Κουβέντιαζαν μεταξύ τους
τα τρία αγαπημένα της παιδιά,
κουβέντιαζαν πολλή ώρα,
για τις δουλειές τους, για την ημέρα που πέρασε
και για το αύριο
αναρωτήθηκαν μεταξύ τους
"τι λέει ο μπαμπάς γι αυτό;"
"τι κάνει ο μπαμπάς;"
Αναρωτήθηκαν και γι'αλλους γνωστούς ανθρώπους.
Και αναφέρθηκαν σ'αυτούς.
Ωραία που μιλούσαν!
Πόσο αβρά τα λόγια τους,
και σαν μικρά ελαφάκια τα σώματά τους
έτσι τριγύρω απ' την κουβέντα
που καθόντουσαν.
Φυσούσε απαλά
αέρας και φως και φύλλα που λικνίζονταν.
Εκείνη δεν την ανέφεραν καθόλου
ούτε κι αναρωτήθηκαν γι'αυτήν.
Σα να έλειπε ήδη από ανάμεσά τους.
Κι εκείνη από μακριά που άκουγε, αθέατη
τα τρία ελαφάκια,
ένιωσε μια ανείπωτη χαρά
και την πλημμύρισε μια ζεστασιά,
όπως κάποτε ανέβλυζε το χλιαρό γάλα
απ'τους μαστούς της.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου