Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_ένα τίναγμα

Ένα παιδί που έγδαρε άσχημα το γόνατό του παίζοντας
κι η μάνα του, σα γύρισε στο σπίτι,
τ' αγριοκοίταξε, πάλι τα ίδια, άδικα πηγαίνουν τα λόγια της,
κι απότομα έβαλε πάνω στη πληγή
ένα βαμβάκι με πράσινο οινόπνευμα
πιέζοντάς το με δύναμη, σταθερά.

Ένα τίναγμα
δεν είχαμε δέρμα
αυτό ήταν για μας η ποίηση
και τίποτ' άλλο.

Σχόλια

  1. Παιδί με το γρατσουνισμένο γόνατο
    κουρεμένο κεφάλι όνειρο ακούρευτο...

    Έτσι γράφει ο Ελύτης στον Ήλιο τον πρώτο.
    Το δικό σου, βέβαια, ποίημα δεν έχει παραπομπή σ' αυτός τους στίχους
    αν και θα μπορούσε, κάποιος, ευφάνταστος μελετητής να κάνει ένα συσχετισμό και να πλέξει μια μελέτη.
    Οι δικοί σου στίχοι μιλούν για πραγματικό γεγονός πολλές φορές επαναλαμβανόμενο στα παιδικά σου χρόνια
    που μ' ένα αριστοτεχνικό γύρισμα στη δεύτερη στροφή μας ανάγεις σ' ένα στοχασμό περί ποιητικής,
    λέγοντας μας ότι το ποίημα είναι η λύσις της ασυνέχειας του δέρματος, ήτοι
    ότι η ποίηση είναι ένα τραύμα. Είναι η αποκοτιά, που προϋποθέτει μια παιδική πρωτεϊκή ματιά, ένα παιχνίδι με τον κόσμο από το οποίο δεν βγαίνεις ποτέ κερδισμένος αλλά μόνο πληγές γεμίζεις και μετά έρχεται ως θεραπεία η επαφή με την πραγματικότητα που πονάει γιατί είναι γυμνή η τραυματισμένη ψυχή, και τότε σε ένα τίναγμα, στον πόνο.... γεννιέται το ποίημα.
    Μια γέννα από το γόνατο όπως ο πρωτεϊκός ανδρόγυνος Διόνυσος από το μηρό του Δία.
    Αυτό είναι κυριολεκτικά η ποίηση για αμέτρητους ποιητές παντού στον κόσμο.
    Η ποίηση γενικά, αλλά και ειδικά η δική τους, του καθενός η ποίηση.
    Ένα τραύμα που δείχνεται για πολλούς λόγους αλλά, κυρίως, ως έκλυση κάποιος/-οι να μας γιατρέψουν
    γιατί ο πόνος είναι δυνατός και το αίμα δεν είναι αστείρευτο, είναι πολύτιμο για να ρέει...

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός