Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Εθνικισμός, μια θρησκεία της νεωτερικότητας: η μεταφορά στην εγκοσμιότητα






γράφει η Εύα Μπολιουδάκη


Β’  Μέρος
1         1.    Εθνικισμός, η μεταφορά στην εγκοσμιότητα

      Η επιτυχία της εθνικιστικής ιδεολογίας ως ένα βαθμό έγκειται στο γεγονός ότι είναι,   ίσως  η μόνη, σύγχρονη ιδεολογία η οποία μ’ ένα αρκετά ικανοποιητικό τρόπο είναι σε θέση να δώσει απαντήσεις στις ανθρώπινες υπαρξιακές ανησυχίες, στα ηθικά διλήμματα  καθώς και στους φόβους που σχετίζονται με τα χτυπήματα της μοίρας και το θάνατο. Σε αντίθεση με άλλες σύγχρονες ιδεολογίες (πχ. σοσιαλισμός, φιλελευθερισμός κλπ) στις οποίες κυριαρχούν οι έννοιες της ρήξης, της ασυνέχειας και της επανάστασης, η εθνικιστική, λόγω της πλαστικότητας του χαρακτήρα της καθώς και της ιδιαίτερης σχέσης που έχει με τον ιστορικό χρόνο είναι στην πλέον καταλληλότερη θέση  να προσδώσει μία αίσθηση συνέχειας ανάμεσα στο παρελθόν, στο παρόν και το μέλλον. Τα θέματα αυτά αποτελούσαν τα διαχρονικά προνομιακά πεδία της θρησκευτικής πίστης που ενέπλεκαν το στοιχείο του ιερού και του υπερβατικού μέσα σε μια ολότητα   δεσμών  μεταξύ ζωντανών, των πεθαμένων, των ακόμα αγέννητων και το μυστήριο της αέναης αναγέννησης [1].

Οι ανησυχίες αυτού του τύπου, που εν μέρει είναι δημιούργημα της θρησκευτικής πίστης, έμειναν μετέωρες μετά την αποδυνάμωσή της. Το έθνος αποτέλεσε το εκκοσμικευμένο μέσο μετασχηματισμού του τυχαίου σε πεπρωμένο, καθώς ξεπροβάλλει από ένα πανάρχαιο παρελθόν και κινείται προς ένα απεριόριστο μέλλον. Η εθνικιστική ιδεολογία που συνοδεύει την εμφάνιση των ανεξάρτητων εθνών διαθέτει την ευρεία επικάλυψη που είναι απαραίτητη για το γεγονός της εκκοσμίκευσης.  Αυτή την ιδιαίτερη συγγένεια της εθνικιστικής φαντασίας με θρησκευτικές φαντασιώσεις, που αναδεικνύει ο Aderson δεν συνιστά μία αιτιακή σχέση όπως τονίζει και ο ίδιος. Με άλλα λόγια δεν ισχυρίζεται ότι η εμφάνιση του εθνικισμού στα τέλη του 18ου αι. είναι προϊόν της διάβρωσης των θρησκευτικών βεβαιοτήτων  ούτε φυσικά ότι ο εθνικισμός αντικαθιστά ιστορικά τη θρησκεία.

Πάντως σε αυτό το σημείο είναι πιστεύω σημαντικό να αναλύσουμε περεταίρω τις συνέπειες της απώλειας της παραδοσιακής πίστης στο ίδιο το κοινωνικό υποκείμενο καθώς και τον ρόλο που καλείται να παίξει η εθνικιστική ιδεολογία στις νέες συνθήκες. Οι παραδοσιακές κοινωνίες χαρακτηρίζονται από μια βεβαιότητα η οποία ερείδεται στην  απόλυτη πρωτοκαθεδρία της ‘φυσικής’ κοινότητας, που, όποια μορφή και αν έχει, προσδιορίζει εκ των προτέρων την κοινωνική θέση και τον ρόλο του ατόμου σε όλη την διάρκεια της ζωής του. Η ίδια βεβαιότητα δεν ισχύει όμως στην περίπτωση της σύγχρονης κοινωνίας. Αντιθέτως, μιλώντας για την σύγχρονη κοινωνία δηλώνεται μια ρευστή και ατερμάτιστη  κατάσταση, καθώς «η εκσυγχρονιστική διαδικασία δεν έχει καταληκτικό σημείο και οφείλει να νοηθεί ως συνεχής, δίχως τέλος πορεία, όχι τόσο προσέγγισης κάποιου προκαθορισμένου τέρματος όσο απομάκρυνσης από δεδομένες αφετηρίες»[2] Επομένως, μία από τις πιο δραματικές επιπτώσεις του εκσυγχρονισμού είναι η κατάλυση του παλαιού αισθήματος ασφάλειας και μονιμότητας που παρείχε η παραδοσιακή κοινωνία καθώς αφαιρεί από τη διαδικασία της κοινωνικής νομιμοποίησης κάθε μεταφυσικό, μη ορθολογικό και πάγιο κριτήριο, και καθιστά την κοινωνική πραγματικότητα πεδίο συνεχούς αμφισβήτησης και παρέμβασης. Με τον τρόπο αυτό, η εικόνα του κόσμου παύει να είναι πλέον μία, δεδομένη και αδιαφιλονίκητη. Αρχίζει να επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες και να υπόκειται σε συνειδητές απόπειρες μετάπλασης. Σύμφωνα με τον B. Aderson η πτώση της θρησκευτικότητας συντελείται παράλληλα με μια σειρά από άλλες σημαντικές διαδικασίες, που θα επιφέρουν ριζικές αλλαγές στη ζωή των ανθρώπινων κοινωνιών. Συνοπτικά αναφέρουμε τη διάβρωση της αυτονόητης καθολικής ισχύος των παλαιών «λόγιων γλωσσών» της παραδοσιακής κοινωνίας (με πιο σημαντική αυτή των λατινικών στην Ευρώπη), την εμφάνιση του καπιταλισμού, την εφεύρεση της τυπογραφίας, την εκκοσμίκευση του τρόπου νομιμοποίησης της πολιτικής εξουσίας και την επικράτηση της γραμμικής αντίληψης για τον χρόνο.

Ο εκσυγχρονισμός όπως ήδη αναφέρθηκε προκαλεί την απόσταση του ατόμου από τους δεσμούς ασφάλειας της παραδοσιακής κοινότητας . Η εξέλιξη αυτή αναγκάζει το άτομο να αναζητήσει κάποια νέα συλλογικότητα μέσα στην οποία να μπορεί να κατευθύνει αποτελεσματικά την κοινωνική του πράξη σε συνθήκες συνεχούς αλλαγής. Μία από τις πλέον ολοκληρωμένες απόπειρες από την πλευρά των κοινωνικών υποκειμένων να ανταποκριθούν σε αυτή την ανάγκη είναι η εθνικιστική ιδεολογία. Το έθνος αποτελεί μία υπαρκτή λύση που προσφέρεται από την κλυδωνιζόμενη παραδοσιακή κοινωνία και στοχεύει στην υπέρβαση των προβλημάτων του εκσυγχρονισμού. Πρόκειται για το κοινοτικό εκείνο ιδεώδες που απαλείφει τις αντιθέσεις και αναπαράγει την αίσθηση της συνέχειας με την παραδοσιακή τάξη πραγμάτων. Μπροστά στο νέο και το άγνωστο που το μέλλον προοιωνίζεται, τα κοινωνικά υποκείμενα βρίσκουν καταφύγιο στην ανάπλαση του παρελθόντος και, ταυτόχρονα, αντλούν από αυτήν την ανασύνθεση συμπερασμάτων για την ερμηνεία του παρόντος και το σχεδιασμό του μέλλοντος. Η επίκληση του παρελθόντος όπως τονίζει ο Π. Λέκκας «δεν θα πρέπει να θεωρηθεί διάθεση φυγής από την πραγματικότητα, αλλά ως εύλογη ιδεολογική αντίδραση στις σαρωτικές ανακατατάξεις που προκαλούνται από την αποσύνθεση της παραδοσιακής κοινότητας».[3] Αυτή η στροφή προς το παρελθόν και η συνακόλουθη ανακατασκευή της ιστορικής συνέχειας ενισχύει την αίσθηση ότι το κοινωνικό υποκείμενο έχει θέση στην πορεία του χρόνου. Η ίδια όμως η σύλληψη και χρησιμοποίηση του παρελθόντος ως παρελθόντος είναι ενδεικτική μιας κοινωνίας σε μετάβαση. Μίας κοινωνίας που δεν ζει πλέον μέσα στη παράδοση ασύνειδα αλλά προσπαθεί να ξαναβρεί συνειδητά το χαμένο της παρελθόν. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Π. Λέκκας, η ίδια η έννοια της παράδοσης είναι προϊόν της μη παραδοσιακής κοινωνίας και η υπέρβασή της αρχίζει όταν η παράδοση γίνεται αντιληπτή ως τέτοια.[4] Ο  εθνικισμός λοιπόν, εμφανίζεται σαν πολύμορφη και πολυεπίπεδη προσπάθεια να γεφυρωθεί το χάσμα ανάμεσα στην παρελθούσα Gemeinschaft (κοινότητα) και την  Gesellschaft (κοινωνία) που προδιαγράφεται.


Συνεχίζεται.... στο επόμενο : Η ένταξη του κοινωνικού ρόλου της θρησκείας στον εθνικισμό: το ελληνικό παράδειγμα


(Η παρούσα ανάρτηση αποτελεί μέρος της εργασίας  Εθνικισμός, μια θρησκεία της νεωτερικότητας; και προτείνουμε για την αρτιότητα της ανάγνωσης, το διάβασμα των προηγούμενων αναρτήσεων στην κατηγορία Κοινωνιολογικές Μελέτες



[1] Anderson, ΄ό.π. σελ. 32
[2] Λέκκας ό,π. σελ 198
[3] Λέκκας, ο.π. σελ 179
[4] Λεκκας σελ 182

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός