Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_γιατί δεν μ'αρέσει το Facebook: άλλος ένας λόγος

Μπαίνω σήμερα στο Facebook και ανακαλύπτω άλλον έναν λόγο για να μην μ' αρέσει.

"Σήμερα είναι τα γενέθλια του ...τάδε!" , με πληροφορεί το καλό μέσον και συνεχίζει : "Σκεφτήκαμε"...όπα λέω, εδώ έχει ψωμί το πράγμα.... για να δούμε τι "σκεφτήκατε";
"Σκεφτήκαμε, λέει, ότι θα θέλατε να γιορτάσετε μαζί του! Στείλτε του Χρόνια Πολλά....".

Μάλιστα! Καλά το σκεφτήκατε... με μια μικρή διόρθωση: Δεν σκέφτεστε!
Θα σε προσγειώσω απότομα καλό μέσον, αλλά αυτό που κάνεις είναι να με ειδοποιείς, όπως με ειδοποιεί κι ο φούρνος, όταν τον βάζω να προθερμανθεί στους 180 βαθμούς,  για ψήσω το γαλακτομπούρεκο.
Έχει μια μικρή -τεράστια διαφορά.
Εξηγώ:
Το ότι εσείς -ποιοι είστε εσείς; το "εσείς" είναι το β'πρόσωπο, ονομαστικής του πληθυντικού αριθμού της προσωπικής αντωνυμίας εγώ -εσύ -αυτός και αφορά σε πρόσωπα- συλλέγετε κάποιες πληροφορίες, μέσα από μια κατασκευασμένη βάση δεδομένων,   όπως ακριβώς ο φούρνος κατασκευάστηκε για να αναπτύσσει μεγάλες θερμοκρασίες μέσα σε ένα θάλαμο, και με την βοήθεια ενός δεδομένου αλγόριθμου προγράμματος που πετάει καθε τόσο αποτελέσματα  π.χ. "ημερομηνίες γενεθλίων του χρήστη Ελένη Ρ...." , όπως ακριβώς ο θερμοστάτης του φούρνου έχει ενδείξεις που δείχνουν τους βαθμούς, με ειδοποιείτε για το πότε έφτασε μια συγκεκριμένη ημερομηνία, αυτό δεν συνιστά σκέψη.
Το τι είναι "σκέψη" είναι άλλη μεγάλη κουβέντα. Αλλά άλλο η ειδοποίηση κι άλλο η σκέψη... Είναι εύκολο να το καταλάβει ο καθένας αυτό!
Επομένως, ούτε το "εμείς", ούτε το "σκεφτήκαμε" στέκονται.... και θα ήμουν ελαστική σε μια μεταφορική χρήση της γλώσσας, σε έναν "τρόπο του λέγειν", σε άλλη περίπτωση, όχι όμως σε αυτήν που μέσα απ'το καθημερινό κουβεντολόι, υπονοεί ότι τα ηλεκτρονικά συστήματα και τα δίκτυα επειδή έχουν ηλεκτρονικούς εγκεφάλους μπορούν να παράγουν σκέψη και πολύ περισσότερο να περνάνε για πρόσωπα.

Το ζουμί όμως (ή το ψωμί) βρίσκεται παρακάτω, στο περιεχόμενο της υποτιθέμενης "σκέψης σας"....
 "Σκεφτήκαμε ότι θα θέλατε..."
Τρέμω... τρέμω όταν ένα μέσον το οποίο δεν μπορεί να παράγει σκέψη, παρόλα αυτά τολμάει μέσα στην αποπροσωποίηση των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων του,  να "σκέφτετε" τις επιθυμίες μου... γιατί να το κάνει αυτό;
Γιατί να κάνει αυτό που μόνο οι άνθρωποι που με γνωρίζουν καλά,  όπως η μάνα μου για παράδειγμα, ίσως μπορούν και δικαιούνται και θέλω να το κάνουν;
Διότι οι επιθυμίες μου είναι ότι πιο δικό μου έχω, πιο δικό μου από την γλώσσα μου, πιο πρωταρχικό από την λογική μου, πιο επίμονο από την ελευθερία της βούλησής μου, κρύβεται στα όνειρά μου το πιο ανεξιχνίαστο  και δημιουργικό κομμάτι του εαυτού μου... και με ανοίγει  σε ό,τι βρίσκεται έξω από εμένα.
Καθώς,  λοιπόν,  το Facebook αποκτά πρόσβαση στις διάφορες επιθυμίες μου, που σαφώς δεν περιορίζονται μόνο στο αν θέλω ή όχι να γιορτάσω τα γενέθλια κάποιου, καταφέρνει να τρυπώνει στην σχέση μου με τον κόσμο και να γίνεται κομμάτι της. Γιατί όμως να το κάνει αυτό;
Η απάντηση βρίσκεται αμέσως παρακάτω και αβίαστα : για να με προστάξει να κάνω κάτι "Στείλτε του....".
Επομένως έχουμε όλα τα βήματα εμπρός μας :1)  Ενας απρόσωπος, παντοδύναμος και πανταχού παρών θεϊκός νους που σκέφτεται, 2) Γνώση και έκφραση των επιθυμιών του υποκειμένου,  3) Προσταγή για πράξη.

Κάποιοι λένε ότι το socialising είναι ένας σύγχρονος και ευκολος τρόπος για να επικοινωνούν οι άνθρωποι,  για να γίνονται πιο κοινωνικοί, για να βρίσκουν παλιούς και νέους φίλους, για να βρίσκουν δουλειά.... κλπ. Πράγματα που μπορεί να ισχύουν, όπως ίσχυαν πάντα, γιατί πάντα αυτό έκαναν οι άνθρωποι (έβρισκαν φίλους, δουλειές, επικοινωνούσαν κλπ).
Το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι εαν έχουμε μπροστά μας την αυγή ενός νέου πολιτισμού και ποια είναι τα χαρακτηριστικά του.

Ξεκίνησα να γράφω άλλον έναν λόγο που δεν μ'αρεσει το Facebook.... τώρα δεν είμαι και τόσο σίγουρη γι'αυτό....









Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός