Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_μια μαρτυρία





Μια μαρτυρία της Βασιλικής Νομίδου μετά από θεατρική παράσταση που δόθηκε το φθινόπωρο του 2008 στις γυναικείες φυλακές Ελαιώνα Θήβας για τα παιδάκια που ζούσαν εκεί.

Οι εξωτερικές πόρτες της φυλακής ήταν πολύ ψηλές και καταπράσινα βαμμένες. Τα συρματοπλέγματα που υπήρχαν παντού, ήταν σπιράλ, «ασημένια» και άστραφταν κάτω απ’τον ήλιο, σαν να ήταν καινούργια. Όπου υπήρχαν κελιά, υπήρχαν απλωμένα ρούχα στα σίδερα των παραθύρων και πανιά σαν κουρτίνες (ή ίσως ήταν κάτι σαν κουρτίνες) που έκρυβαν το εσωτερικό. Υπήρχε ένας χώρος έκανε κάτι σαν Π, σαν ακάλυπτος πολυκατοικίας, με γύρω γύρω κελιά, γεμάτα όλα τα παράθυρα απλωμένα ρούχα και κάτω, «στην αυλή του ακάλυπτου», γεμάτο σπιράλ συρματοπλέγματα, πάρα πολλά.
Μέσα στο χώρο όπου έγινε η παράσταση και πριν έρθουν, ακούγονταν διαρκώς φωνές παιδιών. Από κει φαίνονταν κάποια κελιά αλλά παρατηρούσαμε με μεγάλη προσοχή, λίγο, με κλεφτές ματιές, για να μην μας δουν οι γυναίκες. Ήθελα πολύ να κοιτάζω αλλά προσπαθούσα να μην το κάνω.
Όταν έφτασε η ώρα, μπήκαν στο χώρο με μεγάλη άνεση, κάποιες μας χαιρέτισαν, μας μιλούσαν συνέχεια στον πληθυντικό. Κάποιες ήρθαν με τα μωρά, κάποιες ήταν παρέες νέων κοριτσιών, περιποιημένες, κάποιες βαμμένες. Απ’τις πρώτες που μπήκαν ήταν κάποια με κοτσιδάκια στα μαλλιά και δύο μωρά! Το ένα της το κρατούσε μια κοπέλα. Ενώ τους έλεγα πώς θα κάτσουν, αισθάνθηκα από την κοπέλα κάτι σαν συστολή, προτίμησε να δώσει στη μαμά και το δεύτερο παιδί, και ενώ της έλεγα να κάτσει και κείνη μπροστά κρατώντας το ένα μωρό, αυτή έκανε πίσω και κάθισε σε μια καρέκλα.
Γενικά φαίνονταν να βοηθάει η μία την άλλη με τα μωρά. Κάποια είχε φέρει το παιδί μιας άλλης, όταν έκλαιγε κάποιο το έπαιρνε μια άλλη και το κρατούσε, δεν καταλάβαινα κάποιες φορές, ποιανής παιδί ήταν ποιο.
Κάθισα κάτω δίπλα τους έχοντας ένα μαγνητοφωνάκι. Είχα πολύ άγχος μήπως αντιδράσουν γι’αυτο. Μερικές φορές είδα τη ματιά από κάνα δυο γυναίκες να πέφτουν πάνω του. Δίπλα μου καθόταν μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας με ένα μικρό κοριτσάκι που δεν το άφηνε απ’την αγκαλιά της.
Όταν τις κοιτούσα και τους χαμογελούσα πάντα μου ανταπέδιδαν το χαμόγελο. Αυτό που παρατήρησα επίσης (για όσο παρατηρούσα τα μικρά) ήταν ότι κανένα απ’αυτά δεν γελούσε, ακόμη και τα μεγαλύτερα. Ήταν προσηλωμένα με ανοιχτά μάτια, αλλά ανέκφραστα.
 Απέναντι μου ήταν μια νέα κοπέλα, με ένα φωτεινό χαμόγελο που δεν έφευγε απ’τα χείλη της. Σαν να ρουφούσε ότι συνέβαινε στην παράσταση. Αυτό που θα έλεγα εγώ καλός θεατής. Κρατούσε ένα αγοράκι μεγαλούτσικο με ένα περίεργο κούρεμα, κάτι σαν καπελάκι. Στο τέλος διάλεξα ένα δώρο με τουβλάκια για το παιδί και πλησίασα να του το δώσω. Τότε το παιδί σήκωσε το χέρι για να προστατέψει το πρόσωπο του, σαν να πήγαινα να το χτυπήσω. Σάστισα, με αργές κινήσεις του πρόσφερα το δώρο αλλά δεν μου μίλησε σαν να μην καταλάβαινε. Μου  απάντησε μια άλλη, μεγάλη σε ηλικία γυναίκα, δίπλα στη μητέρα του, «ευχαριστούμε». Το πρόσωπο της μητέρας του από κοντά ήταν κάπως σκληρό και τραχύ, φαινόταν μεγαλύτερη, δεν είχε τίποτα από τη φωτεινότητα που από μακριά έβλεπα.
Οι περισσότερες πρέπει να ήταν τσιγγάνες. Κάποια στιγμή ήρθε και μια πιτσιρίκα μάλλον με αφρικάνικη καταγωγή, φορούσε μαντίλα και τη συνόδευε μία αρκετά μεγάλης ηλικίας, λευκή. Αυτό το «ζευγάρι», δεν ξέρω γιατί αλλά μου έκανε εντύπωση. Πολλές απ’αυτές είχαν τατουάζ, ένα απ’αυτά μου φάνηκε ότι έγραφε Χριστός ή Χρήστος, πάντως η εντύπωση μου ήταν ότι έγραφαν ονόματα ανδρών.
Τα μωρά κοριτσάκια είχαν σχεδόν όλα, κάποια μαλλάκια πιασμένα σαν κοκοράκι, στην κορυφή του κεφαλιού. Η μόδα της φυλακής, σκέφτηκα.
Πριν τελειώσει η παράσταση ήρθε κάποια και τους είπε ότι το φαγητό για τα μωρά μοιραζόταν. Αυτό διέσπασε την προσοχή τους, κάποιες έφυγαν.
Στο τέλος τους μοιράσαμε δώρα. Εγώ τουλάχιστον, είχα την αίσθηση ότι τα περίμεναν, δεν ήταν έκπληξη. Κάποια «ευχαριστώ» ήταν ξερά, απλά για να ειπωθούν. Μια κοπέλα μάλιστα θέλησε να γυρίσει πίσω ένα παιχνίδι σαν βιβλίο όπου μπορούσες να ζωγραφίσεις πάνω, λέγοντας ότι ένα βιβλίο δεν είναι δώρο για παιδί και το παιδί θέλει κουκλάκι γιατί ζηλεύει τ’ άλλα. Το απαιτούσε. Σ’αυτήν την τελευταία επαφή μαζί τους με τα παιχνίδια, που πλησίασα κάποιες λίγο περισσότερο, ήταν που αισθάνθηκα εντελώς «απ’έξω», πολύ μακριά τους.
Έφυγαν γρήγορα, κάποιες μας είπαν ευχαριστώ κάποιες άλλες, πιτσιρίκες, δεν γύρισαν καν το κεφάλι.
Αισθάνθηκα ότι όλα έγιναν πολύ γρήγορα.
Αυτό που ένιωσα μετά την παράσταση, και δεν μπορούσα να το βάλω σε λέξεις τότε, ήταν απογοήτευση, σαν να ξεφούσκωσε κάτι μέσα μου. Χρειάστηκα χρόνο για να καταλάβω ότι είχα προσδοκίες απ’αυτήν την εμπειρία, που όμως δεν εκπληρώθηκαν. Πολλές φορές αναρωτήθηκα τι περίμενα; Νόμιζα ότι έκανα κάτι σημαντικό, ότι θα βοηθούσα, κι αυτό θα το έβλεπα στα πρόσωπα των ανθρώπων.  Αλλά όλα έγιναν τόσο γρήγορα, τόσο άδοξα, και μεις έπρεπε να μαζέψουμε τα πράγματα μας και να φύγουμε από κει. Προετοιμαζόμασταν μήνες γι’αυτή τη μέρα και αισθάνθηκα ότι «φάγαμε πόρτα» την πραγματικότητα. Απροσπέλαστος τόπος, επιφυλακτικοί άνθρωποι μέσα σε μια σκληρή και άκαμπτη ρουτίνα. Μια σταγόνα στον ωκεανό η παρουσία μας εκεί. Όταν τις φώναξαν για το σερβίρισμα του φαγητού των μωρών, διαλύθηκε εντελώς η προσοχή τους. Μα βέβαια.  Αυτό ήταν το σημαντικό, το φαγητό που έπρεπε να προλάβουν να πάρουν για τα μωρά τους. Δεν ήμασταν εμείς! Και έτσι έπρεπε να γίνει. Η ρουτίνα της φυλακής δεν αλλάζει με τίποτα. Δεν θα άλλαζε η ώρα του φαγητού γιατί κάποιοι ήρθαν να παίξουν μια παράσταση για τα μωρά. Αυτό που έχει σημασία είναι ο κανόνας του συστήματος, κι όχι οι εξαιρέσεις του. Κι εμείς ήμασταν εξαίρεση εκεί.
Τι ελπίζω; Και γιατί θα ξαναπήγαινα; Μήπως τελικά αυτή, αποτελέσει μια εμπειρία κάπως φωτεινή, που θα γραφτεί στην ψυχούλα κάποιου μωρού (ή ακόμα και μιας γυναίκας) και κάτι θα του κάνει, άλλο, απ’αυτό που αυτή η αρχή της ζωής του μέσα στη φυλακή το προγραμματίζει να γίνει. Η ψυχή παίζει περίεργα παιχνίδια, δίνει καμιά φορά σημασία στην εξαίρεση κι όχι στον κανόνα. Εκεί ποντάρω. Στην εικόνα ενός παγερού και αδιάφορου ψηλού τοίχου, αλλά διάτρητου, με μικρές τρυπούλες που αφήνουν το φως και τον αέρα να περάσει.  Ίσως η τέχνη να μπορεί να το κάνει αυτό.
Σεπτέμβρης του 2008

Πηγή : ΞΕBLOGARISMA.blogspot.gr

Σχόλια

  1. Η περίπτωση της άσημης κ. Βασιλικής Νουμίδου μπορεί να σταθεί απέναντι στην περίπτωση του διάσημου στο μικρό ελλαδικό κρατίδιο κ. Άδωνι Γεωργιάδη και συγκρινόμενη μαζί της να μας δείξει τι ακριβώς σημαίνει η "αρχή της πραγματικότητας", στην οποία αναφερόταν η προηγούμενη ανάρτηση.

    Ο κ. Αδωνις Γεωργιάδης δεν είναι μόνο ένας εκπρόσωπος της οικονομικής ολιγαρχίας που κυβερνάει τον τόπο.
    Ούτε καν ένα δείγμα της μέσης λογικής του μέσου πολίτη, στον οποίο αναφέρεται.
    Ούτε καν μια έκφραση της χυδαιότητας που έχει εισβάλλει στην πολιτική ζωή.
    Είναι, εκτός και πέραν όλων αυτών, μια έξοχη περίπτωση της υπέρτατης βλασφημίας που διαπράττει το ανθρώπινο γένος, να μην εννοεί να αντικρύσει την κολασμένη πραγματικότητα στην οποία έχει περιέλθει ολόκληρος ο πλανήτης.
    Να θεωρεί όλους αυτούς τους ανθρώπους, είτε βρίσκονται καταγής στο Σύνταγμα είτε στη Σομαλία είτε στη Βραζιλία είτε ακόμη και στις μητροπόλεις του καπιταλισμού, περιττό βάρος, εμπόδιο και ενόχληση στην ζωή των απολαύσεων και των θεαμάτων στην οποία έχει εθιστεί και νομίζει ότι έχει παν δικαίωμα.
    Ο κόσμος της λάμψης,της ευημερίας και της σκανδαλώδους σπατάλης θέλει να ξεμπερδεύει με τους κολασμένους αυτής της γης, με το παιδί που πεθαίνει γιατί δεν έχει ένα ποτήρι νερό.

    Κι όμως ο λόγον φέρων άνθρωπος, για να μιλήσουμε και θεολογικά -αν και το αποφεύγω, κληρονόμησε πάσα τη γη μελετημένη έως και την απειροελάχιστη παραμικρή της λεπτομέρεια ως τόπο ικανό να φιλοξενεί τη ζωή είτε πρόκειται για τη ζωή ενός μαύρου, ενός κίτρινου, ενός κατοίκου της Σιέρα Λεόνε, ενός ανάπηρου, ενός χαζού, ακόμα κι ενός εγκληματία, ενός άγριου ζώου ή μιας φάλαινας και απέτυχε. Απέτυχε Οικτρά. Αστόχησε δήλ. δεν βρήκε τον στόχο του, ήτοι αμάρτησε.
    Απέναντι σ' αυτήν την πραγματικότητα που δημιούργησε βρισκόμαστε και προσπαθούμε χρησιμοποιώντας μια περιορισμένη λογική -την λογική της οικονομίας και των αγορών- ένα happy christmas ή ένα happy birthday to you, να δικαιολογήσουμε τις φίλαυτες επιλογές μας και να κρυφτούμε.

    Μου προκαλεί αηδία το όλο σκηνικό τους.

    Η κ. Νουμίδου από την άλλη είναι μέσα στην αμείλικτη πραγματικότητα της φυλακής, που δεν αφορά μόνο κάποιες γυναίκες κρατούμενες αλλά επεκτείνεται και πέρα από τα κάγκελα και γίνεται η Δική μας πραγματικότητα.
    Ναι, παρά τις φιλάνθρωπες προθέσεις της καλής καλλιτέχνιδος οι γυναίκες της φυλακής έχουν το νου τους στο πρόγραμμα του συσσιτίου.
    Αν αυτό δεν το λάβεις υπόψη σου, και ακόμα περισσότερο εάν δεν το καταλάβεις βαθιά και δεν το αγαπήσεις, καθώς παίζεις την παράστασή σου, καθώς αναλύεις τις ιδέες σου, καθώς πολιτεύεσαι, καθώς οικονομολογείς, θεολογείς ή φιλοσοφείς τέλος πάντων, θα βρίσκεται πάντα αλλού ο Θεός κι αλλού ο άνθρωπος.
    Ήτοι η πραγματικότητα συνεχώς θα μας διαφεύγει και εμείς συνεχώς θα αμαρτάνουμε έχοντας χάσει τον στόχο.

    Γι' αυτό έχω το νου μου στα κακόβραστα φασόλια και στην κολοκυθόπιτα.


    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός