Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_μια Εθνική Επέτειος, μια Εποχή και ένα Ποίημα







Μητέρα, μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα,

κι αν στο κρυφό μυστήριο ζούν πάντα τα παιδιά σου

με λογισμό και μ' όνειρο, τι χάρ' έχουν τα μάτια,

τα μάτια τούτα, να σ' ιδούν μες στο πανέρμο δάσος,

που ξάφνου σου τριγύρισε τ' αθάνατα ποδάρια

(κοίτα) με φύλλα της Λαμπρής, με φύλλα τού Βαϊώνε!

Το θεϊκό σου πάτημα δεν άκουσα, δεν είδα·

ατάραχη σαν ουρανός μ' όλα τα κάλλη πόχει,

που μέρη τόσα φαίνονται καί μέρη 'ναι κρυμμένα!

Αλλά, Θεά, δεν ημπορώ ν' ακούσω τη φωνή σου,

κι ευθύς εγώ τ' ελληνικού κόσμου να τη χαρίσω;

Δόξα 'χ' η μαύρη πέτρα του καί το ξερό χορτάρι.

(Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Γ' Σχεδίασμα- απόσπασμα)


Μελοποίηση : Γιάννης Μαρκόπουλος


Επίκαιρο Σχόλιο:

Μέρες σαν την σημερινή νιώθεις ότι τις έχουνε ρουφήξει ως το μεδούλι.
Εθνική επέτειος, μια μέρα που ενδείκνυται για πολλά.
Στο τέλος της παρέλασης πάντα, κάνουν δηλώσεις οι  Αρχές.
Τι παράξενο!
Οι Αρχές στο τέλος... πετάνε στην μέρα ένα κουρέλι λόγων, να σκεπάσει κάπως την γύμνια της και φεύγουν. Κατευθύνονται στην επόμενη εξέδρα ή βήμα... δεν ξέρω.
Έπιασε ψιλόβροχο....
Ένας τυμπανιστής, κουμαντάροντας ένα πελώριο τύμπανο, ακολουθεί την μπάντα που παιάνιζε και  στρίβει τελευταίος στην γωνιά του δρόμου.
Του δρόμου που άδειασε από κόσμο, από εμβατήρια, από μεγάλες ιδέες και νοήματα.
Κι έμεινα με την μέρα.
Και δεν ήξερα ούτε τι να της πω, που κάπως να την παρηγορεί, ούτε τι να σκεφτώ ούτε  από πού να την κοιτάξω. Ούτε κι αυτή με κοίταζε, καθόλου.
Και τότε, αυτό μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον!
Η μέρα με το όνομα "Εθνική Επέτειος", έτσι ρουφηγμένη και αδειανή, τόσο εγκαταλελειμμένη, έγινε ολόκληρη η Εποχή μας.
Και σκέφτηκα ότι ζούμε σε μια πολύ ενδιαφέρουσα εποχή...Μπροστά στην γύμνια της καταπίπτουν ανίσχυρες όλες οι οπτικές απ' όπου μέχρι  τώρα κοιτάζαμε και υπάρχει χρεία να βρούμε ένα άλλο σημείο,  μια άλλη σκοπιά.
Κι είναι αυτό θαρρώ που ορίζει κάτι -οτιδήποτε: άνθρωπο, ημέρα, εποχή- ως ενδιαφέρον: να απαιτεί ένα άλλο πρίσμα για να μπορέσεις να το δεις.
Τότε είναι σαν να γίνεται μια μετεκκένωση από την περιοχή του μέλλοντος στο παρόν. Είναι σαν να βλέπουμε υπό το πρίσμα της αιωνιότητας, sub specie aeteternitas, που έλεγε ο Σπινόζα.
Και θυμήθηκα, τότε, τους  Ελευθέρους Πολιορκημένους του Σολωμού..

Αυτό ήταν το πρίσμα υπό το οποίο ο Σολωμός έβλεπε μπροστά του την πατρίδα :
Ως Μητέρα μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα.
Κι ας μην ήταν...
 Ή μήπως ήταν και είναι πάντα, παρά και ενάντια στην θέληση και την ισχύ των ισχυρών της γης,  η Μεγαλοψυχία και στο καλό και στο κακό,  αυτό που εγγράφεται μέσα μας, ως Πατρίδα και ως Μάνα...  αυτό στο οποίο θέλουμε πάντα να γυρνάμε.

Σήμερα που πολύς λόγος γίνεται ξανά για πατρίδες,  έθνη και σύνορα, για κρατικές πολιτικές και συμφωνίες και για όλα αυτά που συνιστούν τις  οπτικές που καταπίπτουν ανίσχυρες και αδιέξοδες, μέσα σ' ένα παρατεταμένο παραλήρημα φρίκης...
Σήμερα που ο απλός απορφανισμένος άνθρωπος του αιώνα μας,  βαδίζει σε αφιλόξενα χώματα, αποπροσωποιημένος, ένα σακί που έχει κάποιες ανάγκες συν κάποια "όνειρα" γύρω από φράχτες, μέσα σε αστυνομοκρατούμενες πόλεις, μετανάστης ή αυτόχθονων ....
Η απάντηση του ελληνικού κόσμου , αν θέλει να έχει δική του φωνή και να μην πιθηκίζει ή να σαλπίζει "πίσω στα ταμπούρια μας", οφείλει να σκεφτεί υπό το πρίσμα αυτής της γόνιμης ζεύξης που κάνει ο ποιητής ανάμεσα στο ιστορικό παρελθόν (μας) και ένα μέλλον που να ζωογονεί, να δίνει νόημα και αξία στο παρόν (μας).

Ας μιλάνε οι άλλοι μικρόψυχα και κλειστοφοβικά, σαν λογιστές ή επιστάτες σε φάρμες ανθρώπων, εμείς, εδώ όσο έχουμε ακόμα μια ικμάδα σκέψης και μια λεβεντιά, όσο ζούμε τα κρυφά μυστήρια αυτού του τόπου, και όχι έναν ξερό ορθολογισμό και ηθικισμό,  μπορούμε θαρρώ να μιλάμε με λογισμό και μ'όνειρο από μια άλλη οπτική, για μια πατρίδα μητέρα και μεγαλόψυχη κι ατάραχη σαν ουρανό...

Εξάλλου η εποχή ενδείκνυται για Ποίηση.




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός