Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_συστάσεις



Με ρωτάς πότε δεν χρειάζονται συστάσεις. 
Θα σου πω όπως εγώ το καταλαβαίνω. 
Όταν συναντιούνται δύο άνθρωποι που κι οι δύο έχουν κάνει μια τεράστια βουτιά
 - ο καθένας τη δική του - 
απ' αυτές που σου σπάνε τα μούτρα,
που κάνουν τ' αυτιά σου να βουίζουν, 
μέσα στην πραγματική πραγματικότητα της ζωής τους,
τότε αυτοί οι άνθρωποι,
αν κάποτε μπορέσουν ν'αναδυθούν από το βάθος  
και βγάλουν απ' το νερό το κεφάλι τους λίγο πριν τους κοπεί η ανάσα, 
τότε οι άνθρωποι αυτοί 
αποκτούν το χάρισμα 
-ας πούμε κάτι σαν βραβείο,
 για το θάρρος τους να πέσουν από τόσο ψηλά, 
δίχως προτέρα γνώση και δίχως προστασία - 
να φέρουν μαζί τους μια φούχτα από την άπιαστη άμμο του βυθού. 
Η άμμος αυτή είναι τόσο ψιλό κι επίζηλο πράγμα που καθώς ρέει από τα χέρια τους
εισχωρεί παντού, 
στα λόγια που λένε και τα πιο απλά, 
στο βλέμμα που ρίχνουν το πρωί ακόμα κι όταν νυστάζουν
στη σιωπή τους όταν διστάζουν
στους πόρους του δέρματός τους, 
έως και την άκρη των τριχών των μαλλιών τους 
εισχωρεί αυτή η άμμος 
της πραγματικής πραγματικότητας 
που πλέον δεν μπορούν να λένε ή να είναι 
κάτι άλλο από το πραγματικό. 
Τι συστάσεις να ζητήσεις από τρίτους την πραγματικότητα για να μάθεις; 
Τι πληροφορίες να μαζέψεις από την αγορά τριγύρω;
Τι χρεία έχεις αδιάφορων παραθεριστών που απ' την ακτή κοιτάζουν; 
Όταν έχεις κάνει τη μεγάλη βουτιά, αναγνωρίζεται το πράγμα.
Ξέρεις να κρατιέσαι από την ανάσα σου που τελειώνει.
Ξέρεις να εμπιστεύεσαι την άνωση. 
Ξέρεις την απειρότητα της άμμου. 

Σχόλια

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός