Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_για την σπουδαιότητα των υλικών, όπως τα λάχανα

Πολλά πράγματα περνάνε στο ντούκου.
Και συμβαίνει να περνάνε δια της οδού του Ντούκου οι σπουδαίες όψεις των πραγμάτων, ενώ για τις άλλες, τις ήσσονος σημασίας που λέμε, γίνεται ο κακός χαμός.[π.χ. θυμηθείτε τον  "άγριο ξυλοδαρμό" του Κουμουτσάκου ή τις "προκλητικές δηλώσεις" Φίλη, οι επιθετικοί προσδιορισμοί , όπου χρησιμοποιούνται, πρέπει να μας υποψιάζουν για μια τέτοια μεταμφίεση του ασήμαντου σε σημαντικό.]
Μήπως όμως το ίδιο δεν συμβαίνει και με τους σπουδαίους ανθρώπους;
Σπουδαίους, είτε για την ζωή των πολλών είτε για την ατομική δική μας ζωή, μόνο.

Τι καθορίζει όμως την σπουδαιότητα; Και πού θα την αναζητήσουμε;
Η έννοια φαίνεται να είχε ιδιαίτερα απασχολήσει τους Έλληνες, ήδη από τους ηρωικούς, τους αρχαϊκούς έως και τους κλασικούς χρόνους. Ο πολιτισμός της προφορικότητας διέκρινε τον σπουδαίο άνθρωπο και την σπουδαία πράξη ως αξιομνημόνευτα, ενώ ο Αριστοτέλης την αποδίδει, ως πρώτο χαρακτηριστικό, στον γνωστό ορισμό της τραγωδίας: έστιν ουν τραγωδία μίμησις πράξεως σπουδαίας και τελείας...
Πριν απ' όλα όμως για τους Έλληνες σπουδαίος ήταν ο Κόσμος καθ'αυτός , και οι πράξεις ή οι χαρακτήρες των ανθρώπων ακολουθούσαν κατ' αναλογία μια προϋπάρχουσα  σπουδαιότητα.
Η θεώρηση αυτή άρχισε να αλλάζει στους ελληνιστικούς χρόνους και άλλαξε άρδην στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες' έως την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό του 17ου αιώνα, σπουδαίος γίνεται πριν και πρώτ' απ' όλα, ο Άνθρωπος.

Σήμερα , στις συνθήκες της κατακλυσμιαίας επικαιρότητας, αν θα θέλαμε να επιχειρήσουμε έναν ορισμό του τι είναι σπουδαίο τελικά,, θα πρέπει να εστιάσουμε, όχι στον ένα ή τον άλλο πόλο (άνθρωπος/Κόσμος) αλλά στην ποιότητα της σχέσης ανάμεσά τους, καθόσον αυτή υπάρχει είτε το θέλουμε, είτε το συνειδητοποιούμε είτε όχι.

Έτσι, θα έλεγα σπουδαίο  κάτι που έχει την δύναμη να μεσολαβεί σε ατομικό ή σε συλλογικό επίπεδο, ανάμεσα σε μας και τον κόσμο και με την μεσολάβησή του αυτή  να χρωματίζεται,να φωτίζεται, να εδραιώνεται ή να ανατρέπεται η υπάρχουσα μεταξύ ημών και του κόσμου σχέση.
Έτσι, η σπουδαιότητα ιδωμένη αυστηρά υπό την έποψη της παραπάνω σχέσης,  μπορεί να εμφιλοχωρεί σε κάθε τι που συμβαίνει γύρω μας, πλην όμως η σπουδαιότητα ενός γεγονότος ή ενός ανθρώπου δεν συνάγεται από την δημοσιότητα κι ούτε η επιφάνεια είναι ένας καλός τόπος για να την ανιχνεύσουμε.
Για να την διαπιστώσουμε  πρέπει να σκαλίσουμε λιγάκι προς  ένα πιο βαθύ επίπεδο είτε να μεταβάλουμε σε πανοραμική την οπτική μας.
Σε ατομικό επίπεδο σπουδαίος μπορεί να είναι ένας δάσκαλος που είχαμε, ακόμα κι αν αυτός ήταν η αφορμή να μισήσουμε τα γράμματα, σπουδαίο μπορεί να είναι ένα ερωτικό βίωμα ακόμα κι αν μας έκανε δυστυχείς  ή ένα ποίημα που στάθηκε κυριολεκτικά καθοριστικό δηλ. (καθ-) όρισε την θέση μας απέναντι στα πράγματα κλπ.   Σε συλλογικό δε επίπεδο, σπουδαίος ήταν π, χ ο Φρόιντ, και σπουδαίο θα πούμε   το Ολοκαύτωμα, το τηλεσκόπιο κ. άλ.πολλά.

Σίγουρα δεν μαθαίνουμε για όλα τα σπουδαία πράγματα, και στον βαθμό  που δεν έχουμε καμία επαφή με αυτά και δεν έχουμε συνείδησή τους, αυτά δεν καθίστανται σπουδαία για εμάς, αν και υπαρκτά στον κόσμο. Απουσιάζει η σχέση, που είναι το πεδίο δράσης του σπουδαίου.  
Υπάρχουν όμως και άλλα με τα οποία αν και  ερχόμαστε σε επαφή,  δεν μπορούμε να διακρίνουμε την σπουδαιότητά τους. Αυτό συμβαίνει , κατά την γνώμη μου, για δυο λόγους: α)  διότι η σπουδαιότητα βρίσκεται συγκαλυμμένη ή διαχυμένη  σε πολλά ομοειδή γεγονότα , και β) διότι οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουμε χάσει την ουσιαστική σχεσιακή δυνατότητα με οτιδήποτε, χάριν μιας επιφανειακής και ρηχής επικοινωνίας μπιχεβιοριστικού τύπου δικτύου.
 Τότε συμβαίνει αυτό που είπα στην αρχή, τα γεγονότα αυτά ενώ μπορεί να καταγράφονται πληροφοριακά,  επί της ουσίας όμως  "περνάνε στο ντούκου", δεν γίνονται περιεχόμενο της συνείδησης.... απλώς μαθαίνονται.

 Θα φέρω ένα παράδειγμα*, το οποίο υπήρξε και η αφορμή για τούτο το σημείωμα.
Την περίοδο αυτή στο πάρκο "Ελληνικός Κόσμος" πραγματοποιείται ένα project (κατά πως λέγεται στην διεθνή γλώσσα των έξυπνων και δραστήριων ανθρώπων)  στο οποίο project,  οι επισκέπτες που σημειωτέον είναι κυρίως μαθητές όλων των βαθμίδων της εκπαίδευσης,  έχουν την δυνατότητα μέσω των νέων τεχνολογιών προσομοίωσης και την χρήση του κατάλληλου εξοπλισμού,  να επισκεφθούν εικονικά και να περιηγηθούν στην Αγία Σοφία.
Σπεύδω να διευκρινίσω ότι το ενδιαφέρον μου δεν προκλήθηκε από το ότι το project αφορά το συγκεκριμένο μνημείο' το ίδιο θα επεδείκνυα εάν αφορούσε λ.χ. την αρχαία Πομπηία ή τις πυραμίδες της Αιγύπτου.
Τι το σπουδαίο; θα αναρωτηθεί κάποιος.

Την είδηση πληροφορήθηκα από (πού αλλού;) την τηλεόραση.  Μάλιστα ήταν φορτισμένη από αισθήματα θαυμασμού για την εφαρμοσθείσα.... καινοτομία, η οποία είναι και διαδραστική, αφού παρέχει την δυνατότητα στον "επισκέπτη" του μνημείου να επιλέξει κατεύθυνση πορείας, να ανέβει ή να κατέβει, να ανοίξει ή να προσπεράσει θύρες... εικονικά, βεβαίως,  πάντα...
Παρόμοιες δυνατότητες έχουν εφαρμογές σε ηλεκτρονικά παιχνίδια, στον κινηματογράφο και αλλού, ενώ ο καθένας καταλαβαίνει ότι το κίνητρο αυτών που τις εμπνέονται, τις εγκρίνουν, τις  διαχειρίζονται και τις διαφημίζουν είναι η κατασκευή ενός ελκυστικού ανταγωνιστικού εμπορεύματος και τίποτα πέραν αυτού.
Θεωρώ, όμως,  την παραπάνω επισήμανση ήσσονος σημασίας, ενώ για μένα η σπουδαιότητα στο εν λόγω εγχείρημα είναι το κατόρθωμα της εκμηδένισης της υλικότητας του υλικού κόσμου.
Κι αυτό ακόμα το προπύργιο της ατομικής εμπειρίας μέσα στον υλικό κόσμο, που έφερε ένα άπειρο πλήθος αστάθμητων αισθητών ποιοτήτων και στηριζόταν σε ένα ταυτόχρονο παρουσιάζεσθαι ενός ανθρώπινου όντος ικανού να αισθάνεται και να εξηγεί και ενός υλικού κόσμου που δίδεται για εξήγηση μέσα από την πρωταρχική και άμεση
χωροχρονικότητά του, έχει μεταβληθεί σε έναν εκ των προτέρων σχεδιασμό που κάποιος ανιματέρ πραγματοποίησε σε έναν υπολογιστή και διοχετεύει κατάλληλα στους νευρώνες κάποιου (αδιάφορο ποιού) ανθρώπινου εγκεφάλου.
Θα μπορούσε κάποιος να αντιτείνει ότι αυτή η διαστροφή έχει προηγηθεί στα μουσεία,  όπου εκεί εκτίθενται σπαράγματα της υλικής πραγματικότητας, εκτός της πρωταρχικής και άμεσης δοτικότητας και χωροχρονικότητας τους.
Είναι κάτι εντελώς διάφορο, καθώς εκεί (στα μουσεία) διατηρείται μια βασική ιδιότητα του υλικού : να συνδέεται και να αποσυνδέεται, να αποτελεί μέρος ενός όλου,  όπως το χέρι στο σώμα ή μια τυπογραφική μηχανή του 19ου αιώνα που λειτουργούσε κάποτε σε ένα ημιυπόγειο τυπογραφείο και τώρα εκτίθεται σε κάποιο μουσείο τυπογραφίας. Η υλικότητα παραμένει και μαζί με την αποκοπή της δίδεται πάλι προς εξήγηση μέσω των δικών της δυνάμεων που την καθιστούν αυτό που είναι.
Στην περίπτωση όμως που εξετάζουμε όλη η υλικότητα, μαζί με αυτήν κι ο Κόσμος ως μια ετερότητα εκεί έξω,  αποκτά έναν ψευδαισθητικό χαρακτήρα.
Το απόγειο του υλιστικού δυτικού πολιτισμού επιφυλάσσει για την ύλη μια πτώση.
Ο Κόσμος ως κάτι προκλητικό, ιστορικό, ορισμένο και σεβαστό στις διαστάσεις, τα όρια και τα φορτία του, ταυτίζεται με την εικονική αναπαράστασή του, γίνεται αν-υλικός  και εκμηδενίζεται.
Το να τον συντηρείς ίσως κριθεί δαπανηρό, το να τον αφουγκράζεσαι εξωτικό, το να τον περιθάλπτεις ανόητο, το να τον υπομένεις ηρωικό,   το να θες να αλλάξει διαδραστικό... σαν την αλλαγή πίστας σε cyber game.
Ο σύγχρονος άνθρωπος ριγμένος σε μια πραγματικότητα που διαρκώς γίνεται πιο απειλητική για τον ίδιο, σε μια ασυναρτησία των -ισμων , θα αντικαταστήσει τον υλικό Κόσμο που έχασε,  με την μόνη υλικότητα που έχει για αυτόν κάποιο ενδιαφέρον, σίγουρη ύπαρξη και απολαυστική αξία  : την σωματική του υπόσταση.
Οι selfies, τόσο διαδεδομένες, τόσο αυτονόητα κοινές, δεν είναι απλώς μια τεχνολογική δυνατότητα ή μια ψυχολογική ματαιοδοξία.
Παρόλα αυτά ο πραγματικός Κόσμος εκεί έξω θα εξακολουθήσει να υπάρχει ως ένας απέραντος κρανίου τόπος....

Ο πολιτισμός των ατομικών  ψευδαισθήσεων  είναι η πολιτιστική απάντηση του δυτικού κόσμου στον 21ο αιώνα, ο άνθρωπος -βιολογικό εργαστήριο είναι αυτός που θα τον υποστηρίξει και οι πολιτικές  των κυρίαρχων θα λάβουν υπόψη τους και θα περικλείσουν αυτόν τον τρομακτικό πυρήνα της εκμηδένισης του Κόσμου  και της βιολογικοποίησης του ανθρώπου, στις ποικίλες τους προτάσεις διακυβέρνησης.
Οι ενδείξεις είναι πολλές και έρχονται από παντού.

Βέβαια,  ίσως κάποιος να εγείρει την αντίρρηση: Τι μας λες τώρα, Σπουδαία τα λάχανα!
Μα αν υπάρχουν τα λάχανα και δεν είναι illusions τότε σίγουρα θα πρόκειται για σπουδαία. 






* το παράδειγμα, είναι ΟΡΟΣ σχεδόν κάθε λόγου. Λόγος ο οποίος δεν μπορεί να δώσει κανένα ή να οδηγήσει την σκέψη σε κάποιο παράδειγμα είναι μια νεφέλη, γιατί αντιβαίνει έναν βασικό κανόνα του λόγου : την ΜΕΤΑΦΟΡΑ. 
Εδώ η Μεταφορά  νοείται και λειτουργεί και με την φιλολογική έννοια ως σχήμα λόγου και με την φιλοσοφική ως προϋπόθεση της διυποκειμενικότητας.
Για κάθε μεταφορά ιδεών, συναισθημάτων, εμπειριών, χρειάζεται ένας βατός δρόμος. Το παράδειγμα είναι μια γέφυρα .
Ακόμα κι αν ο συγγραφέας ή ο ομιλητης δεν καταφέρει να αποδώσει ρητά ένα παράδειγμα καθώς μιλάει ή γράφει,  εάν σέβεται και ακολουθεί τον κανόνα της μεταφοράς,  αυτό θα γίνει φανερό στην άρθρωση της σκέψης του, ως ενάργεια.  


Σχόλια

  1. Πολύ ωραίο!
    ποια είσθε τέλος πάντων που γράφετε με τόσο μεράκι?
    Πραγματικά...σπουδαία τα λαχανα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Μεράκι, τι σπουδαίο πράγμα!
      Και τι ωραία λέξη! Με βάλατε σε σκέψεις...
      Σας ευχαριστώ.

      Διαγραφή
  2. Ανώνυμος6/2/16, 4:57 μ.μ.

    To να τον περιθάλπεις,πράγματι ανόητο.
    Ευχαριστούμε!

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός