Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Νίκος Ι. Χουρδάκης: εγκώμιον


Παναγία γλυκοφιλούσα, 12ος αι.
(1,15 x 0,715 ωογραφία, Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο Αθηνών)


ΕΓΚΏΜΙΟΝ 

Η Παναγία η Κυρία των Αγγέλων 
ανέβηκε αλαφιασμένη απ' τον ύπνο της.
Μες στο πηκτό σκοτάδι κρύβοντας τον τρόμο της.
Μα η ενάργεια του ονείρου της
ήταν σαν φως απόκοσμο
που έδειχνε αυτά που θα συμβούν.

Κάπου θα λείπει πάλι, σκέφτηκε τρομάζοντας.

Αλλ' έγειρε, ξανά, στο προσκεφάλι, να μη σκέφτεται τα πρόδηλα.

Θα τον σταύρωναν τον Γιο της. 
Θα τον σταύρωναν σαν ένα κοινό κακούργο. 

Κι αυτό της ήταν βέβαιο.

Κι όταν εγχάραξε το φως 
κι ακούστηκαν τα πλήθη μες στην πόλη
κι ακούστηκαν τα  Ωσαννά...ευλογημένος ο ερχόμενος... 
Αυτή σκεφτόταν τους κακούργους:
Φθονουργέ, φονουργέ,
καὶ ἀλάστορ λαέ,... 
  
Και τον αντίλαλο στα χείλη της: 
Που σε κηδεύσω Τέκνον.

Έτσι, ακόμα και στους καιρούς ετούτους τους δικούς μας.
Τους άθλιους κι απάνθρωπους καιρούς,
που είναι, βέβαια, κατάδικοι μας
Υπάρχουν μάνες Παναγιές
- όσο κι αν φαίνεται παράξενο -
σ' όλου του κόσμου τα σημεία
που με φωνή, χιλιόστομη το λένε:

Έρχεσαι πάνω στην Άνοιξη, γιε μου, καλέ μου
Άνοιξη μου γλυκιά γυρισμό, που δεν έχεις...

Κι αν έτσι δεν λένε ακριβώς, 
με κάποιον άλλον τρόπο παρόμοιο το λένε.

                                    Έγραφα τη Μεγάλη Τρίτη τρεις τ' Απρίλη του 2018



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός