Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Τι κάνουν εκεί πάνω;

 





Βλέποντας αυτές τις δύο φωτογραφίες, τα ερωτήματα που τέθηκαν στον δημόσιο διάλογο (άλλος ένας ευφημισμός του κατευθυνόμενου μονολόγου)   ήταν : 1. εάν αυτό που βλέπουμε είναι νόμιμο, δηλ. αν τηρείται η κείμενη νομοθεσία (πολεοδομική, λιμενική, εργατική και ό,τι άλλο) και 2. εάν αυτό που βλέπουμε γίνεται με την συγκατάθεση του εργαζόμενου (του σερβιτόρου). 
Και στα δύο αυτά ερωτήματα η απάντηση ήταν καταφατική. 
Η επιχείρηση τηρεί όλες τις διατάξεις, βεβαίωσε ο υπουργός Άδωνις, ο οποίος επιδεικνύοντας ταχύτατα αντανακλαστικά και ζήλο διέταξε, όπως είπε,  να γίνουν αμέσως όλοι οι έλεγχοι (άξιος ο μισθός του!) και ο εργαζόμενος με την θέλησή του, δίχως καμία εργοδοτική πίεση, θαλασσοδρομεί για να βγάλει ένα,  πλέον του "καλού" μισθού του, "καλό" φιλοδώρημα . Εξάλλου  πόσα και πόσα άλλα δεν κάνουν οι άνθρωποι τη σήμερον ημέρα για να  βγάλουν τον "επιούσιον";

 Όμως εάν, παρόλα αυτά,  νιώθουμε ότι κάτι μας ενοχλεί, κάτι μας φαίνεται παράξενο, κάτι κλωτσάει μέσα μας, ας μην το αφήσουμε να πάει χαμένο, ας μην το θάψουμε. Βέβαια η κοινωνική συμμόρφωση θα σπεύσει να το καταπνίξει και να μας βεβαιώσει ότι όλα βαίνουν καλώς. Δεν υπάρχει τίποτα παράξενο, τίποτα αντι-κανονικό, τίποτα που να χρήζει μιας δεύτερης και τρίτης (ίσως) σκέψης. Έτσι, βεβαιώνοντάς μας για την ορθότητα μιας πρακτικής, η πρακτική αυτή, απενοχοποιημένη πλέον, μπορεί να αποτελέσει μέρος και του δικού μας πραξιακού και αξιακού ορίζοντα. Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα! 

 Εμένα, πάντως, βλέποντας τις εικόνες και παρακολουθώντας (όχι ιδιαίτερα πολύ) την συζήτηση, το ερώτημα που με προβλημάτισε, ήταν : Τι κάνουν αυτοί εκεί πάνω;
Από αυτό θα πρέπει να ξεκινήσουμε.  

Αυτό, λοιπόν, που βλέπουμε είναι η εξέλιξη της κοινής και ξεπερασμένης πια ξαπλώστρας. Φύγαμε από την σαρδελοποιημένη παραλία, όπου ο ένας στριμώχνεται δίπλα στον άλλο κι ακούει μέχρι και την κλανιά και το ρέψιμό του, όπου η άμμος εξακολουθεί παρά τα καλοσχεδιασμένα μονοπατάκια να είναι ενοχλητική κι όπου πρέπει να περπατήσεις κάμποσα βήματα για να βουτήξεις στη θάλασσα και πήγαμε σε κάτι πιο σύγχρονο. Μικρές πακτωμένες στον βυθό ξύλινες εξέδρες με ανέσεις και ανεμπόδιστη θέα στον ορίζοντα, που χωράνε μόνο "εμάς" και κανέναν άλλο. 
   Στο λεξιλόγιο της αγοράς, αυτό που βλέπουμε λέγεται  καινοτομία,  επιχειρηματική ευρηματικότητα και  ποιοτική αναβάθμιση του λεγόμενου τουριστικού προϊόντος. 

Στην πραγματικότητα είναι μια αντιγραφή του μεσοαστικού διαμερίσματος των σύγχρονων πόλεων στους παραθαλάσσιους τόπους τουρισμού. Ο μέσος τουρίστας, πάνω σε αυτές τις εξέδρες διατηρεί την ψευδαίσθηση της ιδιωτικότητάς του, κουβαλάει μαζί του στην παραλία τον ιδιωτικό, απομονωτισμό του, όπως ακριβώς έχει συνηθίσει να τον ζει στο διαμέρισμα της πολυκατοικίας όπου στεγάζεται όλο τον χρόνο. Κι όπως ακριβώς λειτουργεί το ντιλίβερι στις πόλεις (και στα χωριά, πλέον) έτσι κι εδώ, στην παραλία μπορεί με ένα μήνυμα να έχει στην δική του εξέδρα (δηλ. στην "πόρτα"του)  ό,τι τραβάει η ιδιότροπη όρεξή του. Κι ο  σερβιτόρος δεν κάνει τίποτε άλλο από το γνωστό τοις πάσι ντιλίβερι, μόνο που εδώ γίνεται δια θαλάσσης και όχι δια μηχανακίου. 

Υπάρχει καμία αμφιβολία ότι επιβεβαιώνεται για άλλη μια φορά η προσκόλληση του ανθρώπου στις ανέσεις της σύγχρονης ζωής;  Ότι για όσο δεν αμφιβάλλουμε γι΄αυτές τις "ανέσεις", δεν υπάρχει περίπτωση να αναρωτηθούμε το παραμικρό για το σύστημα που τις παράγει και τις επενδύει αξιακά; Για μένα καμία. Είναι το τυρί στη φάκα.  
 Κατακτημένες με τόσες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς, οι σύγχρονες ανέσεις και οι ποικίλοι τρόποι τους, είναι τα ακριβοπληρωμένα, πολύτιμα και λατρεμένα δεσμά από τα οποία δεν μπορούν πλέον οι άνθρωποι να δραπετεύσουν, ακόμα κι όταν υποτίθεται ότι δραπετεύουν και πάνε διακοπές. 

Ο φυσικός τρόπος σχετισμού με τη φύση, που δεν είναι οργανωμένος και καθοδηγημένος από κάποιον, η απλότητα της άμεσης και ασχεδίαστης επαφής του ανθρώπινου σώματος με το υγρό στοιχείο, με την θάλασσα στην φυσική και πρωτόγονη μορφή της, το απλό κολύμπι που είναι χαρά και ταλαιπωρία μαζί, η σεμνότητα του απλού ψωμιού και νερού, είναι πράγματα για πάντα χαμένα, τουλάχιστον για τους πολλούς. 

Υπάρχει όμως και άλλη μια πλευρά.  
Τι ακριβώς απολαμβάνουν αυτοί εκεί πάνω;
Ο Πλάτωνας είχε περιγράψει τους δεσμώτες, στην γνωστή αλληγορία, έγκλειστους σε μια υπόγεια σπηλιά, αναγκασμένους να βλέπουν μόνο τις σκιές που προβάλλονταν στα τοιχώματα της και να πιστεύουν οι δυστυχείς ότι αυτά που έβλεπαν ήταν τα πραγματικά πράγματα και η πραγματική ζωή. 
Κάτι ανάλογο έχουμε και εδώ. 
Βέβαια δεν υπάρχει σπηλιά - 
Βέβαια δεν υπάρχουν δεσμά- ούτε φωτιά να καίει στο βάθος
Υπάρχει όμως το σημαντικότερο :  η προβολή. 
Αυτό που προβάλλεται είναι η εικόνα του ευτυχισμένου, του επιτυχημένου, του ισχυρού εαυτού, ο οποίος διακηρύσσει τα δικαιώματά του στις απολαύσεις  της ζωής, στις μικρές καταναλωτικές φαντασμαγορίες,  στην φαντασίωση της διαταγής και της εξουσίας. Από αυτή την εικόνα δεν μπορούν να τραβήξουν τα μάτια τους οι άνθρωποι εκεί πάνω στις μικρές ξύλινες εξέδρες τους, γιατί έχουν, όπως εκείνοι οι αρχαίοι πλατωνικοί δεσμώτες, γεννηθεί μέσα σ'αυτήν και τίποτα άλλο δεν γνωρίζουν.

Οι πρακτικές αυτές μπορεί να είναι σύννομες, μοντέρνες, καινοτόμες, κοινωνικά αποδεκτές, οικονομικά χρήσιμες, μπορεί  ακόμα και να βραβευτούν γιατί προάγουν το εθνικό τουριστικό συμφέρον
για μένα όμως, και για τους λόγους που ανέφερα, είναι απλώς ανήθικες.    



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός