Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_ευγνωμοσύνη και τουριστική σεζόν

Τουριστική σεζόν...η τρέλα του καλοκαιριού,
ταβέρνες, ομπρέλες, παραλίες...κορμιά, λεφτά,
Λόγια κοφτά, wellcome, come inside, beer, cold beer, τζατζίκι, greek salad,
καλαμπούρια τόσο συνηθισμένα ανάμεσα στις ίδιες παρέες,
ο λογαριασμός, να μαζευτούν τα τραπέζια,
στο πίσω μέρος του μαγαζιού σωροί οι μαύρες σακούλες...

Το βράδυ  έρχεται και με παίρνει, στις 2.30, στις 3.00, όταν σχολάω....
και γω ξέρω πόσο πολύ είναι κουρασμένος από τα χωράφια όλη μέρα που γυρίζει
και πόσο μόνος του και πόσο φτωχός είναι κι αυτός, όπως και γω, όπως και συ, μάνα....
Τα βράδια που έρχεται και με παίρνει κι είμαστε οι δυό μας πάνω στο μηχανάκι του...
εκείνο το μηχανάκι που είχε πάρει όταν ήταν παιδί ακόμα στο σχολείο,
θυμάσαι μάνα;
το παλιό του μηχανάκι που όλο κάτι θέλει, κι όμως πάει ακόμα...
Τα βράδια που έρχεται και με παίρνει, όταν τελειώνει η βάρδια μου,
στο δρόμο καθώς γυρίζουμε πίσω στο σπίτι μας, μάνα, που είναι έρημο και βουβό,
όπως η ερημιά του και η ερημιά μου και η ερημιά σου μάνα μας,
Τα βράδια που έρχεται και παίρνει όταν σχολάω...
ακουμπάω στην πλάτη του και τον αγκαλιάζω απ΄την μέση
με όλη μου την αγκαλιά κι ακουμπάω το κεφάλι μου
και νιώθω τόση ευγνωμοσύνη γι' αυτόν, για την ζωή,
ακόμα και για την καταραμένη τη τουριστική σεζόν και για την άθλια εποχή...
ακόμα και για την φτώχεια μας, μάνα...
Γιατί εκείνος έρχεται και με παίρνει κάθε βράδυ
και γω το ξέρω ότι είναι κουρασμένος, πολύ κουρασμένος και μόνος του
κι όμως εκείνος έρχεται μόνος του για μένα....
Και διασχίζουμε οι δυό μας το σκοτάδι  αυτού του κόσμου ώσπου να φτάσουμε σπίτι μας,
και την ψύχρα της νυχτιάς και την σιωπή του τοπίου
κι είναι αναμμένα τα φώτα του παλιού μηχανακιού,
μόνο αυτά σ' όλο το δρόμο κι άλλο δεν είναι τίποτα,
κι είναι γεμάτη η καρδιά μου ευγνωμοσύνη....μάνα
κι άλλο τίποτα!



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός