Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_περί του τέλους του καλοκαιριού



Τελείωσε το καλοκαίρι.
Το ανθεκτικό καλοκαίρι, ακόμα και σε μας εδώ στο Νότο  -ας το πούμε ποιητικά- δίπλωσε τα φτερά του!
Και τι θα απογίνουν τώρα όλες αυτές οι "πραμάτειες" του καλοκαιριού; Όλος αυτός ο πολύχρωμος, πληθωρικός, χαρούμενος κόσμος,  ο αραδιασμένος κατά μήκος των τσιμεντοστρωμένων παραλιών, όλα αυτά τα αλλοπρόσαλλα στοιβαγμένα πράγματα;
Κάποια απ' αυτά θα πεταχτούν ως άχρηστα στα σκουπίδια. Τα περισσότερα όμως θα αποθηκευτούν για το  επόμενο καλοκαίρι. Γιατί αυτή είναι η λειτουργική χρησιμότητά τους: να αποτελούν το ντεκόρ, το απαραίτητο φαντασμαγορικό που θεωρείται ως το κατάλληλο για να δοθεί η ώθηση αλλά και ο σκοπός της κατανάλωσης των διακοπών. Διότι δίχως φαντασμαγορία, δίχως την κατασκευή ενός ομοιώματος μιας "άλλης" καλύτερης, πιο χαρούμενης, πιο ξέγνοιαστης και απολαυστικής ζωής, το να πηγαίνει κανείς απλώς σε ένα άλλο τόπο για να κοιμηθεί, να φάει, να κάνει μπάνιο, να φλερτάρει κλπ, θα ήταν κάτι που θα στερούταν έναν επαρκή λόγο για να γίνεται  και αυτομάτως θα το βλέπαμε σαν κάτι προβληματικό, κάτι σαν μαζική παράκρουση. Έτσι, το ταξίδι σε έναν "άλλο" τόπο, είναι μόνο κατ' όνομα "ταξίδι" και μετατρέπεται  για όλους τους εμπλεκόμενους, σε  χρηματική επένδυση μιας ομόλογης κοινωνικής φαντασμαγορίας, παρόμοιας με κάθε άλλη στην καταναλωτική κοινωνία

Αυτό είναι και το νόημα του τουρισμού. Και πράγματι πρόκειται για ένα "προϊόν", όπως λένε οι επίσημοι και οι ανεπίσημοι "ντήλερς" του προϊόντος. Κι όταν τους ακούμε να μιλάνε για "βιομηχανία του τουρισμού" , μιλάνε πράγματι για την βιομηχανοποιημένη παραγωγή εμπειριών χαράς, διαλείμματος παιχνιδιού, ερωτισμού και καλοζωϊας, που μπορούν να αγοράσουν σε "πακέτα διακοπών" οι κάτοικοι των αναπτυγμένων βιομηχανικών κοινωνιών δυτικού τύπου, επειδή ακριβώς η σιδερένια πραγματικότητα στην οποία είναι υποταγμένοι, κατά κανόνα,  στερείται όλων αυτών.  Έτσι, δεν θα ήμασταν πολύ μακριά από την πραγματικότητα εάν λέγαμε ότι, κατά κάποιο τρόπο,  η "βιομηχανία του τουρισμού" έχει αναλάβει με τα μέσα που διαθέτει, να δώσει  απαντήσεις στο ερώτημα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας "τι είναι καλή ζωή;", για λογαριασμό αυτών των κατοίκων, έναντι μιας εύλογης χρηματικής αμοιβής.  
Όταν, λοιπόν,  μιλάνε για "ποιοτικό τουρισμό" εννοούν απλώς την πληρέστερη, πιο επιτυχημένη -και γι' αυτό πιο ακριβή - κατασκευασμένη φαντασμαγορία, σε βάρος της απλότητας, της αυθορμησίας και της τυχαιότητας που μπορεί να έχει ένα ταξίδι σε έναν "άλλο" τόπο. 
Όμως αυτή η "άρνηση" της πραγματικότητας που είναι κρυμμένη στο σύστημα της τουριστικής βιομηχανίας, δεν μπορεί παρά να παράγει έναν νέο καταναγκασμό, μια νέα άρνηση : τον καταναγκασμό για απόλαυση, για χαρά και για καλοζωία ως  ανταλλακτική αξία μιας επένδυσης που πραγματοποιήθηκε. 
Μπορούμε λοιπόν, όσοι από εμάς θέλουμε, να διαβάσουμε τον τουρισμό και από την ανάποδη, από το "τέλος" (με όλες τις σημασίες της λέξης τέλος) προς την αρχή, ακριβώς ως την ομολογία της  έλλειψης της "καλής ζωής". 

Όλα αυτά τα ρομαντικά φαναράκια που κοσμούσαν τα υπέροχα τραπεζάκια με θέα το δειλινό, τα με άποψη φυτεμένα παχύφυτα σε παλιές πορσελάνινες κούπες, οι ωραίες αιώρες, υπενθυμίσεις μιας χαμένης, εξωτικής νωχελικότητας, οι αχυρένιες ομπρέλες, μιμήσεις μιας δομικής φυσικής απλότητας, τα είδη πολυτελείας, αριστοκρατικής φινέτσας και εξυπηρέτησης, δουλικές αναπαραστάσεις  ενός λουδοβίκιου, γαλαζοαίματος παρελθόντος που πολλοί "δημοκράτες" θέλουν να γευτούν από την πλευρά του "άρχοντα" ή της "πριγκήπισσας" φυσικά,  θα αποσυναρμολογηθούν, θα διπλωθούν, θα συσκευαστούν, θα φυλαχτούν βιαστικά σε σκοτεινές αποθήκες και έως το επόμενο καλοκαίρι, δεν θα έχουν καμία αξία, παρά μόνο την γυμνή υλική, αυτή του πράγματος. 

Κάποιες πορσελάνινες κούπες ίσως να σπάσουν
και ίσως τα παχύφυτα, τόσους μήνες απότιστα, κι αυτά να μαραθούν....



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός