Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_για τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό

Ανάμεσα στην αντίληψη που θέλει να βλέπει τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό ως το ένδοξο και ολόλαμπρο παρελθόν μας αντλώντας από εκεί ποικίλες ικανοποιήσεις του εθνικού φρονήματος και στην άλλη που με έναν μίζερο σχολαστικισμό αναδεικνύει τις εμπράγματες σκοτεινές πλευρές του (ταξικές και έμφυλες αντιθέσεις, θεσμός δουλείας κλπ) σε μια προσπάθεια ακριβώς να φθείρει αυτό το μεγενθυμένο εθνικό φρόνημα, υπάρχει άραγε κάποια άλλη, όχι απαραίτητα η "σωστή" αλλά τουλάχιστον νηφάλια αντίληψη; νηφάλια ως προς το ότι προσπαθεί συνειδητά να αποφύγει χρησιμοθηρικές προβολές μας.

Πώς να διαβάσουμε/προσεγγίσουμε τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό;
Μιλάω για πολιτισμό ως διακριτό ιστορικό αποτύπωμα ενός λαού που διαθέτει κατά το πλείστον μια ομοιογένεια και όχι για αρχαια ιστοριογραφία.
Το ερώτημα μας δεσμεύει ως προς τις δυνατές απαντήσεις.
Σημαίνει κατ’αρχήν ότι έχουμε κάτι να διαβάσουμε : μνημεία, αρχαιολογικά ευρήματα, κείμενα…
Ξέρουμε ότι στην ιστορία της ανθρωπότητας υπήρξαν πολλοί πολιτισμοί, όσες και οι κοινωνικές συνομαδώσεις των ανθρώπων.
Το γεγονός ότι τα τεκμήριά τους είναι χαμένα στον χρόνο, μας λέει (τουλάχιστον σε μένα) ότι οι πολιτισμοί αυτοί βασίζονταν στον εφήμερο, αέναο κύκλο του μοχθείν. Τον τόσο οικείο στην έμβια ανθρώπινη κατάσταση. Οι παραδόσεις τους (σώματα πεποιθήσεων και ερμηνειών του κόσμου) υπηρετούσαν αυτόν τον καθημερινό επίπονο μόχθο που κατέβαλαν οι άνθρωποι προκειμένου να θεμελιώσουν τον βηματισμό του είδους και περιέγραφαν ακριβώς αυτές τις χιλιάδες χρόνων που χρειάστηκαν έως ότου η ανθρωπότητα κατακτήσει το επίγειο ενδιαίτημά της. Τα «βήματα» αυτά απηχούν στις λαϊκές παραδόσεις ως βήματα Γιγάντων, ανθρώπων με υπερ-φυσικές, υπερ-λογες δυνάμεις κλπ.

Έως τα Ομηρικά έπη….
Όπου πλέον οι ιστορίες, αν και στερεοτυπικά επαναλαμβανόμενα σώματα προφορικών και μετέπειτα γραπτών κειμένων, παύουν , χωρίς να στοχεύουν σε αυτό (κι αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον σημείο) να αποτελούν θεμελιωτικούς άξονες του μοχθείν που χάνεται δίχως να αφήσει ίχνη
[το "χωρίς ίχνη" περιγράφει ωραία, αν και σε άλλα συμφραζόμενα ο αστός ποιητής Γ. Σεφέρης :
Τόσα κορμιά ριγμένα
στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης·
τόσες ψυχές
δοσμένες στις μυλόπετρες, σαν το σιτάρι.]
Τι γίνεται τότε; Και γιατί στα έπη αυτά και στον πολυσχιδή αναγνωστικό τους ορίζοντα η ευρωπαϊκή (τουλάχιστον) σκέψη ανιχνεύει τις αφετηρίες της;
Αποτελούσαν μόνο εξιστορήσεις καποιου πολέμου, καποιων περιπετειών, βιασμών, εξαπατήσεων κλπ;
Ακόμα κι αν γι αυτούς που άκουγαν τις απαγγελίες τους για εκατοντάδες χρόνια, είχαν αυτή ακριβώς την λειτουργία της επανάληψης και της ηδονής που αυτή προσφέρει μέσω του οικείου ακούσματος, τα ίδια αυτά κείμενα λειτούργησαν με έναν εντελώς άλλο και απροσδόκητο τρόπο: άνοιξαν το πεδίο του αναστοχασμού, δηλαδή την δυνατότητα που είχαν οι άνθρωποι όχι μόνο να ζουν την ζωή τους πολεμώντας, τρώγοντας,πίνοντας, σκάβοντας, σκοτώνοντας, γεννώντας και πεθαίνοντας, εγκλωβισμένοι σε μια αναπόδραστη κυκλικότητα, αλλά αναστοχαζόμενοι από μια απόσταση για όλα τούτα, για την τάξη ή την αταξία τους, για την αξία και το νόημά τους. Ήταν ουσία παιδευτικά και το ότι ο Όμηρος αναγνωρίζεται ως ο θείος ποιητής και δάσκαλος του αρχαίου ελληνικού κόσμου δεν είναι τύποις σημαντικό.
Έτσι γεννιέται ο λ/Λόγος στην αρχαία Ελλάδα, ως αναστοχαστική δυνατότητα.
Εκτοτε συμβαίνει μια τεράστια σε όγκο και πρωτοτυπία παραγωγή – εφαρμογή αυτής ακριβώς της δυνατότητας.
Αυτού του λ/Λόγου έχουμε και μελετούμε τα μνημεία, γιατί αυτός αφήνει τέτοια σημεία στον χρόνο.
Ασφαλώς η αρχαία ελληνική κοινωνία ήταν μια ταξική κοινωνία, ασφαλώς και οι γυναίκες ήταν κλεισμένες στον γυναικωνίτη κι ασφαλώς οι άνθρωποι τρώγανε πολλά κρεμμύδια και σκόρδα και μυριζαν οι δρόμοι των πόλεων σκατό.
Θα οφειλαν να είναι αλλιώς τα πράγματα;
Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι μαζί με την απάντηση, που ασφαλώς δεν αλλάζει τα ιστορικά δεδομένα αλλά μόνο τις ερμηνείες που έχουμε γι αυτά, πρεπει να καταθέσουμε την δεοντο-λογία που ασπαζόμαστε. Μια θεωρία του Δέοντος, του οφείλειν να….
Κι εκεί μπορούμε να έχουμε πολλές και ενδιαφέρουσες απόψεις.

Το γεγονός όμως ότι σε τούτη την ιστορική περίοδο και σε αυτή την γωνιά του κόσμου ανοίγει άπαξ δια παντός και με τρόπο ρητό αυτό το κεφάλαιο, όπου η ανθρωπινη συνειδηση κατευθύνεται ανα-στοχαστικά προς τα γεγονότα της ζωής και τα πράγματα του κόσμου και όπου μέλλει για πρώτη φορά να φανερωθούν προβλήματα και προοπτικές, είναι θεμελιώδους σημασίας τόσο στο συμβολικό όσο και στο πεδίο της πρακτικής -πολιτικής παρεύρεσης για την ανθρώπινη ιστορική ύπαρξη. Η δυνατότητα αυτή, διόλου αυτονόητη ή λογικά αναγκαία, ειναι που καθιστά τον ελληνικό πολιτισμό μια ανοιχτή - μη φοβική προς άλλες παραδόσεις και ρεύματα, γόνιμη σύμπτυξη.
Το γεγονός της γονιμότητας που έχει τις ρίζες της στην δύναμη του ανθρώπινου στοχάζεσθαι, μας επιτρέπει ακόμα και σήμερα να γυρνάμε στα κείμενα των αρχαίων πχ. στο αριστοτελικό corpus.


Εαν όμως η αναστοχαστική δυνατότητα, δηλαδή ένα είδος μετουσίωσης της πρωτογενούς αμεσότητας του ατομικού και πολιτικού βίου σε αναπόσπαστο ουσιώδες χαρακτηριστικό του ανθρωπίνως ζειν, είναι η ιδιαίτερη  καταγεγραμμένη ελληνική συμβολή, σήμερα όλα δείχνουν ότι έχουμε εισέλθει σε μια περίοδο αυτοματοποιημένης πανομοιοτυπίας μέσα στην οποία όλα αυτά μικρή ή και καμία σημασία δεν έχουν. Το ήθος δε της νηφαλιότητας αποκηρύσσεται και χλευάζεται ως μη δυνάμενο να οδηγήσει από έναν κόσμο που φλέγεται σε κάποιο ξέφωτο τα βήματά μας ...

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός