Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_περί ειδών

Μετά από πολλά έφτασε να με κοιτάζει σαν κάποιο παράξενο ζώο...
Προσπάθησε να θυμηθεί με ποιό ζώο έμοιαζα..
Δεν βρήκε καμία αναλογία ή κάτι αντίστοιχο.
Κατσίκα, πρόβατο, κότα, μουλάρι,
δυο τρία ακόμα είδη της αυλής
που γνώριζε, δεν μου έμοιαζαν...
Είχε ακουστά βέβαια και για κάποια άγρια ζώα
που έχουν εξαφανιστεί εδώ και χρόνια
αφού τα σκότωσαν όλα οι κυνηγοί
κι από τότε, ποτέ κάποιο απ' αυτά δεν ευδοκίμησε στα μέρη εκείνα...
Τι ζώο ήμουν τελοσπάντων;
Η ερώτηση ήταν κομβικής σημασίας
καθώς από την απάντηση
θα εξαρτιόνταν οι κατάλληλοι χειρισμοί,
θα εξαρτιόταν η θηριώδης εξάρτηση
κι όλες οι απορρέουσες απ' αυτήν θηριωδίες.
Κι όσο δεν έβρισκε την απάντηση
τόσο αναστέναζε βαριά και βογκούσε
αδιαλείπτως
Εγώ έκανα κάθε μέρα τα πράγματα που κάνουν τα ζώα του είδους που ανήκω.
Το αδιέξοδο ήταν πλήρες,
ώσπου μια μέρα δεν άντεξε και
ρώτησε με αγανάκτηση:
"μα πες μου, τι είδος ζώου είσαι, επιτέλους;"
Την ώρα εκείνη  εγώ τηγάνιζα κολοκυθάκια,
 δίχως να γυρίσω να κοιτάξω
άγγιξα την παλιά ουλή από τον χαλκά στη μύτη μου
τίναξα από πάνω μου δυο τριβόλια που εξακολουθώ να βρίσκω
χωμένα βαθιά στη γούνα μου
και απάντησα:
"Αρκούδα είμαι φυσικά! τι άλλο;"



Σχόλια

  1. Ανώνυμος14/7/16, 7:49 μ.μ.

    Προσωπικά νομίζω ότι ανήκετε στα αιλουροειδή, αγαπητή κ. Ραβάνη που ζωγραφίζετε όταν γράφετε και δεν βαρύνομαι να σας διαβάζω. Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Λαμβάνω υπόψη ότι η υπερβολή είναι πάντα μέσα στους κανόνες του παιχνιδιού, γι' αυτό και είναι ευπρόσδεκτη και Σας ευχαριστώ. Καλό Καλοκαίρι!

      Διαγραφή
  2. Καφέ, π. Κώστα... ελληνικό καφέ...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός