Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Χριστιανισμός υπό τους διατόρους ήχους της γκάιντας

Ο Αλ. Παπαδιαμάντης στο καφενείο της Δεξαμενής, φωτογραφία τραβηγμένη από τον Παύλο Νιρβάνα



Του Σταύρου Ζουμπουλάκη

Το 2007 προστέθηκε από τον Βασίλειο Τωμαδάκη ένα ακόμη διήγημα στο παπαδιαμαντικό corpus, «Το γιαλόξυλο», το οποίο μάλιστα πρόλαβε και συμπεριλήφθηκε στην τελευταία έκδοση των Απάντων του, από την εφ. «Το Βήμα», επιμ. Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, 2011, τόμ. 11. Τον Οκτώβριο 2014 προστέθηκε από τον Νίκο Σαραντάκο ένα ακόμη, «Η νοσταλγία του Γιάννη», που εκδόθηκε μόνο του σε κομψή έκδοση από τις εκδόσεις Ερατώ. Το αθησαύριστο διήγημα το είχε ήδη αναρτήσει ο ευρετής του, από τις 15.7.2012, στο ιστολόγιό του και πιθανολογούσε με ισχυρά επιχειρήματα την παπαδιαμαντική πατρότητα. Τα σχετικά φιλολογικά και τα πειστήρια της γνησιότητας του νεοφανούς διηγήματος τα παρέχει ο Ν. Σαραντάκος στην εισαγωγή και στο επίμετρο της έκδοσης.

Η «Νοσταλγία του Γιάννη» ανήκει στα πασχαλινά του συγγραφέα του και έχει ήρωα ένα στραβόξυλο, τον Γιάννη τον Λιοσαίο, που αγαπούσε τα μουλάρια πιο πολύ από τους ανθρώπους. Με αφετηρία τούτο το τρισχαριτωμένο διήγημα θα κάνουμε λόγο, άλλη μια φορά, για το πολυσυζητημένο θέμα του χριστιανισμού του Παπαδιαμάντη, αφού πρώτα παραθέσουμε ένα απόσπασμα.

«Την Δευτέραν και Τρίτην του Πάσχα, ακόμη και την Παρασκευήν της Ζωοδόχου Πηγής, οπότε γίνεται φαιδροτάτη πανήγυρις, και την Κυριακήν του Θωμά, ότε η Εκκλησία ψάλλει το “Σήμερον έαρ μυρίζει – και καινή κτίσις χορεύει” ο Γιάννης ο Λιοσαίος εχόρευε κι’ επήδα με την γκάϊδα του έξωθεν του μαγαζιού του Θωμαδάκη, υπό το πυκνόν των μωρεών φύλλωμα. Και την ημέραν του Αγίου Γεωργίου “ανέτειλε το έαρ, δεύτε ευωχηθώμεν...” – είχε γίνει μεγάλη σύναξις, υπό τα πελώρια δέντρα, ανδρών και παιδίων και μικρών κορασίων, διά ν’ απολαύσουν το θέαμα των αιπολικών χορών του Γιάννη και ολίγων άλλων αγροδιαίτων νέων και πανηγυριστών, κατελθόντων την δείλην από το βουνόν, όπου είχεν εορτασθή εις το εξωκκλήσιόν του ο Αγιος».

Ο χριστιανισμός του Παπαδιαμάντη είναι πρωτίστως λατρευτικός, είναι ο χριστιανισμός της λατρείας του Θεού από την κοινότητα των πιστών, σύμφωνα με τον εόρτιο εκκλησιαστικό κύκλο. Η κοινή λατρεία του Θεού τελείται με το σώμα, τον νου και την καρδιά μας, μέσα σε στολισμένες εκκλησιές, είναι άσματα και εικόνες, ασπασμοί και σταυροκοπήματα, ήχοι και μυρωδιές. Ορος της η απαρασάλευτη τήρηση του Τυπικού.

Ο χριστιανισμός του Παπαδιαμάντη είναι λαϊκή θρησκεία, δεν είναι φιλοσοφική κοσμοθεωρία, ούτε έχει αγωνία, εσωτερική πάλη, αμφιβολία. Και καθώς δεν υπάρχει θρησκεία χωρίς δεισιδαιμονία, ο χριστιανισμός του ενσωματώνει κι έναν αναπόφευκτο αριθμό δεισιδαιμονιών, τις οποίες ο ίδιος δεν αποδοκιμάζει. Εντάσσεται επιπλέον οργανικά στον φυσικό κύκλο του κόσμου, στις εποχές του χρόνου.

Είναι ένας χριστιανισμός παρηγορητικός, το πρώτο και τελευταίο καταφύγιο των πενήτων, σε τούτο τον κόσμο της αδικίας, που δεν είναι μόνο κοινωνική.

Είναι, τέλος, και σε αυτό θα ήθελα να σταθώ σήμερα, ένας χριστιανισμός ευφρόσυνος, χαρούμενος, φαιδρός. Ας προσέξουμε στο παραπάνω απόσπασμα ποια τροπάρια ανακαλεί ο Παπαδιαμάντης από τις πλούσιες ακολουθίες των ημερών αυτών. Την Παρασκευή λοιπόν της Ζωοδόχου Πηγής γίνεται φαιδρότατο πανηγύρι, την Κυριακή του Θωμά μυρίζει άνοιξη και όλη η πλάση χορεύει, ενώ την ημέρα του Αγίου Γεωργίου ανατέλλει η άνοιξη και καλούμαστε να γιορτάσουμε και να χαρούμε. Ο Παπαδιαμάντης γνώριζε και σεβόταν τον μοναχισμό, ο χριστιανισμός του όμως δεν είναι ασκητικός. Πηγή αυτής της ευφροσύνης είναι η μετοχή στη λατρεία, στον κόσμο των ιερών ακολουθιών, κυρίως των πανηγυριών στα ξωκκλήσια, όπου, μετά την απόλυση, ακολουθεί η ευωχία, δηλαδή φαγοπότι και χορός, ξεφάντωμα, μέσα στο κάλλος της φύσης.
Η χαρά του Ευαγγελίου δεν είναι ακριβώς αυτή, χωρίς όμως τούτο να σημαίνει πως είναι αντίπαλη προς αυτήν. Η ευαγγελική χαρά είναι η χαρά των καλών ειδήσεων, ότι ο Χριστός ήρθε επιτέλους στον κόσμο και έρχεται διαρκώς για να έχει ο καθένας μας «ζωήν […] και περισσόν» (Ιω. 10, 10), τώρα και για πάντα. Ο χριστιανισμός του Παπαδιαμάντη δεν μπορεί να είναι ο δικός μας χριστιανισμός σήμερα, δεν απομένει τίποτε πια από όσα τον συγκροτούσαν, που άλλωστε είχαν ήδη θρυμματισθεί από τότε που ζούσε. Είναι σημαντικό ωστόσο να κρατήσουμε από τον παπαδιαμαντικό χριστιανισμό το πολυτιμότερο στοιχείο του, το στοιχείο δηλαδή της χαράς και της ευφροσύνης, και να το εκφράσουμε με άλλο τρόπο.

Πηγή : εφ. Καθημερινή, 5/4/2014


Σχόλιο paracosmos : 
Ο χριστιανισμός του Παπαδιαμάντη εάν περικλείει ένα πολύτιμο στοιχείο χαράς και ευφροσύνης, όπως μας επισημαίνει ο συντάκτης του άρθρου, το κατορθώνει επειδή είναι εσχατολογικός.
Η παροντική οδύνη ακόμα και η αμαρτία των ηρώων του υπερβαίνεται διότι έχει αναφορά σε ένα χρονικό επέκεινα. Οι χριστιανοί άνθρωποι του Παπαδιαμάντη επειδή δεν ζουν μόνο στην διάσταση του εδώ και τώρα του παρόντος άδικου και σκληρού κόσμου, μπορούν να χαίρονται.
Ζουν  χαρμόσυνα στο τώρα επειδή βλέπουν ήδη τους εαυτούς τους ως κατοίκους ενός μέλλοντος, ζουν, ούτως ειπείν, προεκτεινόμενοι.
Εάν λοιπόν υπάρχει ένα πρόβλημα για την διαφύλαξη αλλά και την εύρεση ενός τρόπου για την έκφραση του στοιχείου της χαράς και της ευφροσύνης -όχι μόνο του παπαδιαμαντικού αλλά του χριστιανισμού εν γένει - τούτο προσκρούει -εκτός των άλλων σοβαρών προσχωμάτων και εμποδιών π.χ. διάλυση της κοινοτικής δέσμευσης, απεξάρτηση από τον φυσικό ρυθμό και κύκλο, απώλεια της ικανότητας των χεριών σε όφελος της διάνοιας, απονέκρωση του προφορικού γλωσσικού πολιτισμού κλπ. - στον εγκλωβισμό και στην εξάντληση του σύγχρονου ανθρώπου στο ΤΩΡΑ ενός κόσμου που αλλάζει με κινηματογραφική ταχύτητα.
Μέσα σ' αυτήν την διαρκή και ιλιγγιώδη μεταβολή η οποία υπερβαίνει και γίνεται ερήμην του ατόμου,  ο άνθρωπος νιώθει ότι καμία απολύτως δυνατότητα δεν του απομένει παρά μόνο να αδράξει κάποια σπαράγματα μιας εφήμερης και ρηχής χαράς και ευφροσύνης που του προσφέρονται άμεσα (με το αζημίωτο, πάντα) ή για όσα δεν του προσφέρονται να τα κατασκευάσει ο ίδιος, φαντασιωνόμενος μια ατομική δραπέτευση - διαμαρτυρία.
Η χαρά του σύγχρονου ανθρώπου είναι -όπως και η γνώση, η ύπαρξη κλπ- πλήρως εκκοσμικευμένη. Παράγεται ως ένα, εντός των ορίων του κόσμου, συναίσθημα, φθείρεται και καταστρέφεται με τους ίδιους ρυθμούς, δηλαδή γρήγορα, και ενίοτε γίνεται καταστροφική η ίδια.

Έξι δισεκατομμύρια άνθρωποι ψάχνουν την χαρά και την ευφροσύνη μέσ' στα όρια του πλανήτη...
και στο μυαλό μου ξεσηκώνεται, με τη φωνή του Μπιθικώτση των παλαιών χρόνων, το τραγούδι :
Αχ! ψεύτη κι άδικε ντουνιά π' άναψες τον καημό μου.. 
είσαι μικρός και δεν χωράς τον αναστεναγμό μου!!

Μεγάλη Δευτέρα 2015


Σχόλια

  1. Ανώνυμος6/4/15, 11:55 π.μ.

    το σχόλιο μου άρεσε πιο πολύ από το κυρίως άρθρο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σας ευχαριστώ!
      Το σχόλιο είναι, νομίζω, προϊόν μιας σχέσεως διαλόγου.

      Διαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός