Φερμένη από πόνο
τα μεσάνυχτα
κρεμάμενη από φως
στο κυπαρίσσι
μπήκε σαν αύρα
με το χλωμό της
πρόσωπο
που άλλαζε τη
σελήνη
και τα μαλλιά της
ξέπλεκα
κρατώντας τα
κεντίδια της
περήφανη για
το κορμί ,
γιατρευτική για την
ψυχή,
αλλόκοτη για το
μυαλό,
μυριστική στο στόμα
της,
αιώνια ερωμένη.
Κι όπως καθόμουν
αντίκρυ της
κι άκουγα
μέσα μου την μιλιά της
Ιερουργούσε
τις γνώριμες
ασίγαστες πληγές,
αιώνες πριν,
που άνοιξε ο
μανιασμένος έρωτας
ο έρωτας ο
σιωπηλός,
ο έρωτας ο άχρονος
στο πάλεμα ,στο
τράνταγμα, στο σκόρπισμα
του ανέμου
κι έκανε
εμένα την θνητή
να κοινωνώ τα
αιώνια
κι ο πυρετός
του πόνου μου
να νιώθεται
ευλογία.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου