Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_ποιος φταίει;

 Ποιος φταίει; ή Τι φταίει; 

Αρχέγονο ερώτημα του ανθρώπου. Φταίει πάνω απ' όλα το κρασί, είναι η ποιητική απάντηση  του  Βάρναλη...

Από την απάντηση, την όποια απάντηση, εξαρτάται όχι μόνο η βιολογική μας επιβίωση, αλλά και η ψυχική μας ισορροπία, η αίσθηση δικαιοσύνης που διέπει τις κοινωνίες μας και ηθική τάξη του σύμπαντος κόσμου. Αλίμονο εάν δεν θέταμε αυτό το ερώτημα το οποίο εγείρεται αμέσως μετά από κάθε κακό, κάθε διατάραξη της ομαλότητας, του προγραμματισμού, του κανονικού. Αμέσως μόλις δοθεί μια απάντηση (επαναλαμβάνω: η όποια απάντηση) φαίνεται σαν να τακτοποιείται κάτι, σαν η απάντηση να λειτουργεί εξηγητικά, να μετριάζει τον τρόμο που νιώθουμε μπροστά στο ανεξήγητο. Α! ήταν λάθος του σταθμάρχη... έτσι εξηγείται. Εντάξει, λοιπόν, ας δικάσουμε τον σταθμάρχη, ας καταδικάσουμε τον σταθμάρχη, ας εκπαιδεύσουμε τον σταθμάρχη, ας αντικαταστήσουμε τον σταθμάρχη και τους σταθμάρχες  απάντων των σιδηροδρομικών σταθμών, όπου γης... με τι; Με τι να τους αντικαταστήσουμε; Ας πούμε με μηχανές, με τελευταίας τεχνολογίας μηχανήματα τα οποία δεν θα κάνουν τραγικά, ανθρώπινα λάθη. 

Καλό μού ακούγεται αυτό!  Φαίνεται ότι μετά από χιλιετίες πολιτισμού, η ανθρωπότητα βρίσκει μια λύση στο πρόβλημα της ελλατωμματικότητάς της: Εφόσον οι άνθρωποι δεν μπορούν να απαλλαχθούν από το λάθος, την αμέλεια, την παράβλεψη, την κακή εκτίμηση, το σφάλμα, ακριβώς επειδή είναι άνθρωποι, τότε εάν παραδώσουμε ένα μέρος του κόσμου μας στις μηχανές και τα συστήματα, τότε αυτός ο κόσμος τον οποίο εμείς φτιάξαμε, τον οποίο εμείς επιλέξαμε σαν τον καλύτερο δυνατό κόσμο, θα γίνει πιο ασφαλής για εμάς. 

Έτσι σώζεται ο κόσμος μας! Έτσι σώζεται η λογική του και η λογική μας μένει στη θέση της. Έτσι ετοιμαζόμαστε για το επόμενο βήμα, χωρίς να αναρωτηθούμε εάν εμείς έχουμε επιτρέψει να εισχωρήσει στον κόσμο αυτό και σε πολλές και ποικίλες εκφάνσεις του (στις μεταφορές βεβαίως, αλλά όχι μόνο σε αυτές) ένας αστάθμητος και διαταρακτικός παράγοντας :  η ταχύτητα. 

Το συγκεκριμένο δυστύχημα έχει δύο συνυφασμένες μεταξύ τους πτυχές : η μια είναι το ανθρώπινο λάθος, με την ευρεία έννοια και όχι αυτή που συγκεκριμενοποιείται σε έναν ορισμένο άνθρωπο, μια δεδομένη στιγμή και η δεύτερη είναι η ταχύτητα. Δεν επιλέγουμε το λάθος, το λάθος υπάρχει και θα υπάρχει, εφόσον δεν μπορούμε να προβλέψουμε όλες τις απέραντες εκδοχές του πραγματικού. Επιλέγουμε όμως την ταχύτητα. Επιλέγουμε να παραβλέπουμε ότι οι άνθρωποι είμαστε όντα της βραδύτητας, αργοκίνητα και αργόστροφα πλάσματα τα οποία όμως δεν έχουν αποδεχθεί την βραδύτητά τους, και κάνουν τα πάντα για την φενακίσουν. Αντιμαχόμαστε την βραδύτητα σε κάθε πλευρά και της ατομικής και της κοινωνικής πραγματικότητας : Στο πεδίο της μάχης επιλέγουμε, το γρήγορο άλογο, η γρήγορη αντίδραση, το γρήγορο βλήμα, τη γρήγορη βολή. Στο πεδίο της οικονομίας, τη γρήγορη μηχανή, τη γρήγορη παραγωγή, τη γρήγορη εξάπλωση σε νέες αγορές. Στο πεδίο της μετακίνησης, το γρήγορο αυτοκίνητο, το γρήγορο αεροπλάνο, τη γρήγορη μεταφορά προϊόντων. Στο πεδίο της καθημερινής ζωής, το γρήγορο καθάρισμα, το γρήγορο φαγητό, τη γρήγορη πληροφορία, το γρήγορο φαγητό, τη γρήγορη απόφαση. Ακόμα και στο πεδίο της εκπαίδευσης, η απαίτηση πλέον είναι για "διαγώνιο" (έτσι το λένε) δηλαδή λίγο από την αρχή και λίγο από το τέλος της παραγράφου ή της σελίδας, διάβασμα. 

Επομένως, το πρόβλημα δεν βρίσκεται στο "ανθρώπινο λάθος", αλλά στην ριζική αντίφαση της βραδύτητας ως ανθρωπολογικής σταθεράς και της ταχύτητας ως κοινωνικού, τεχνικού και πολιτισμικού φαινομένου, η οποία υπάρχει και υφίσταται σε ποικίλες εκδοχές της κατασκευασμένης από εμάς ανθρώπινης ζωής και τούτη τη φορά εκδηλώθηκε με την μορφή ενός πολύνεκρου δυστυχήματος. 

Γιατί όμως ενώ είμαστε όντα της βραδύτητας (κι αυτό αποδεικνύεται με πολλές αποδείξεις από διάφορους τομείς :  ταχύτητα βαδίσματος και τρεξίματος, παρατεταμένη παιδική ηλικία, χρονοβόρα και παρατεταμένη εκπαίδευση,  δυσκολία κατανόησης, διαδικασία  αλλαγής και λήψης αποφάσεων  κ.ά.) καταδυναστευόμαστε από την ταχύτητα; Δύο απαντήσεις μπορώ να σκεφτώ : Η πρώτη και πιο εμφανής είναι ότι ο ταχύς είναι και ο ισχυρός στην αναμέτρηση με τον αντίπαλο (όποιος κι αν είναι αυτός ο αντίπαλος : ο ανταγωνιστής, η Φύση, ο εχθρός). Οπότε εάν θέλεις να επικρατήσεις οφείλεις να είσαι γρήγορος.  Η δεύτερη είναι ότι η ταχύτητα είναι μεθυστική. Μας μεθάει η ταχύτητα, μας ξεγελάει τόσο γλυκά, μας συνεπαίρνει και μας τυλίγει στα φτερά της για να μας βγάλει από τους καταναγκασμούς και τους περιορισμούς του κόσμου τούτου και του υλικού σώματός μας. 

Ω! μήπως τελικά έχει δίκιο αυτός ο παλιός Βάρναλης ; Μήπως τελικά φταίει το κρασί; Μόνο που τώρα η μέθη δεν προκαλείται από το κρασί στα υπόγεια καπηλειά του προηγούμενου αιώνα, αλλά προκαλείται από την ταχύτητα και βρίσκεται παντού. 

Κι αν τα γράφω όλα αυτά, δεν είναι για πω τίποτα, ούτε συγκινητικό, ούτε ότι συμπάσχω με τα θύματα και τις οικογένειες των νεκρών. Αλλά για να πω ότι δυστυχήματα τέτοια ή παρόμοια θα γίνονται και θα γίνονται, γιατί αφενός δεν μπορούμε  να απαλλαχτούμε το "λάθος" και αφετέρου δεν μπορούμε  να μην επιλέγουμε την ταχύτητα.  


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός