Θα ενδώσω πάλι...
Γιατί κοιμήθηκα αγκαλιά με το νέο γράμμα σου.
Με τους στίχους σου του Μπωντλαίρ που με φωνάζουν πίσω:
"Κάνω επίκληση στη συμπόνια σου
σε σένα, τη μόνη ύπαρξη που αγαπώ,
μέσα απ’ τα βάθη της σκοτεινής αβύσσου,
εκεί όπου η καρδιά μου έχει πέσει ".
*-*-*
Βιέρα Ούλκμαν, " Γράμματα στον Γιάτσεκ "
Τι στίχοι!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτίχοι δίχως φόβο!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ αγάπη είναι τόσο τρομερή που μας κάνει ατρόμητους
ακόμα κι όταν στεκόμαστε γυμνοί
με την ψυχή μας στα χέρια
με τα λόγια πατ - πατ αδέξια που φτεροκοπούν
στην άκρη της γλώσσας, στα χείλη
πέφτουν και σηκώνονται
βαριά απελπισμένα
συλλογισμένα αχ! να πετούσαμε...
αχ! να πετούσαμε...ναι!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτίχοι μελαγχολίας και απαισιοδοξίας, χωρίς ελπίδα. Αγαπη χωρίς μελλον. Βάσανο ανειποτο. Αχ να πετούσαμε μακριά της!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ποίηση, αγαπητέ, το έχει αυτό το... συνήθειο, πες; κουσούρι, πες; να μπορείς να πετάξεις,
ΑπάντησηΔιαγραφήκοντά της, θες; μακριά της, θες; τέλος πάντων να πετάξεις, βρε αδερφέ....
Εν αντιθέσει με άλλα πολλά πράγματα που μένουν σιδερόφραχτα, εγκεφαλικά, συναισθηματικά, ηθικά φυλακισμένα....
Το πέταγμα...