Οι άνθρωποι μιλούν γι' αυτά απαξιωτικά...
τα λένε κουρελόχαρτα και άχρηστα χαρτιά
και τους αρέσει πολύ να αναμεταδίδουν τα ίδια φλύαρα πράγματα γι' αυτά και σα να χαίρονται υπογείως που μπορούν κι αυτοί -επιτέλους- να εξευτελίζουν την σοβαρότητα και την επισημότητά τους
Στο τέλος πιστεύουν αυτά που λένε μεταξύ τους, πώς, ναι... έτσι είναι "άχρηστα".
Δεν ξέρω πώς τα μετράνε οι άνθρωποι αυτά τα χαρτιά.
Ας τα μετράνε όπως θέλουνε κι όπως τους κάνει κέφι...
σκέφτομαι ότι αν έπρεπε κι εγώ με κάποιο τρόπο να μετρήσω αυτό το χαρτί...
Το χαρτί το δικό μου,
να το ζυγιάσω, βρ'αδελφέ... να δω τι πιάνει στην αγορά του Αλ Χαλίλι... πόσο πάει στο ζύγι..
στη μια μεριά θα έβαζα
νεκρά όνειρα που κάποτε σαλεύουν
θα έβαζα την ιστορία της γενιάς μου
την ιστορία της μάνας μου και του πατέρα μου
θα έβαζα το νηπιαγωγείο και το "αχ ποντικάκι"
θα έβαζα μια μικρή κουζίνα και ένα τραπέζι κολλημένο στον τοίχο
κι ένα παιδί κολλημένο κι αυτό, φοβισμένο
θα έβαζα την Ελένη και το κομμένο μου χέρι
πάνω σε όλα αυτά θα έβαζα μια αρμαθιά κλεμμένα χρόνια
Θα έβαζα τον κυρ Γιώργη με τους χαρταετούς, τα αποκριάτικα καπέλα και το σαμιαμίδι στις απρόσιτες γωνίες
θα έβαζα την Όλγα που με ρώταγε
θα έβαζα τον Φόβο, τον απέραντο φόβο
θα έβαζα την σκληρή προσπάθεια κι όλα αυτά που κάνουν την ζωή αυτό που δεν είναι,
θα έβαζα την τρελή χαρά που νιώθει ένα παιδί όταν του δίνουν στα χέρια του το δώρο εκείνο που περίμενε και λαχταρούσε τόσο και τώρα, να! δεν ξέρει από πού το πιάσει
μόνο χοροπηδάει απ' τη χαρά του και ξεφωνίζει και ρωτάει : είναι δικό μου αυτό;
θα έβαζα τα λίγα κέρματα για το εισιτήριο που χρειαζόμουν κάθε μέρα και δεν είχα
θα έβαζα τα λάθη και τα ψέματα που είναι ικανά να σε αφανίσουν όταν ξυπνάνε και βγαίνουν απ' τις κρύπτες τους, λίγο πριν λαλήσει για τρίτη φορά ο πετεινός...
θα έβαζα την απόγνωση και την γνώση της απόγνωσης
και την απόγνωση της γνώσης και την γνώση που απεγνωσμένα γύρεψα
θα έβαζα τα θεσπέσια φαντάσματα που τριγύριζαν εκεί, στις αλέες και στα πλατώματα, στις αίθουσες, στις στάσεις και στα κυλικεία
κι άλλοτε μιλούσανε αρχαία ελληνικά κι άλλοτε λατινικά κι άλλοτε γαλλικά και γερμανικά και αγγλικά και όλες τις γλώσσες του κόσμου μιλούσανε και δεν μιλούσανε παρά ψέλνανε μαζί με τον Εκκλησιαστή την ματαιότητα της γνώσης και τα μάταια του ανθρώπου τα ψελλίσματα
θα έβαζα τα ξενύχτια και στοίβες τα χαρτιά και τα τσιγάρα όλου του κόσμου
και θα έβαζα ψηλά στην κορφή να φυσάει εκείνος ο άνεμος- στου- Γάλλου
- πάντα τρελά, πάντα δυνατά-
και να μπερδεύει τα χαρτιά και να βάζει πυρκαγιές στα δάση να καίγονται, να λαμπαδιάζουνε, να γίνονται στάχτη ...
θα έβαζα τον μόνο μου έρωτα
και τον μεγάλο αρνητή και την μεγάλη άρνηση
θα έβαζα όλα αυτά που από πάντα ήξερα, που έμαθα και που δεν ξέρω τίποτα...
θα έβαζα τις προσευχές και τις βρισιές
θα έβαζα την αγωνία
άραγε ήταν δικός μου ο αγώνας;
μυστήριο η ισορροπία της ζυγαριάς αυτών που θέλουνε κι αυτών που μπορούνε οι ανθρώποι
Στην άλλη μεριά θα έβαζα ένα "κουρελόχαρτο" : ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ ΜΟΥ!!!
Ας λένε ό,τι θέλουν....
τα λένε κουρελόχαρτα και άχρηστα χαρτιά
και τους αρέσει πολύ να αναμεταδίδουν τα ίδια φλύαρα πράγματα γι' αυτά και σα να χαίρονται υπογείως που μπορούν κι αυτοί -επιτέλους- να εξευτελίζουν την σοβαρότητα και την επισημότητά τους
Στο τέλος πιστεύουν αυτά που λένε μεταξύ τους, πώς, ναι... έτσι είναι "άχρηστα".
Δεν ξέρω πώς τα μετράνε οι άνθρωποι αυτά τα χαρτιά.
Ας τα μετράνε όπως θέλουνε κι όπως τους κάνει κέφι...
σκέφτομαι ότι αν έπρεπε κι εγώ με κάποιο τρόπο να μετρήσω αυτό το χαρτί...
Το χαρτί το δικό μου,
να το ζυγιάσω, βρ'αδελφέ... να δω τι πιάνει στην αγορά του Αλ Χαλίλι... πόσο πάει στο ζύγι..
στη μια μεριά θα έβαζα
νεκρά όνειρα που κάποτε σαλεύουν
θα έβαζα την ιστορία της γενιάς μου
την ιστορία της μάνας μου και του πατέρα μου
θα έβαζα το νηπιαγωγείο και το "αχ ποντικάκι"
θα έβαζα μια μικρή κουζίνα και ένα τραπέζι κολλημένο στον τοίχο
κι ένα παιδί κολλημένο κι αυτό, φοβισμένο
θα έβαζα την Ελένη και το κομμένο μου χέρι
πάνω σε όλα αυτά θα έβαζα μια αρμαθιά κλεμμένα χρόνια
Η ηλικία της γης , του ήλιου, του πλανητικού συστήματος του σύμπαντος πρέπει να μετριέται σε κλεμμένα χρόνια, σε άπειρα τρισεκατομμύρια κλεμμένα χρόνια.Σε χρόνια μείον. Σε χρόνια άρνησης και απουσίας.
θα έβαζα την Όλγα που με ρώταγε
θα έβαζα τον Φόβο, τον απέραντο φόβο
θα έβαζα την σκληρή προσπάθεια κι όλα αυτά που κάνουν την ζωή αυτό που δεν είναι,
θα έβαζα την τρελή χαρά που νιώθει ένα παιδί όταν του δίνουν στα χέρια του το δώρο εκείνο που περίμενε και λαχταρούσε τόσο και τώρα, να! δεν ξέρει από πού το πιάσει
μόνο χοροπηδάει απ' τη χαρά του και ξεφωνίζει και ρωτάει : είναι δικό μου αυτό;
θα έβαζα τα λίγα κέρματα για το εισιτήριο που χρειαζόμουν κάθε μέρα και δεν είχα
θα έβαζα τα λάθη και τα ψέματα που είναι ικανά να σε αφανίσουν όταν ξυπνάνε και βγαίνουν απ' τις κρύπτες τους, λίγο πριν λαλήσει για τρίτη φορά ο πετεινός...
όχι δεν τον ξέρω τον άνθρωπο... όχι δεν ήμουν εγώ....θα έβαζα την ζάλη που πιάνει τον άνθρωπο όταν νιώθει να φεύγει η γη κάτω απ' τα πόδια του κι όμως συνεχίζει να βαδίζει, παραπατώντας, παραμιλώντας... πάντως συνεχίζει να βαδίζει έχοντας μια ακατάσχετη αιμορραγία... να βαδίζει...
θα έβαζα την απόγνωση και την γνώση της απόγνωσης
και την απόγνωση της γνώσης και την γνώση που απεγνωσμένα γύρεψα
θα έβαζα τα θεσπέσια φαντάσματα που τριγύριζαν εκεί, στις αλέες και στα πλατώματα, στις αίθουσες, στις στάσεις και στα κυλικεία
κι άλλοτε μιλούσανε αρχαία ελληνικά κι άλλοτε λατινικά κι άλλοτε γαλλικά και γερμανικά και αγγλικά και όλες τις γλώσσες του κόσμου μιλούσανε και δεν μιλούσανε παρά ψέλνανε μαζί με τον Εκκλησιαστή την ματαιότητα της γνώσης και τα μάταια του ανθρώπου τα ψελλίσματα
θα έβαζα τα ξενύχτια και στοίβες τα χαρτιά και τα τσιγάρα όλου του κόσμου
και θα έβαζα ψηλά στην κορφή να φυσάει εκείνος ο άνεμος- στου- Γάλλου
- πάντα τρελά, πάντα δυνατά-
και να μπερδεύει τα χαρτιά και να βάζει πυρκαγιές στα δάση να καίγονται, να λαμπαδιάζουνε, να γίνονται στάχτη ...
θα έβαζα τον μόνο μου έρωτα
και τον μεγάλο αρνητή και την μεγάλη άρνηση
θα έβαζα όλα αυτά που από πάντα ήξερα, που έμαθα και που δεν ξέρω τίποτα...
θα έβαζα τις προσευχές και τις βρισιές
θα έβαζα την αγωνία
άραγε ήταν δικός μου ο αγώνας;
μυστήριο η ισορροπία της ζυγαριάς αυτών που θέλουνε κι αυτών που μπορούνε οι ανθρώποι
Στην άλλη μεριά θα έβαζα ένα "κουρελόχαρτο" : ΤΟ ΠΤΥΧΙΟ ΜΟΥ!!!
Ας λένε ό,τι θέλουν....
Καλή σταδιοδρομία με το ΠΤΥΧΙΟ σας, λοιπόν, κ. Ραβάνη, αν και δεν πιστεύουμε ότι το χρειάζεστε. Μια χαρά πρωτεϊκή-αερική ύπαρξη, ήσασταν και δίχως αυτό!
ΑπάντησηΔιαγραφήΣας ευχαριστώ ! Είστε πολύ ευγενής και γενναιόδωρος .
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ ανάρτηση αν και έχει εξομολογητικό χαρακτήρα, ωστόσο είναι πολύ περισσότερο από έκθεση μιας "προσωπικής περίπτωσης"...
Κυρίως είναι ένας προβληματισμός σχετικά με την καραμέλα της εποχής... θα έχετε ακουστά ότι η "κρίση δεν είναι μόνο οικονομική αλλά και κρίση αξιών"... όταν τα ακούω αυτά -κυρίως στην tv- τρελαίνομαι και αυτομάτως μου γεννιέται η επιθυμία να ρωτήσω : τι εννοείτε; τι είναι οι αξίες και πού κατά την γνώμη σας βρίσκονται; Πλην όμως την tv δεν την έχουμε για να ρωτάμε αλλά για ακριβώς το αντίθετο, δηλ. να χάσουμε την δυνατότητα της ερώτησης.
Ας είναι!
Ίσως να επανέλθω με πιο αναλυτική ανάρτηση για την αισχύνη της χρησιμότητας των πτυχίων.
Να είστε καλά!
"Πλην όμως την tv δεν την έχουμε για να ρωτάμε αλλά για ακριβώς το αντίθετο, δηλ. να χάσουμε την δυνατότητα της ερώτησης"
ΑπάντησηΔιαγραφήΕΤΣΙ ΑΚΡΙΒΩΣ!