![]() |
Οdilon Redon, 1890 |
Θα ήθελα κάτι ευχάριστο να πω. Σαν τι όμως;
Για την Άνοιξη, να πούμε. Ναι, θα μπορούσα να πω για την Άνοιξη.
Η Άνοιξη έρχεται και μπαίνει μπρος στα μάτια μου, χωρίς να το ζητήσω.
Καθώς διασχίζω την εθνική οδό ένας κίτρινος ψηλός ανθένιος φράχτης που πριν λίγες μέρες δεν υπήρχε. Ο φράχτης τρέχει και ζαλίζομαι. Μπαίνει το κίτρινο στα μάτια μου. Τα κλείνω.
Κάνει κι άλλα τέτοια εκπληκτικά πράγματα.
Την αφήνω να κάνει τα δικά της. Στις λεωφόρους, στην ωραία επιφάνεια της θάλασσας, στο σώμα μου. Κλείνω τα μάτια μου.
Μπήκε ο Απρίλης και θα ήθελα κάτι ευχάριστο να πω, κάτι που να συνοδεύει τον καφέ, σαν στρογγυλό κουλουράκι.
Τι να πω;
Στις φυλακές, οι φύλακες σκότωσαν τον φυλακισμένο που είχε σκοτώσει τον φύλακα.
Τον σκότωσαν από το ξύλο, λένε, κι αυτός είχε σκοτώσει μ' ένα αυτοσχέδιο μαχαίρι, λένε.
Τι είδους μαχαίρι μπορεί να ήταν αυτό; Πώς είναι να σκοτώνεις κάποιον απ' το ξύλο;
Κλείνω τα μάτια μου.
Και κάθε μέρα κάποιος σκοτώνεται, μαθαίνω. Κάποιοι βράσανε το παιδί τους.
Ένας άλλος πυροβολήθηκε. Οι συγγενείς του απειλούν για αντίποινα.
Ένας άλλος βρέθηκε τουμπανιασμένος σε μια χαράδρα.
Το αεροπλάνο που χάθηκε.
Κλείνω τα μάτια μου.
Το γάλα των 2 ημερών, το παστεριωμένο, το μεγάλης διάρκειας, το μεσαίας διάρκειας, το γάλα το φτηνό... το ακριβό.
Η ηθική του γάλακτος, ο αγώνας των καταναλωτών για το γάλα των οικογενειών τους.
Οι υπολογισμοί τους. Το νόημα του καθημερινού άχθους τους. To γάλα της μητρός τους.
Ο σταυρός τους είναι φτιαγμένος από μπουκάλια και τενεκεδάκια γάλακτος.
Τα φάρμακα των ανθρώπων κι οι αρρώστιες τους. Οι ουρές στα φαρμακεία.
Ο πολύς κόσμος που ταλαιπωρείται, έτσι ονόμασε η ρεπόρτερ τους ανθρώπους που περίμεναν. Κι εκείνοι έδειξαν ικανοποιημένοι, σπεύσανε να επιβεβαιώσουν τα λεγόμενά της, εάν τους το επέτρεπε η θέση τους, θα την ζητωκραύγαζαν.
Ο θάνατός τους είναι φτιαγμένος από χάρτινα κουτάκια φαρμάκων και συνταγογραφήσεις.
Κλείνω τα μάτια μου.
Γυρνάω στα βιβλία μου. Συνταχθείτε.
Την Άνοιξη, γυρεύω την Άνοιξη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου