Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_τα χρυσόψαρα

Τα χρυσόψαρα δεν έχουν μνήμη.  Γι' αυτό και δεν έχουν να μας πουν καμία ιστορία!
Κάθε φορά που διασχίζουν κολυμπώντας την γυάλα τους, είναι η πρώτη φορά.
Κουτουλάνε στα τοιχώματα και ξαφνιάζονται: α! μια γυάλα.... λένε, και στρίβουν... κάνουν μια γυροβολιά....
Κολυμπάνε ανοιγοκλείνοντας το στρογγυλό χωρίς δόντια στόμα τους  και ξανακουτουλάνε και ξαναξαφνιάζονται : α! μια γυάλα, λένε και ξαναστρίβουν...
στο ίδιο δευτερόλεπτο, κολύμπι, γυάλα και γυροβολιά ενώνονται και βυθίζονται στο τίποτα.
 Κάθε φορά που διασχίζουν τον λιγοστό χώρο τους είναι για πρώτη φορά.
Αντικρίζουν κάθε φορά, για πρωτη φορά τον κόσμο με τα ψαρίσια γουρλωμένα μάτια τους.
Η έκπληξή τους διαρκεί όσο η πρόσκρουση στα τοιχώματα, για να ξαναδημιουργηθεί εκ του μηδενός... έτσι ο κόσμος τους χάνεται και φτιάχνεται αδιάκοπα, όσο υπάρχει νερό... μες την σιωπή, χωρίς μελοδραματισμούς και υστερίες...
Δεν ξέρω πόσες γυροβολιές κάνει στην διάρκεια της ζωής του ένα χρυσόψαρο.
Όσες κι αν κάνει είναι σαν μία ή και καμία....
Τα χρυσόψαρα κοιμούνται με ανοιχτά μάτια γιατί δεν βλέπουν όνειρα....
γιατί δεν υπάρχει τίποτα για να δουν.
Τα χρυσόψαρα δεν ξέρουν ότι ζούνε στο νερό.
Κι ούτε υπάρχει τρόπος να το μάθουν.

Προχθές βρήκα το ένα -το πορτοκαλί- νεκρό,  στον πάτο της γυάλας.
Και σκέφτηκα ότι θα άξιζε να γράψω για αυτά  μια ιστορία, αν και δεν υπάρχει τρόπος να το μάθουνε ποτέ.-


Σχόλια

  1. Ανώνυμος21/3/16, 2:02 μ.μ.

    Μία ζωή μεσα στην αγνοια,κανεις κυκλους γυρω απο τα ιδια και τα ιδια..
    Δε μοιαζει αραγε η ζωη μας με αυτη του χρυσοψαρου...;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ναι,έχετε δίκιο...μοιάζει...
    Το μόνο που ελπίζουμε είναι να έρθει να μας κουτουλήσει μια γυάλα...
    Α! να ένας άνθρωπος να πει η γυάλα και πάραυτα απ' την μεγάλη της χαρά να γίνει θρύψαλα...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός