Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

_Απόλογος Ανάστασης


έργο : Γ. Κόρδη

                                                                 στο Νίκο 



Αγάπη μου, 

να'χα τη δύναμη, να' χα το μεγαλείο
να ήμουν τόσο δυνατή, τόσο ψηλή,  

αν ήμουν ένας αητός,
αν ήμουν άγγελος και αρχάγγελος,
θα σ’ έβαζα ολόκληρο μέσα στην αγκαλιά μου
να σε σκεπάσω από κορφής,
να σε καταπραΰνω,
θα κράταγα τα χεράκια σου, τα δακτυλάκια σου,
να μην τρέμουνε στη παγωνιά του κόσμου,
θα φύσαγα τα μαλλάκια σου από το μέτωπό σου
να μην σε τρώει ο πυρετός
θα έπαυα όλους τους σπασμούς της έρημης ψυχής σου,
θα γιάτρευα όλες τις πληγές της πίκρας σου, παιδί μου,
θα στέγνωνα Αγάπη μου τα δάκρυα των ματιών σου.
Αν είχα γλώσσα να σου πω,
θα σου’δινα τη φωνή μου, για να φωνάξεις δυνατά

για να φωνάξεις καθαρά, τα δίκια της ζωής σου.
Αν μπόραγα θα σου’δινα ξανά το γάλα του κορμιού μου,
να φτιάξω το κορμάκι σου, άχραντο
να φτιάξω πάλι από ξαρχής του ύπνου σου γελάκια,
Αν έφτανα θα μάζευα κάθε λυγμό, κάθε παράπονό σου,
την ερημιά στο κουρασμένο σου κορμί
να ήμουν σκιά, αύρα γλυκιά στα πονεμένα μέλη.
Θα 'διωχνα Αγάπη μου, όλους τους κακούς,
να μην σε βρίσκουν, γιέ μου,
θα σου έλεγα δεν υπάρχουνε,
μόνο πουλάκια, μόνο χαρές,

μόνο καλές ελπίδες,
για σένανε, να ήμουν θάλασσα
και του ορίζοντα πανί,


Μα δεν μπορώ, Αγάπη μου,

δεν φτάνω
μόνο μπορώ να ζω για σε,
για να σου δώσω το κλειδί,
ν’ ανοίξεις τη θύρα την πλατιά,
να μπεις Αγάπη μου, να μπεις
στον κήπο σου, να μοσχοβολιστείς,
να πλύνεις το πρόσωπό σου,
να βγεις ολοκάθαρος, ολοστόλιστος,
κι ως θα σταθείς, κι ως θα σε δει ο ήλιος
απ’ την κορφή της κεφαλής ως τα ακροδάκτυλά σου,
θα λάμψουν άπειρες σταλαγματιές
τα δάκρυα της ζωής μου,
τα δάκρυα που σου χάρισα -δεν έχω τίποτ’ άλλο-

κι ως θα σε δει, κι ως θα σταθείς ορθός,
- αφουγκράσου μου -
θα γαληνέψει
κι όμορφος θα φωτιστεί ο κόσμος.
                                           
                   Κυριακή του Πάσχα, ξημέρωμα

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

_Mπέρτολτ. Μπρεχτ: η Εβραία

Η "Εβραία" είναι ο τελευταίος μονόλογος από το σπονδυλωτό έργο του Bertolt Brecht "τρόμος και αθλιότητα του Τρίτου Ράιχ. Το έργο αυτό του Μπρεχτ αποτελείται απο 24 σκηνές-μονόπρακτα, που έγραψε ο Μπρεχτ εξόριστος μεταξύ 1935 και 1939 και περιγράφουν την τρομοκρατία και την άγρια φύση του ναζιστικού καθεστώτος. Η ελληνική μετάφραση αυτού του έργου του Brecht είναι του Μάριου Πλωρίτη και κυκλοφορεί σε βιβλίο από τις εκδόσεις Μωραίτης. Στο κείμενο αποτυπώνεται η εσωτερική ένταση του ατόμου που παίρνει μια απόφαση ενώ βρίσκεται στο χείλος της απελπισίας. Μέσα από την ανάγνωση του έργου στρέφουμε την προσοχή στα εκατοντάδες πρόσωπα της καθημερινότητας, τα οποία, δίνοντας έναν οριακό αγώνα επιβίωσης, αναδύονται ως σύγχρονοι/ες ήρωες και ηρωίδες του Brecht . Το ηχητικό ντοκουμέντο που δημοσιεύουμε παρακάτω είναι από την παράσταση που ανέβηκε το 1978 μαζί με άλλα πέντε μονόπρακτα διαφόρων άλλων συγγραφέων, από το Θίασο Λαμπέτη. Αν και το συγκεκριμένο ντοκουμέντο έχει ανέβ

_Κ.Π. Καβάφης : πρόσθεσις

Aν ευτυχής ή δυστυχής είμαι δεν εξετάζω. Πλην ένα πράγμα με χαράν στον νου μου πάντα βάζω — που στην μεγάλη πρόσθεσι (την πρόσθεσί των που μισώ) που έχει τόσους αριθμούς, δεν είμ’ εγώ εκεί απ’ τες πολλές μονάδες μια. Μες στ’ ολικό ποσό δεν αριθμήθηκα. Κι αυτή η χαρά μ’ αρκεί. (Από τα Κρυμμένα Ποιήματα 1877;-1923, Ίκαρος 1993) Σχόλιο :  Δεν θέλω να κάνω ανάλυση... ένα σχόλιο μόνο.. Υπήρξαν και υπάρχουν -ευτυχώς- πολύ αξιότεροι εμού αναλυτές, που έσκυψαν με γνώση και συγκίνηση πάνω στο έργο που μας άφησε ο μεγάλος Αλεξανδρινός. Πριν, όμως, μπω στα ενδότερα, λέω να κάτσω λίγο απ' έξω, να θαυμάσω το οικοδόμημα. Γενικά, καλό είναι να το κάνουμε αυτό. Μια πρώτη καταγραφή, μια εξωτερική εποπτεία, καθώς η μορφή περι-γράφει το περιεχόμενο και το περιεχόμενο χύνεται μέσα στη μορφή του, μας είναι πάντα χρήσιμη για να συνδεθούμε και να μείνουμε εντός του ποιήματος. Ας είναι... διάφορες σκέψεις...ή οδοί για την σκέψη, γενικώς... Αυτό λοιπόν το ποίημα του Κ.Π.Καβά

_ Γ. Σεφέρη, "κράτησα τη ζωή μου" : σπάραγμα μιάς ανάγνωσης

Τ' ανθισμένο πέλαγο και τα βουνά στη χάση του φεγγαριού η μεγάλη πέτρα κοντά στις αγριοσυκιές και τ' ασφοδίλια το σταμνί πού δεν ήθελε να στερέψει στο τέλος της μέρας και το κλειστό κρεβάτι κοντά στα κυπαρίσσια και τα μαλλιά σου χρυσά' τ' άστρα του Κύκνου κι' εκείνο τ' άστρο ό Αλδεβαράν. Κράτησα τη ζωή μου κράτησα τη ζωή μου ταξιδεύοντας ανάμεσα στα κίτρινα δέντρα κατά το πλάγιασμα της βροχής σε σιωπηλές πλαγιές φορτωμένες με τα φύλλα της οξιάς, καμιά φωτιά στην κορυφή τους· βραδιάζει. Κράτησα τη ζωή μου˙ στ' αριστερό σου χέρι μια γραμμή μια χαρακιά στο γόνατο σου, τάχα να υπάρχουν στην άμμο του περασμένου καλοκαιριού τάχα να μένουν εκεί πού φύσηξε ό βοριάς καθώς ακούω γύρω στην παγωμένη λίμνη την ξένη φωνή. Τα πρόσωπα πού βλέπω δε ρωτούν μήτε ή γυναίκα περπατώντας σκυφτή βυζαίνοντας το παιδί της. Ανεβαίνω τα βουνά· μελανιασμένες λαγκαδιές˙ o χιονισμένος κάμπος, ως πέρα ό χιονισμένος κάμπος, τίποτε δε ρωτούν μήτε o καιρός κλειστός